Professional Documents
Culture Documents
Εισαγωγή 010
06 Εξάρτυση: οβελοί και χαρμπιά, φυσιγγιοθήκες, μπαρουτόφλασκα και τσακμακόπετρες 114
15 Οι οπλοποιοί στο Τέτοβο, την Dibra (Debar) και το Ελβασάν 200
16 Τα όπλα και η άνοδος του εθνικισμού στα Βαλκάνια από το 1770 210
19 Συμπεράσματα 296
Ο Vuk Karadžić καταγόταν από το Μαυροβούνιο, αλλά είχε παρατηρήσει δύο νέα αυστριακά όπλα, ένα ελαφρύ
είχε εγκατασταθεί με την οικογένειά του στη Σερβία. πυροβόλο μεγάλου βεληνεκούς και ένα μουσκέτο,
162
Επέστρεψε στο Μαυροβούνιο το 1834-5 και συνέγραψε βαρύτερο από το αρκεβούζιο, το οποίο πυροδοτούσαν
ένα χρονικό της περιοχής, καθώς κι ένα λεξικό με τίτλο στηριγμένο σε τρίποδα στα πεδία μάχης του αυστριακού
Srpski Rječnik, στο οποίο κατέγραψε σημαντικό αριθμό πολέμου κατά της Τουρκίας (1593-1606).1 Ο Karadžić
όπλων με βάση τα χαρακτηριστικά τους. Ένα από αυτά καταγράφει επίσης το puške šarka, ένα άλλο όνομα για
είναι η meterižnjača, από την περσική λέξη meteriz το džeferdar, αναφερόμενος σε ένα επιχρωματισμένο ή
189
(«οχύρωμα, μετερίζι»), προφανώς το ίδιο με το metris διακοσμημένο όπλο∙ αναφέρεται ακόμη σε αρκετά όπλα,
Tančica με κάννη από
tüfenki, την τουρκική έκφραση για το τοπομαχικό όπλο, για τα οποία γνωρίζουμε ελάχιστα, όπως τα ubojica («ο
την Brescia. Φέρει
κοντά στο πίσω μέρος
μια βαρύτερη εκδοχή του σισανέ (βλ. παρακάτω), που φονιάς»), vjetrenjača («αεροβόλα»), srmalije, δηλαδή
την υπογραφή «Mafeo χρησιμοποιούσαν σε πολιορκίες. Η πρώτη εμφάνιση του διακοσμημένα με ασήμι2 και το kantunača από την Boka
Franzi» και σφραγίδα βαρύτερου αυτού τοπομαχικού είχε καταγραφεί στην Kotorska, έναν ειδικό τύπο όπλου με ραβδωτή κάννη.3
εξαγωγής. Ιστορία του Οθωμανού στρατιωτικού Peçevi, ο οποίος Ένα από τα πιο διαδεδομένα μακρύκαννα στην Εγγύς
Ανατολή ήταν το λεγόμενο Lazarina (Λαζαρίνα) ή
Lazarino, όνομα που μαρτυρούσε την ιταλική κατασκευή
της κάννης του, άρα την υψηλή ποιότητα του όπλου.
Οι Έλληνες αναφέρονταν συχνά στα μακρύκαννα όπλα
τους ως Λαζαρίνες, ενώ βορειότερα ο ίδιος τύπος όπλου
απαντάται ως Breska (από την Brescia) και Lazarinka.4
Ο όρος αναφέρεται στην κάννη, αλλά στο μεγαλύτερο
τμήμα των Βαλκανίων έφτασε να σημαίνει το όπλο. Οι
Lazarini ήταν μια μεγάλη οικογένεια κατασκευαστών
καννών από την Brescia, το όνομα των οποίων πήρε
τον χαρακτήρα εμπορικής επωνυμίας. Ο μηχανισμός
του όπλου προερχόταν συνήθως από το Marcheno της
Brescia, οι κάννες από το Gardone και ο διάκοσμος από το
Lumezzane. Οι κάννες του Lazar Lazarino υιοθετήθηκαν
σε μεγάλο βαθμό από τη «δυναστεία» των Cominazzi.
Το 1845, ο Marco Cominazzi, τελευταίος απόγονος
της οικογένειας, έγραψε για την κατασκευή όπλων στο
190
Arnautka με κάννη
από την Brescia,
αρχές 18ου αιώνα.
Φέρει την υπογραφή
«S Mutti» και
σφραγίδα εξαγωγής,
μια παραλλαγή της
συνηθισμένης
(Α με μια κουκκίδα)
σφραγίδας εξαγωγής.
Η συγκεκριμένη
σφραγίδα και οι
σφραγίδες με τις τρεις
ακίδες του 18ου αιώνα
έμπαιναν επάνω στις
κάννες που εξάγονταν
στη λεκάνη της
Μεσογείου, ειδικά προς
την Αλβανία.
σημαίνει στολισμένες. τους.7 Ο Gaier έχει καταδείξει8 τις εκτεταμένες εξαγωγές στην Brescia από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα. Οι κάννες
των καννών του Lazarino από τη Λιέγη στην Οθωμανική αυτές είναι συνηθισμένες στα όπλα των Βαλκανίων,
164
192
Arnautka με λεία
κάννη δύο τμημάτων,
που ανοίγει στο
στόμιο και φέρει
μπρούντζινο πίσω
στόχαστρο. Η ακρίβεια
στην κατασκευή
του συγκεκριμένου
όπλου (και άλλων
παρόμοιων), ειδικά
η χαρακτηριστική
επένδυση και χάραξη
στο σιδερένιο
κοντάκι, δείχνει ότι
η προέλευση είναι
κυρίως ιταλική.
193
Επάνω: Arnautka ή
tančica με αργυρό
διάκοσμο και κάννη 194
δύο τμημάτων Επάνω: Arnautka
από την Brescia. από την Brescia με
Φέρει στο επάνω οκταγωνική λεία κάννη
μέρος υπογραφή με που ανοίγει στο στόμιο.
σφυρήλατα γράμματα Από το ίδιο εργαστήριο
«Nino…» με το 192, αν και
165
195
Επάνω: Arnautka
με λεία κάννη δύο
τμημάτων, που
ανοίγει στο στόμιο,
και μπρούντζινο πίσω
στόχαστρο, 18ος
αιώνας. Πιθανώς
κατασκευασμένη στην
Brescia ή την Boka
Kotorska για την αγορά
της βόρειας Αλβανίας 196
την ομάδα όπλων. Δεδομένης της παρουσίας αλβανικών εξαγωγή πρέπει να φέρουν το «bollo [σφραγίδα] di San
μονάδων στη Βενετία και τις βενετσιάνικες φρουρές Marco»,21 με το φτερωτό λιοντάρι του Αγίου Μάρκου
στο εξωτερικό, ίσως το Α να δήλωνε κρατική περιουσία, ή leone di moleca, με την οποία σφραγίζονταν όλες
δανεισμένη σε Αρναούτηδες (Αρβανίτες) μισθοφόρους. οι επίσημες προμήθειες.22 Το σύμβολο του φτερωτού
197 Υπήρχαν πιθανώς και άλλες πρακτικές, τις οποίες λιονταριού βρίσκεται επίσης και στις λάμες «spada
Paragun, δεύτερο ακολουθούσαν παράλληλα οι Ιππότες της Μάλτας, schiavonesca» («σπάθα των σκλαβούνων») από το τέλος
τέταρτο του 19ου πολλοί από τους οποίους ήταν Ιταλοί, ενώ κάποιοι του 15ου αιώνα.23 Στα όπλα των Βαλκανίων το σημάδι
166
αιώνα. Ιταλική λεία από αυτούς υπηρέτησαν στη Δαλματία. Το 1644, ο νέος αυτό σπανίζει, υποδηλώνοντας ότι οι εξαγωγές δεν
κάννη δύο τμημάτων
διοικητής του πυροβολικού, Giovanni Battista Gerente καταγράφονταν συχνά, και εμφανίζεται σε πυροβόλα
από τον 18ο αιώνα,
δεν ήταν τόσο πρόθυμος να αποδεχτεί την ευθύνη του όπλα μέτριας ποιότητας, τα οποία χρονολογούνται
με τουρκικό πίσω
στόχαστρο και
οπλοστασίου, εξαιτίας των όπλων που έλειπαν, λόγω της από τα τέλη του 18ου αιώνα. Βλέπουμε ακόμη το όρθιο
βαλκανικό μηχανισμό συνήθειας να δανείζουν όπλα σε όσους πήγαιναν σε λιοντάρι της Brescia και το όρθιο άλογο του Gardone.
πυροδότησης miquelet razzias (επιδρομές) στις γαλέρες του τάγματος. Ο Το ζήτημα είναι πόσο συχνά κατασκευάζονταν ολόκληρα
τύπου boyliya. κανονισμός, σύμφωνα με τον οποίο κάθε κυβερνήτης ήταν όπλα και όχι μόνο κάννες; Μάλλον συχνά, οι πωλήσεις
στα βόρεια Βαλκάνια ως rašak. Ένα άλλο μικρό τρομπόνι 198
με πυροδοτικό μηχανισμό πυρόλιθου φτιαγμένο στο Peć Arnautka με
για την αγορά του Μαυροβουνίου ήταν το tubun. Δύο οκταγωνική κάννη
από την Brescia, 19ος
πιστόλες (020 και 021) και ένα μακρύκαννο τρομπόνι από
αιώνας. Η κάννη φέρει
τα τέλη του 17ου αιώνα, από τη Συλλογή Marsigli, πρέπει
τη σφραγίδα ελέγχου
να είναι από τα παλαιότερα τουρκικά δείγματα. Α με μια κουκκίδα από
Η ντάνσικα αναφέρεται μερικές φορές στα βόρεια κάτω και την επιγραφή
Βαλκάνια ως karanfilka και από τους Έλληνες ως «*lazarino * cominazi»,
καριοφίλι, παρόλο που το κλασικό ελληνικό καριοφίλι από κάτω όμως την
έχει κοντάκι στο σχήμα του rašak. Και αυτή επίσης ήταν υπογραφή «E. Bertarini
200
Paragun με οκταγωνική
λεία κάννη.
Παρουσιάζει τα τυπικά
χαρακτηριστικά του
paragun: κοντάκι με
το αυθεντικό κόκκινο
ύφασμα˙ μηχανισμός
πυροδότησης τύπου
βαλκανικα maκρυκαννα οπλα
boyliya, οι επίπεδες
επιφάνειες του οποίου
είναι καλυμμένες με
εγχάρακτο φύλλο
αργύρου˙ ολόκληρο
το ξύλινο μέρος
του όπλου είναι
διακοσμημένο με
μπρούντζινα αστέρια
168
και φιλντισένιες πλάκες
σε σχήμα ρόμβου.
201
Paragun με κάννη
βαλκανικής
κατασκευής από
τον 18ο αιώνα, που
φέρει κοντά στο πίσω
μέρος την επιγραφή:
«Κατασκευασμένο
από το Seyyid Salih˙
ιδιοκτήτης el-Haci kazi-
zade Hasan Efendi˙ Ω,
Θεέ μου! Έτος 1246
[1830-1 μ.Χ.]».
169
202
Paragun με
πολυεδρική κάννη
του 18ου ή του 19ου
αιώνα. Ο διάκοσμος
του κοντακίου,
χρονολογημένος στο
1247 έ.Ε. (1831-2 μ.Χ.),
είναι ασυνήθιστος,
όπως και η διάταξη
των ελατηρίων
στον μηχανισμό
πυροδότησης miquelet.
paragon, όπως ονομάζονταν κατά τον 16ο και τον 17ο
αιώνα τα μεταξωτά τόπια και τα πολύτιμα υφάσματα,
εξαιτίας της τελειότητας και της υψηλής τους ποιότητας.
Κατασκευάζονταν σε αυτή την πρωτεύουσα, στο
μεγάλο κτίριο που διατηρείται και σήμερα στην πλατεία
Rialto, κοντά στις πύλες που τώρα ονομάζονται Ruga
dei Oresi, από την πλευρά της εκκλησίας του San
Giovanni. Έκτοτε το κτίριο επονομάστηκε Paragone
και αρχικά λειτουργούσε ως δικαστικό μέγαρο, την
εποχή που η έδρα της κυβέρνησης ήταν στο Rialto.»24.
Στη Σερβία, το όπλο αυτό αναφέρεται ως choa, choha ή
choja (υφασμάτινο) paraguna. Έχει το εξάπλευρο ξύλινο
κοντάκι του σισανέ, ή και μακρύτερο, και είναι πιο
επίπεδο – συνδυάζει το παραδοσιακό τουρκικό σχήμα του
κοντακίου με το σύγχρονο κοντάκι με επίπεδες πλευρές.
Αυτό είναι καλυμμένο με ύφασμα. Πιθανώς η χρήση του
υφάσματος paraguna αποτελούσε έναν οικονομικό τρόπο
αντιγραφής των περίτεχνων διακοσμητικών λωρίδων από
ελεφαντόδοντο και μπρούντζο, του τούρκικου σισανέ.
Αργότερα χρησιμοποιούσαν όποιο ύφασμα διέθεταν,
συχνά βελούδο, με πρόσθετο κέντημα ή χρυσές κορδέλες
που σχημάτιζαν αραβουργήματα, ένα σχέδιο πιστό στο
βαλκανικα maκρυκαννα οπλα
170
203
Δεξιά και στόμιο πλάι
δεξιά: Καριοφίλι με
τουρκική κάννη του
17ου αιώνα, ιταλικό
μηχανισμό σκανδάλης
και οβελό. Από τα
βόρεια Βαλκάνια,
συναρμολογημένο στο
ίδιο εργαστήριο με το
204, αρχές 19ου αιώνα.
204
Επάνω και στόμιο
στο άκρο δεξιά:
Καριοφίλι με ιταλική
κάννη εξαγωγής, πίσω
στόχαστρο και οβελό.
Βόρεια Βαλκάνια, αρχές
19ου αιώνα.
205 206
Επάνω: Καριοφίλι του Δεξιά: Καριοφίλι
Ναστούλη Δαγκλή (περ. που έπεσε στα
1827), ενός Σουλιώτη χέρια του Δημήτρη
που πολέμησε με τον Τζαμαλή στη μάχη
Καραϊσκάκη το 1823-4, της Αράχωβας. Ένα
στο Μεσολόγγι με τον ζεύγος οφιόσχημων
λόρδο Βύρωνα, και συμβόλων στις
το 1826 στη μάχη της δυο πλευρές της
Αράχωβας. προέκτασης στήριξης
της κάννης στο κοντάκι
προστατεύουν από το
κακό μάτι.
κάννες δεν ήταν ιταλικής κατασκευής. Το λεξικό του Nap[oli]»29. Τίποτε δεν διευκρινίζει τον τόπο παραγωγής. στον στρατηγό Ιωάννη
Μακρυγιάννη, με
Karadžić λέει ότι ο όρος paragon αναφέρεται στην κάννη, Η προέλευση του paragon παραμένει αβέβαιη, αλλά
οθωμανική επιγραφή
αλλά η χρήση της λέξης στα δημοτικά τραγούδια της η σπανιότητά του υποδηλώνει μικρό τόπο προέλευσης. στο κοντάκι. Το κοντάκι
εποχής δεν το υποστηρίζει. Ο πυροδοτικός μηχανισμός Η Petrović σημειώνει ότι υπάρχουν περίπου δέκα τέτοια φέρει ένθετο διάκοσμο
miquelet είναι μοναδικός στο σχήμα του, γνωστός και ως όπλα στο Στρατιωτικό Μουσείο του Βελιγραδίου και με δυο οφιόσχημες
«μηχανισμός boylia» (όπου boj σημαίνει «μάχη»). όλα αποκτήθηκαν από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ως τμήμα μορφές, όπως το 206.
Τα χρονολογημένα παραδείγματα που είδε ο της πρώην Γιουγκοσλαβίας.30 Υποστηρίζει ότι αυτά τα Η κάννη είναι τουρκική.
συγγραφέας προέρχονται όλα από τον 19ο αιώνα, και όπλα προέρχονται από τη Βοσνία, με βάση και «άλλα
η επιγραφή βρίσκεται σε όλα δίπλα στον πυροδοτικό χαρακτηριστικά της δουλειάς των Βόσνιων οπλουργών»,
μηχανισμό. Υπάρχουν δύο χρονολογημένα όπλα στο πιθανώς τις μικρές ρομβοειδείς πλάκες από φίλντισι στο
Μουσείο Μπενάκη: ένα με όνομα κατασκευαστή άνω ξυστό. Ωστόσο, αν αυτά χρησιμοποιούνταν εκεί
Seyyed Salih, κτήτορα Haji Kazizade Hasan Efendi και δίπλα, είναι παράξενο «το ότι το Ιστορικό Μουσείο του
χρονολογία 1246 έ.Ε. (1830-1 μ.Χ), και ένα με όνομα Ζάγκρεμπ δεν διαθέτει ούτε ένα paragun»31. Παρόμοιες
κατασκευαστή el Haji Ibrahim, κτήτορα Abdi Mustafa ψηφίδες από φίλντισι εμφανίζονται στα μακρύκαννα όπλα
και χρονολογία 1247 έ.Ε. (1831-2) (εικόνα 202). Ένα από τη βόρεια Αλβανία με το κοντάκι που καταλήγει
paragun στο Στρατιωτικό Μουσείο του Βελιγραδίου σε σχήμα ουράς ψαριού, τις ντάνσικες σε σχήμα Τ.
φέρει δίπλα στον πυροδοτικό μηχανισμό την επιγραφή Οι ρομβοειδείς ψηφίδες από φίλντισι φέρουν τελείες,
«Vlasnik… Mustapha effendija. Izradio Hadži Suleiman κύκλους και γραμμές, γεμισμένες με κόκκινο ή μαύρο, και
1261» («Ανήκει στον Mustapha Effendi. Κατασκευασμένο συναντώνται και στα džeferdar του 19ου αιώνα.
από τον Haji Suleiman 1261 έ.Ε. [1845 μ.Χ.]»)26. Ένα Η Petrović σημειώνει ότι στα μουσεία της Σόφιας
άλλο φέρει την κυριλλική επιγραφή: «Majstor Ivko υπάρχουν αρκετά paragun. Η Βουλγαρία είναι βέβαια
1847»27. Ο τελευταίος τεχνίτης χρησιμοποιούσε τη πιθανός τόπος παραγωγής τους. Η Petrović σημειώνει:
χριστιανική χρονολόγηση, ενώ οι άλλοι κατασκευαστές «Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την περιορισμένη ανάπτυξη
ήταν μουσουλμάνοι. Ένα μη χρονολογημένο paragun της οπλουργίας, όπως και τους ισχυρούς εμπορικούς
από τη Συλλογή Wallace έχει μια κάννη δύο τμημάτων, δεσμούς της με τη Βοσνία, κυρίως μέσω της πανήγυρης
έργο του Kaspar Zellner από το Salzburg και τη Βιέννη28 του Uzundžov, ίσως τα όπλα αυτά να εισάγονταν από
βαλκανικα maκρυκαννα οπλα
208 τη Βοσνία»32. Μόνο σε μια τέτοια «υπανάπτυκτη» πολεμιστές krdžalije, έφιπποι νομάδες που ζούσαν
Επάνω: Σισανές με περιοχή θα αναπτυσσόταν ένας πυροδοτικός μηχανισμός από τις επιδρομές και μίσθωναν τις υπηρεσίες τους σε
172
οκταγωνική κάννη
τόσο ανεπηρέαστος από τα ευρωπαϊκά ή τα συμβατικά όποιον έδινε τα περισσότερα. Ήταν διάσημοι για τα
από δαμασκηνό
μοντέλα τύπου miquelet˙ εξάλλου, ο δεσμός ανάμεσα στη χαρέμια τους από αιχμάλωτες σκλάβες, που ντυμένες
ατσάλι, τέλη 18ου
αιώνα. Η κάννη Βοσνία και τη Βουλγαρία διευκολύνει τη μεταφορά των άνδρες τους συνόδευαν στο πεδίο της μάχης, καθώς
φέρει ραβδώσεις 1:7, διακοσμητικών χαρακτηριστικών, όπως οι ψηφίδες από και για την πολυτέλεια των ρούχων τους από βελούδο
σμιλεμένο στόχαστρο φίλντισι. Το καλύτερο επιχείρημα υπέρ της βουλγαρικής και μετάξι, και για τα άλογά τους με τα χρυσά και
και χάλκινη ακίδα προέλευσης των όπλων έγκειται στη μοναδικότητα του ασημένια φάλαρα. Η krdžalinka ήταν ένα ιδιαίτερα
στόχευσης. πυροδοτικού μηχανισμού. Δεν φαίνεται να υπήρχε λόγος περίτεχνα διακοσμημένο όπλο από την πόλη Κιρτζαλί,
να εφεύρουν οι εκλεπτυσμένοι Βόσνιοι οπλουργοί έναν 100 χλμ. δυτικά της Αδριανούπολης. Δεν μπορούμε να
209
τέτοιο πρωτόγονο πυροδοτικό μηχανισμό και στη συνέχεια ταυτοποιήσουμε αυτό το όπλο, αν και ο όρος σήμερα
Επάνω: Τυπικός
σισανές με
να προσπαθήσουν να τον πουλήσουν στη Βουλγαρία. Οι περιγράφει τα επιχαλκωμένα όπλα. Το χρησιμοποιούσαν
οκταγωνική ραβδωτή οπλουργοί της επαρχίας κατασκεύαζαν φθηνές εκδοχές των οι χαϊντούκοι της Ανατολικής Ρωμυλίας, της σημερινής
κάννη από δαμασκηνό αστικών όπλων, και αν κάποιος ήθελε ένα καλό εμπορικό νότιας Βουλγαρίας, οι οποίοι απέκτησαν ισχύ με την
ατσάλι. Στο στόμιο όπλο για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα έφτιαχνε είτε κατάρρευση της επαρχιακής οθωμανικής εξουσίας τον
της κάννης και το ένα όπλο ευρωπαϊκού τύπου με οθωμανικό διάκοσμο είτε 18ο αιώνα. Οι ανεξάρτητοι ayans34 και πασάδες τούς
πίσω μέρος φέρει έναν παραδοσιακό οθωμανικό στρατιωτικό σισανέ, με τον προσλάμβαναν για να αντιστέκονται στην εξουσία της
διάκοσμο από χρυσά
συνήθη πυροδοτικό μηχανισμό, όπως έκαναν οι Βόσνιοι. αυτοκρατορίας. Πολλοί πολέμησαν κατά τον Αυστρο-
δαμασκηνά άνθη.
Όλο το ξύλινο μέρος
Αυτό το όπλο μάλλον προορίζεται για ειδική τοπική χρήση. τουρκικό πόλεμο του 1787-91 και αφού απολύθηκαν,
του όπλου φέρει Ο οθωμανικής επιρροής σχεδιασμός του, μια επιδίωξη πολλοί krdžalije υπηρέτησαν τον πασά του Βιδινίου
ένθετο διάκοσμο από μείωσης του βάρους και η προφανής προσπάθεια για Pasvan Oglu Osman (1758-1807). Ήταν τόσο πολλοί,
διάτρητες ασημένιες περικοπή του κόστους παραγωγής υποδηλώνουν ως τόπο που κρατούσαν ολόκληρες πόλεις σε ομηρία. Κατά τον
πλάκες και εκτεταμένο προέλευσης μια φτωχή, απομακρυσμένη περιοχή ‒ μάλλον πρώτο σέρβικο ξεσηκωμό, οι κιρτζαλήδες πολέμησαν και
διάκοσμο από ασήμι τη Βουλγαρία παρά τα ΒΔ Βαλκάνια. Η μεγάλη ποικιλία στις δύο πλευρές ως μισθοφόροι. Αυτοί οι πλιατσικολόγοι
και κόκαλο στο
στον διάκοσμο αυτών των όπλων δείχνει ότι μεταφέρονταν ηττήθηκαν από τους συνασπισμένους στρατούς Ρωσίας
κοντάκι.
από τους βασιβουζούκους ιδιοκτήτες τους στα Βαλκάνια, και Σερβίας στον ποταμό Malaynica το 1807 και
όπου ο τοπικός διάκοσμος προστίθετο στη βασική μορφή.33 διαλύθηκαν. Η λέξη krdžalije έφτασε να σημαίνει στα
Ένα άλλο όπλο από το λεξικό του Karadžić είναι τουρκικά τον συνοδό, κάποιους από τους «Αλβανούς»
η krdžalinka ή krdžalijanka. Το χρησιμοποιούσαν οι φρουρούς που συνόδευαν τους Οθωμανούς πασάδες
210
Σισανές από τη Βοσνία,
τέλη 18ου αιώνα, του
Νικολάου Πετιμεζά.
174
ξύλου, αναφορά στο βαρύ μονοκόμματο ξύλινο κοντάκι.
Η χρήση των περσικών όρων οπλουργίας από τους
Σλάβους οπλουργούς δείχνει τουλάχιστον εξοικείωση
με την Περσία – υπάρχουν και ενδείξεις βαλκανικών
εξαγωγών εκεί. Η πιθανότητα να εξάγονταν αυτά τα όπλα
από τα Βαλκάνια ενισχύεται από τα παραδείγματα στα
μουσεία της Κωνσταντινούπολης. Οι Πέρσες οφείλουν
πολλά στους Τούρκους για τη συμβολή τους στην
ανάπτυξη των πυροβόλων όπλων τους.
Για την κατασκευή των κοντακίων των όπλων των
γενίτσαρων χρησιμοποιούταν ξυλεία από τα δάση του Ada
Bazari στη ΒΔ Τουρκία. Στην Κριμαία, για την κατασκευή
των κοντακίων των όπλων χρησιμοποιούσαν ξυλεία από
τη Μολδαβία – ένα λεπτό, σκληρό ραβδωτό ξύλο (στα
τουρκικά sarma agagdzi).40 Ο διάκοσμός τους, με τη
με ραβδωτή κάννη. Η λειόκαννη εκδοχή ονομαζόταν μορφή ένθετων στοιχείων και μπρούντζινων καρφιών,
kaval. Οι ραβδωτές κάννες με πολλαπλές αυλακώσεις παρουσιάζει παραλλαγές, αλλά αποτελεί τον πιο αβέβαιο
στα βαλκανικά όπλα μάλλον αποτελούν απομίμηση οδηγό για τον τόπο κατασκευής.
του γερμανικού jaeger, καθώς οι ραβδωτές κάννες δεν Το Gabrovo (στη σημερινή Βουλγαρία) ήταν κατά τη
συνηθίζονταν αλλού κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα. διάρκεια του 18ου αιώνα σημαντική πόλη παραγωγής
Το Dupovci ειδικευόταν στην κατασκευή βαρέων όπλων, με περίπου 40 εργαστήρια στη συνοικία των
όπλων σταθερής στόχευσης με ραβδωτή κάννη (τα οπλουργών. Μια αναφορά από τα μέσα του 19ου αιώνα
dupovke), μια μεγαλύτερη εκδοχή του σισανέ για χρήση σχολιάζει τις κόκκινες φλόγες, το σφυροκόπημα και
στα οχυρά.38 Θυμίζουν τα περσικά και αφγανικά όπλα τις σπίθες που ξεπετάγονταν από τις ανοιχτές πόρτες
σταθερής στόχευσης, που σώζονται σε σημαντικές κάθε σπιτιού. Ο Ρώσος στρατηγός Liprandi έγραψε τον
ποσότητες, αλλά η προέλευσή τους είναι συνήθως 19ο αιώνα ότι «στο Gabrovo μπορεί κανείς να βρει τα
ασαφής.39 Ο σισανές αναφέρεται και ως tokmakli ή tomali περίφημα stuzers που αποκαλούνται σισανέδες, με τα
šešana. Η λέξη tokmak σημαίνει ένα μεγάλο κομμάτι οποία οι κάτοικοι του Deli Orman (στη ΒΑ Βουλγαρία)
213
Σισανές με μηχανισμό
πυροδότησης
πυρόλιθου από τον
Καύκασο. Υψηλής
ποιότητας κάννη από
δαμασκηνό ατσάλι,που
φέρει την επιγραφή
«Ο ιδιοκτήτης
Othman Agha».
Φέρει οθωμανική
κατασκευασμένο
στην Boka για κάποια
περιοχή με την οποία
διατηρούσε στενές
σχέσεις στα παράλια,
όπως η Χειμάρρα ή η
Πάργα /το Σούλι.
176
Ήταν διάδοχος του Αριστοτέλη στην Περιπατητική
σχολή και σώζονται δύο από τα σημαντικά βοτανολογικά
του έργα, Περί φυτικών ιστοριών και Φυτικών αιτίων.
Δίανθος σημαίνει «το Άνθος του Θεού», από το όνομα
του θεού Δία, και το άνθος. Από την κλασική ελληνική
λέξη καρυόφυλλον (karyophyllon), η λέξη πέρασε στα
αραβικά (qaranful) και από εκεί στο τουρκικό karanfil
(που σημαίνει επίσης μοσχοκάρφι, το οποίο έχει το ίδιο
σχήμα). Οι τουρκικές κάννες του 16ου και των αρχών
του 17ου αιώνα έχουν μεγάλα στόμια σε σχήμα αυγού,
που θυμίζουν το μπουμπούκι του γαρίφαλου. Ορισμένοι
προχωρούν ακόμη παραπέρα, προσθέτοντας εγχάρακτα ή
ένθετα μπρούντζινα γαρίφαλα στον διάκοσμο του όπλου,
όπως σε ένα δείγμα του Stibbert (εικόνα 214). Το άνθος
ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές ως διακοσμητικό μοτίβο στα
κεραμικά από το Isnik και σε υφάσματα του 16ου αιώνα.
του και ο όρος να υπήρχε πολύ πριν από τη γέννηση αυτού Οι ονομασίες των τουρκικών όπλων στα Βαλκάνια είναι
του ανθρώπου. Οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη συνήθως περιγραφικές, επομένως αυτή είναι η πιθανότερη
karanfil για να δηλώσουν το όπλο από τα τέλη του 16ου προέλευση της λέξης καριοφίλι, η οποία πέρασε από τα
αιώνα. Δεν θα μπορούσαν να έχουν δανειστεί τον όρο από τουρκικά στα ελληνικά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χρήση
την ελληνική λέξη καριοφίλι (kariophili), καθώς οι Έλληνες της λέξης αποτελούσε δείγμα του μαύρου χιούμορ των
είχαν αφοπλισθεί μετά την οθωμανική κατάκτηση. Στα στρατιωτικών της εποχής, παρόμοια με τη χρήση της λέξης
τουρκικά, karanfil σημαίνει επίσης γαρίφαλο, όπως και με zanbūrak ή zambūrak (αραβικά, τουρκικά και περσικά),
μικρές παραλλαγές στα αλβανικά και τα σερβοκροάτικα. κυριολεκτικά «μικρή μέλισσα», που αναφερόταν αρχικά σε
Το γαρίφαλο, Dianthus caryophyllus, είναι ενδημικό στη μια βαλλίστρα και στη συνέχεια σε ένα μικρό κανόνι, το
Μεσόγειο και αναφέρεται από τον Θεόφραστο (περ. 371 οποίο μεταφερόταν στην πλάτη μιας καμήλας, με το αστείο
- περ. 287 π.Χ.), φιλόσοφο από την Ερεσό της Λέσβου. να αφορά τον ήχο και το «τσίμπημα» του βλήματος.
216
Επάνω και κάτω:
Καριοφίλι με κάννη δύο
τμημάτων γαλλικού
στιλ. Το κοντάκι είναι
διακοσμημένο με
σεντέφι, σίδηρο και
Οι κάννες με το διογκωμένο στόμιο κατασκευάζονταν Αρβανίτικες κοινότητες υπήρχαν σε όλα τα Βαλκάνια,
μπρούντζο, και φέρει
στην Κωνσταντινούπολη, αλλά οι Ιταλοί αποκαλούσαν και τα βασικότερα κέντρα παραγωγής πυροβόλων
την επιγραφή «N 1802»
«alla Greca» εκείνες που εξάγονταν από την Brescia στα όπλων με σημαντικούς θύλακες αρβανίτικων πληθυσμών (λεπτομέρεια). Φέρει
τέλη του 17ου αιώνα. Γιατί οι Βενετσιάνοι τις συσχέτιζαν ήταν τα Prizren,47 Τέτοβο, Peja ή Peć, Djakova, Σκόδρα, την επιγραφή «A.M.»
με τους Έλληνες; Το όνομα μπορεί να αντικατοπτρίζει Ελβασάν, Μπεράτι, Δέλβινο και Dibra.48 Πυροδοτικοί στην κάννη και «C.M.»
στα ιταλικά ως «alla εκατό του πληθυσμού Έλληνες, αποτελούσε το κέντρο Τόσο οι Έλληνες όσο και οι Αλβανοί χρησιμοποιούσαν τις
Berbero» από τους της εξαιρετικής τέχνης επεξεργασίας του ασημιού και του λέξεις arnautka, Λαζαρίνα και δάνεια από την τουρκική
βορειοαφρικανούς χρυσού, για την οποία ήταν φημισμένη η Ήπειρος, αλλά γλώσσα. Ο Vuk Karadžić στο λεξικό του κάτω από το
Βέρβερους αγοραστές.
η δυνατότητα παραγωγής όπλων ήταν μέτρια, καθώς λήμμα «arnautka» λέει ότι πρόκειται για μακρύκαννα
αυτά εισάγονταν και διακοσμούνταν εκεί. Το ξύλινο όπλα. Ο George Finlay, παρών στην Επανάσταση του 1821,
218 μέρος του καριοφιλιού, που ήταν καλυμμένο με ένθετα αναφέρεται στα «μακρύκαννα αλβανικά όπλα»49.
Μακρύκαννο όπλο Οι σύγχρονοι συγγραφείς τα αναφέρουν ως «les longs fusils
φύλλα ασημιού ή μπρούντζου, παρέχει τον καλύτερο
με πυροδοτικό
178
οδηγό στις πολιτισμικές καταβολές, καθώς ο πυροδοτικός albanais» ή «langen Arnauten flinten» ή απλώς «Arnautka».
μηχανισμό miquelet
και ιταλική λεία κάννη
μηχανισμός και η κάννη εισάγονταν από την Ευρώπη, την Στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν
τριών τμημάτων. Το Brescia, την Αυστρο-Ουγγαρία, τη Γαλλία ή το Βέλγιο. τη λέξη καριοφίλι εναλλακτικά με τη δανεική από την
κοντάκι έχει στρώσεις
ελεφαντόδοντου και
ξύλου. Αυτός ο τύπος
όπλου κατασκευαζόταν
πιθανώς στο Prizren για
εξαγωγή στη βόρεια
Αφρική.
.
τουρκική «τουφέκι» (μακρύκαννο όπλο), και αυτοί οι όροι και εισάγονταν στην Αλβανία. Υπήρχε επίσης το kerraballiu 219
συσχετίζονται με μια ποικιλία από σχήματα κοντακίου. ή karavalliu, ένα όπλο χωρίς ραβδώσεις με μια ιδιαίτερα Μακρύκαννο όπλο με
ραβδωτή κάννη και
Το αλβανικό όπλο που είναι γνωστό στη Σερβία ως tančica, μακριά, ελαφριά κάννη από 1,20 έως 1,50 μ., που πήρε το
πυροδοτικό μηχανισμό
έχει κοντάκι σε σχήμα Τ50. Μια παλαιότερη ονομασία ήταν όνομά του από το kerrabe, την γκλίτσα του βοσκού. Η λέξη miquelet. Πιθανώς
Datsika.51 σημαίνει ακόμη και καμπύλο κομμάτι ξύλου. Η ομοιότητα κατασκευασμένο στο
220
Αλβανικό μακρύκαννο τα Βαλκάνια.
όπλο με μηχανισμό Ο υποκόπανος, που
πυροδότησης miquelet. φέρει λωρίδες από
Κάννη εξαγωγής ελεφαντόδοντο ή
από την Brescia με κόκαλο, προσομοιάζει
χαρακτηριστικό με τα όπλα που
ένθετο αργυρό χρησιμοποιούσαν οι
διάκοσμο με μεγάλα μαροκινές φυλές του
αραβουργήματα από 18ου-19ου αιώνα.
βαλκανικα maκρυκαννα οπλα
221 αλλά πιθανότατα ο τύπος tosca σχετίζεται περισσότερο μια τοπική παραλλαγή της λέξης talijanke («από την
Δαλματικό όπλο με με ένα συγκεκριμένο τοπικό σχέδιο παρά με τις πολλές Ιταλία»), επειδή το σχέδιο προερχόταν από την Ιταλία ή η
κοντάκι ιταλικού
τοπικές διακοσμητικές παραλλαγές, που εμφανίζονται στο κάννη και ο μηχανισμός της σκανδάλης τους ήταν ιταλικά.
στιλ, με ένθετο
σύνολο της παραγωγής αυτού του τύπου όπλου. Το ίδιο φαινόμενο μεταφοράς μπορεί να δει κανείς και
διάκοσμο από σεντέφι,
αντίγραφο džeferdar.
Υπάρχει ένα καριοφίλι με ένα ιδιαίτερο κοντάκι, αλλού στην Εγγύς Ανατολή. Η γαλλική λέξη carabine
180
στο συνηθισμένο ευρωπαϊκό / ελληνικό σχήμα, αλλά μεταφέρεται στα αραβικά και τα περσικά ως qarābin. Ο
κατασκευασμένο από στρώσεις ελεφαντοστού και ξύλου. Evliyā Çelebi χρησιμοποιεί τη λέξη qarabina / garabina και
Αυτή η τεχνική κατασκευής κοντακίου είναι γνωστή από στα τέλη του 18ου αιώνα στη Βοσνία υπάρχουν αναφορές
τα όπλα των μαροκινών φυλών, τα οποία ίσως αντέγραψαν στο mali garubin ή μικρή καραμπίνα. Ο Ćurčić ανάγει τον
οι Βαλκάνιοι στρατιώτες που υπηρετούσαν εκεί, ή αυτά τα όρο στο ιταλικό carabina, «Sorta d’archibugio ad uso de’
όπλα ίσως κατασκευάζονταν στα Βαλκάνια και εξάγονταν soldati a cavallo» («είδος αρκεβούζιου για έφιππη χρήση»),
στη βόρεια Αφρική. Ένα δείγμα πέρασε στα χέρια των αντιστοιχίζοντας τη λέξη karabin στον κατάλογο των
βρετανικών στρατευμάτων κατά την εκστρατεία του 1801 όπλων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης σε δύο κοντόκαννα, με
στην Αίγυπτο53, ενώ εμφανίζονται συχνά και σε ζωγραφικές ολόκληρο ξύλινο κοντάκι blunderbusses με πυροδοτικό
απεικονίσεις της Επανάστασης του 1821. μηχανισμό πυρόλιθου, με ιταλική εμφάνιση.54 Κατά
Ο πυροδοτικός μηχανισμός του καριοφιλιού τη βασιλεία του Όθωνα, οι Έλληνες λογχοφόροι
μετατράπηκε από τον μηχανισμό πυρόλιθου, σε μηχανισμό χρησιμοποιούσαν γαλλικά Mousquetons de cavalrie 1822,
καψυλίου, και από το 1868 περίπου σε μηχανισμό Berdan τα οποία αποκαλούσαν κοντοντούφεκα.55
με μάνδαλο, γεγονός που αποδεικνύει τη μακρόχρονη Στην Ελλάδα «νταλιάνι» λέγεται μια καραμπίνα με
χρήση αυτών των δημοφιλών όπλων. Ένα καριοφίλι (407) ραβδωτή κάννη, την οποία χρησιμοποιούσε το ελληνικό
που ανήκε κάποτε στο Υδριώτη πρόκριτο Γιακουμάκη ιππικό κατά την Επανάσταση του 1821, με μήκος περίπου
Τομπάζη (1782-1829), και το οποίο μετατράπηκε στο ένα μέτρο, αλλά από κάθε άλλη άποψη με την εμφάνιση
σύστημα Berdan, φέρει στο κάτω μέρος του κοντακίου ενός μικρού καριοφιλιού. Ένα δειγμα με μήκος 97 εκ., που
του το όνομα ενός Έλληνα οπλοποιού: «Αντώ. Γεωρ. υπάρχει στη Συλλογή Αβέρωφ στο Μέτσοβο (αριθ. 249)
οπλοποιός, Αδριανούπολη 8 Ιανουαρίου 1878» και στον ανήκε στον Θεόδωρο Γρίβα. Η λέξη νταλιάνι σημαίνει
μηχανισμό της σκανδάλης «P.K. 33912/1876 AB VIIII». «από την Ιταλία» και αναφέρεται στην προέλευση των
Η κάννη χρονολογείται από την περίοδο της μετατροπής. πρώτων από αυτές τις καραμπίνες, το σχέδιο και την
Πολλοί τύποι όπλων σε όλα τα Βαλκάνια έπαιρναν ονομασία των οποίων αντέγραψαν οι Έλληνες. Το ίδιο
την ονομασία τους από την Ιταλία, υπογραμμίζοντας την όπλο αποκαλείται dalianka στα βόρεια Βαλκάνια. Το
κυριαρχία της ιταλικής οπλοποιίας. Ο Εvliyā Çelebi κατά όνομα νταλιάνι στην Ελλάδα αναφερόταν σίγουρα σε
τον 17ο αιώνα αναφέρεται στο νταλιάνι, ένα μεγάλο αυτό τον τύπο καραμπίνας, αλλά υπήρχε με το ίδιο όνομα
όπλο. Η Petrović λέει ότι τα μακρύκαννα όπλα που και ένας Έλληνας του άτακτου ιππικού, ο Χατζημιχάλης
κατασκευάζονταν στην Dibra αποκαλούνταν dalijanke, Νταλιάνης, ο οποίος πολέμησε στην Κρήτη το 1828 και,
222
Στρατιωτικό όπλο με διακοσμημένη με ασήμι
μηχανισμό miquelet για σε σχέδιο κόμπου, είναι
χρήση από το σώμα οθωμανικού τύπου και
των Pandour, στα το στόμιο της κάννης
μέσα του 18ου αιώνα. ακολουθεί το σύνηθες
Συνδυάζει αυστριακές τουρκικό σχήμα του
και οθωμανικές 17ου αιώνα.
λεπτομέρειες. Η κάννη,
σύμφωνα με έναν απόγονό του, εισήγε καραμπίνες από 19ου αιώνα του Μάρκου Μπότσαρη.58 Αργότερα ο όρος
την Ιταλία. «σφήκα» έγινε δημοφιλής ονομασία για το μακρύκαννο
Υπάρχουν άλλες ονομασίες όπλων, των οποίων η όπλο με πυροδοτικό μηχανισμό καψυλίου. Ο Ćurčić
προέλευση και η εμφάνιση δεν μπορούν να ερμηνευθούν αναφέρεται σε ένα όπλο, το οποίο αποκαλείται granalije,
τόσο εύκολα. Ο Evliyā Çelebi αναφέρεται στο badaluçqa ονομασία με αναφορά στον διάκοσμό του, τη strukača
ως ένα τύπο όπλου.56 Στα μπολιάρικα, μια διάλεκτο του που μοιάζει με το džeferdar, μόνο που είναι αρκετά μικρή
ελληνικού υπόκοσμου, που χρησιμοποιούσαν οι επαίτες, για να φοριέται στη ζώνη˙ την katunača, ένα όπλο που
τσαρμαλίδι σήμαινε όπλο.57 Το Çifteja (πληθ. Çiften) στα χρησιμοποιούσαν οι βοσκοί κατά των λύκων και την
αλβανικά είναι ένα δίκαννο όπλο. Ένα εμπροσθογεμές ćošalija.59 Δύο σύγχρονοι Έλληνες ιστορικοί παραδίδουν
όπλο στη διάλεκτο της Ανθούσας, βόρεια της Πάργας, τον όρο «σαρμάς» για ένα όπλο με κάννη από δαμασκηνό
ήταν η σφήκα, σύμφωνα με το Λεξικό των αρχών του ατσάλι, και «φιδιάς» για «μια λεπτότερη εκδοχή του