You are on page 1of 10

UNIVERSITY OF TIRANA

SCHOOL OF FOREIGN LANGUAGES


DEPARTMENT OF SLAVIC AND BALKAN LANGUAGES

UNIVERSITY OF IOANNINA

2nd INTERNATIONAL SCIENTIFIC CONFERENCE


KONFERENCA II SHKENCORE NDËRKOMBËTARE

DIALOGUE BETWEEN BALKAN


LANGUAGES, CULTURES AND
CIVILISATIONS
DIALOGU MIDIS GJUHËVE,
KULTURAVE DHE
QYTETËRIMEVE BALLKANIKE
Tirana, 20 September 2013
Tiranë, 20 shtator 2013

Proceedings
Aktet

Tiranë 2014
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΥ
Πανεπιστήμιο Τιράνων
Σχολή Ξένων Γλωσσών
Τμήμα Σλαβικών και Βαλκανικών Γλωσσών

ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ:


Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΤΑΣΣΟΜΕΝΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ

NDJENJA GJUHËSORE DHE REALITETI GJUHËSOR:


RASTI I NYJËS SË PËRPARME TË SHQIPES

PËRMBLEDHJE

Ndjenja gjuhësore është gjykimi i folësve për gjuhën (Chomsky 1965, Crystal 2000,
Devitt 2006). Është përdorimi empirik i gjuhës, por edhe analiza që i bëhet sistemit
të saj në bazë të kësaj përvoje. Si rregull, ndjenja gjuhësore përkon me realitetin
gjuhësor. Por disa herë nuk përkon. Raste mospërkimi mund të sillen nga të gjitha
nivelet e studimit të gjuhës shqipe, greke etj. (fonetikë, drejtshkrim, gramatikë,
leksik, fjalëformim). Disa herë ndjenja gjuhësore mund të funksionojë negativisht
edhe tek analiza gjuhësore e gjuhëtarit. Një rast tipik paraqet nyja e përparme e
shqipes, e cila interpretohet më së shumti si pjesë përbërëse e emrave, mbiemrave,
përemrave, numërorëve. Përdorimi i saj i vazhdueshëm si fjalë proklitike ka
përforcuar gramatikalizimin e frazës me të cilën përdoret, por nuk ka çuar në
shkrirjen me të, meqenëse nyja e ka ruajtur autonominë e vet, për shkak të
ndryshueshmërisë (Lehmann 1985). Nyja e përparme është një element i jashtëm,
që i paravendoset emrit ose përcaktorëve të tjerë (mbiemrit, përemrit, numërorit),
dhe jo pjesë e strukturës së tyre. Për këtë arsye mohojmë kategorikisht ekzistencën e
një rase dhanore në shqip. Mohojmë gjithashtu edhe të ashtuquajturin “lakim në
ballë të fjalës” (Demiraj 1986) meqenëse nyja e përparme nuk është pjesë e
strukturës morfologjike të përcaktorëve.

Λέξεις κλειδιά: Γλωσσικό αίσθημα, γλωσσική πραγματικότητα, προτασσόμενο


άρθρο, κλιτικά, γενική αλβανικής, δοτική αλβανικής, έναρθρα επίθετα αλβανικής.

Το γλωσσικό αίσθημα (linguistic intuition) σύμφωνα με έναν γενικό ορισμό είναι η


κρίση των ομιλητών για τη γλώσσα (Crystal 2000, 110), ιδίως για την γλωσσική
πλήρωση (Chomsky 1965), και όχι η γλωσσική πλήρωση καθεαυτή (Devitt
2006:482). Είναι, με άλλα λόγια, η γραμματική γνώση που προέρχεται από την
φυσική χρήση της γλώσσας, ο γραμματικός κανόνας που δεν διατυπώνεται ρητά,
πλην όμως εκδηλώνεται με επιλογές που βασίζονται σε ανάλογες χρήσεις
προηγούμενων παρόμοιων επικοινωνιακών περιστάσεων. Είναι το σύνολο των
παραδειγματικών και συνταγματικών σχέσεων που αναγνωρίζουν οι ομιλητές της
γλώσσας, το «παιχνίδι» που εκείνοι παίζουν με τη γλώσσα τους. Δηλωτικό

[41]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΥ

παράδειγμα αποτελούν τα λογοπαίγνια, και γενικώς η λογοτεχνική δημιουργία,


προπαντός η ποίηση που βασίζεται στην αισθητική της γλώσσας.
Εκτός από αυθόρμητη, εμπειρική χρήση της γλώσσας, το γλωσσικό αίσθημα
είναι επίσης μια ανάλυση που γίνεται στο γλωσσικό σύστημα βάσει αυτής της
εμπειρίας. Όταν πρόκειται για τους φυσικούς ομιλητές της γλώσσας, τότε το
γλωσσικό αίσθημα είναι σημαντικός παράγοντας γλωσσικής ανάλυσης. Αυτό
σημαίνει ότι κατά κανόνα το γλωσσικό αίσθημα συμπίπτει με την γλωσσική
πραγματικότητα. Μερικές φορές όμως δεν συμπίπτει. Δεν είναι δηλαδή πάντα
σωστός ο συλλογισμός ότι «εφόσον το γλωσσικό αίσθημα παράγεται από τους
γλωσσικούς νόμους πρέπει πάντα να ισχύει» καθώς τα στοιχεία του μεν και του δε
όχι πάντα συμφωνούν (Devitt 2006:288). Αυτό συμβαίνει επειδή μεμονωμένα
άτομα ή ομάδες ομιλητών δεν εκδηλώνουν πάντα την ίδια γλωσσική συμπεριφορά
και δεν ερμηνεύουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το γλωσσικό σύστημα.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της γραφής / ορθογραφίας, η οποία απο-
τελεί τον τρόπο με τον οποίο η γλωσσική κοινότητα γενικά και τα μέλη της
ειδικότερα ερμηνεύουν τη γλώσσα αναλύοντάς την σε «λόγια» ή «λέξεις». Η ίδια η
έννοια της λέξης δεν είναι αυστηρά γλωσσολογική, επειδή δεν εμπίπτει απο-
κλειστικά σε κανένα επίπεδο γλωσσικής ανάλυσης. Οι έννοιες «φωνητική λέξη»,
«μορφολογική λέξη», «συντακτική λέξη» αποτελούν ένδειξη αυτής της
ταυτοποιητικής ανεπάρκειας. Η συνεχόμενη γραφή είναι μια απόδειξη ότι στο
γλωσσικό αίσθημα των αρχαίων φιλολόγων ο λόγος αντιλαμβανόταν ως μια ενιαία
επικοινωνιακή πράξη σε ένα μοναδικό σημασιολογικό επικοινωνιακό άπαξ. Σήμερα
η διαφορετική λεξική κατάτμηση ίδιων φωνητικών εκφορών είναι απόδειξη της
διαφορετικής ερμηνείας που τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας κάνουν στα αυτά
στοιχεία της κοινής γλώσσας. Π.χ. εξ άλλου και εξάλλου, γι’ αυτό και γιαυτό, εν
τούτοις και εντούτοις, εν τω μεταξύ και εντωμεταξύ κ.ο.κ.
Την ίδια ερμηνεία έχουν και τα ορθογραφικά λάθη που γίνονται από τους
χρήστες της γλώσσας ή ακόμη και οι ορθογραφικές αμφιτυπίες. Πβ. λ.χ. αλβ. çdo
και xhudo «κάθε», zhvesh και çvesh «γδύνω, ξεφλουδίζω» (όπου οι πρώτοι τύποι
είναι σωστοί και οι δεύτεροι ανορθόγραφοι), αυγό και αβγό, αυτί και αφτί.
Γλωσσικό αίσθημα παρατηρείται και στη φωνητική. Χαρακτηριστική
περίπτωση είναι η ερμηνεία φωνημάτων σύμφωνα με το πρότυπο μιας άλλης γλώσ-
σας. Υπάρχει ένας βασικός κατάλογος φωνημάτων που είναι κοινός σε πολλές
γλώσσες. Π.χ. τα φωνήματα /a/, /e/, /o/, /i/, /u/ είναι απαντούν σε όλες σχεδόν τις
γλώσσες. Άλλα φωνήματα όπως /ü/, /ǝ/, /æ/, /ö/ απαντούν μόνο σε μερικές, όπως
στην αλβανική, την αγγλική, γερμανική. Στην μετάβαση από τη μία γλώσσα στην
άλλη ένα λεξικό δάνειο προφέρεται με τα φωνήματα της γλώσσας άφιξης που
ταιριάζουν περισσότερο στα φωνήματα της γλώσσας αφετηρίας. Τι γίνεται όμως
στην περίπτωση όπου η γλώσσα υποδοχής δεν διαθέτει ορισμένα φωνήματα που να
συμπίπτουν φωνητικά με φωνήματα της δανείστριας γλώσσας; Θα ερμηνευθούν
σύμφωνα με το γλωσσικό αίσθημα της γλώσσας υποδοχής. Έτσι το μέσο φωνήεν
[ǝ] της αλβανικής ένας Έλληνας θα το ερμηνεύσει ως αλλόφωνο του /a/, το πρόσθιο
χειλικό [ü] θα το ερμηνεύσει ως αλλόφωνο του οπίσθιου /u/, ενώ το ελληνικό
τριβόμενο υπερωϊκό [γ] ο Αλβανός ομιλητής θα το ερμηνεύσει ως στιγμιαίο
υπερωϊκό /g/, τα τριβόμενα [x], [j], [ç] ως στιγμιαία /k/, /ɟ/, /c/. To αγγλικό,
ελληνικό ή αλβανικό [θ] ένας Ρώσος θα το ερμηνεύσει ως /f/, ένας Ουκρανός ως

[42]
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

/s/, ενώ ένας Βούλγαρος ως /t/, θα πουν δηλαδή αντίστοιχα Fenk you! Senk you!
Tenk you! «Thank you!», [felo], [selo], [telo] «θέλω». Το γλωσσιδικό [h] στα
ρώσικα ερμηνεύεται ως υπερωϊκό /g/, π.χ. Homer, ρωσ. Гомер [go΄mer].
Η παρέμβαση της παρετυμολογίας (Devitt 2006: 497), η οποία καθίσταται το
σημείο συνάντησης του τυχαίου, του αναιτιολόγητου, ενός αδικαιολόγητου παρα-
δειγματικού στοιχείου με ένα αιτιολογημένο, διαπιστώνεται και στη διαφορετική
κατάτμηση των συστατικών στοιχείων του συντάγματος (πβ. μερικές λέξεις από τα
ελληνικά ιδιώματα της Αλβανίας: Νάρτα αντί Άρτα, Ναβαρίτσα αντί Αβαρίτσα,
νισάδα αντί ισάδα κ.ά.).
Μερικές άλλες φορές οι σχέσεις που αναπτύσσει ένα ξένο στοιχείο στη
γλώσσα υποδοχής ερμηνεύεται με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στη γλώσσα
αφετηρίας. Π.χ. τα παραγωγικά στοιχεία της ελληνικής σε άλλες γλώσσες, όπως
λ.χ. στην αγγλική, δεν αναπτύσσουν την ίδια παραδειγματική σχέση όπως στην
ελληνική. Κάποια στοιχεία που στην ελληνική ερμηνεύονται ως παραγωγικά
θέματα στην αγγλική συμπεριφέρονται ως προθήματα. Αυτή η συγκυρία μπορεί να
επηρεάσει ακόμα και την γλωσσική ερμηνεία γλωσσολόγων. Μπορούμε να
αναφέρουμε εδώ για παράδειγμα έγκυρες γραμματικές (βλ. Holton, Mackridge,
Philippaki-Warburton 1999: 184, 185, στην οποία τα αυτο-, παν-, παρα-
ερμηνεύονται ως α΄ συνθετικό θέμα, ενώ στο Clairis, Babiniotis et al. 2005: 80, 81,
τα αυτο-, παν-, παρα-, υδατο- ερμηνεύονται ως προθήματα).
Ειδική περίπτωση αποτελεί η ασυμφωνία γλωσσικού αισθήματος και γλωσ-
σικής πραγματικότητας εντός της ίδιας γλώσσας και για το ίδιο στοιχείο. Ως χαρα-
κτηριστικότερο παράδειγμα αναφέρουμε τα προτασσόμενα άρθρα της αλβανικής
γλώσσας, τα οποία πραγματευόμαστε εκτενέστερα στη συνέχεια.
Όπως είναι γνωστό, η αλβανική διαθέτει δύο ειδών άρθρα: τα επιθηματικά
(nyjat e prapme) και τα προτασσόμενα (nyjat e përparme). Όσον αφορά τη
λειτουργία τους, τα επιθηματικά άρθρα αντιστοιχούν στα οριστικά της ελληνικής
και άλλων γνωστών γλωσσών. Όσον αφορά δε τη δομή τους, συμπεριφέρονται ως
καταλήξεις. Είναι ενσωματωμένα στης λέξη και δηλώνουν, εκτός της
οριστικότητας, γένος, αριθμό και πτώση. Τα προτασσόμενα άρθρα, εξαιρούμενων
μερικών περιπτώσεων κτητικών αντωνυμιών α΄ και β΄ προσώπου (im, tim, ime,
sime, time «μου», tanë «μας», yt, tënd «σου», juaj, tuaj, suaj «σας», jote, sate, tënde
«σου», jonë, sonë, tonë, tona «μας»), δεν είναι ενσωματωμένα στον κορμό της
λέξης.
Τα προβλήματα που σχετίζονται με το λεγόμενο «προτασσόμενο άρθρο»
αποτελούν το «γόρδιο δεσμό» της αλβανικής γλώσσας.
Αντικείμενο της ανακοίνωσής μας θα είναι μόνο το «προτασσόμενο» άρθρο
και ειδικότερα ο ρόλος του στο πλαίσιο της ονοματικής φράσης. Όπως θα ήταν φυ-
σικό, με τόσα συσσωρευμένα προβλήματα, δεν μπορεί να υπάρχει «Δαμόκλειος
σπάθη» για τη λύση τους. Γι’ αυτό, λοιπόν, θα αρκεστούμε να κάνουμε μερικές
επισημάνσεις και να διατυπώσουμε ορισμένα ερωτήματα, τα οποία κατά τη γνώμη
μας, θέτουν υπό αμφισβήτηση τις επικρατούσες αντιλήψεις που υπάρχουν σχετικά
με το προτασσόμενο άρθρο της αλβανικής.

Το προτασσόμενο άρθρο χρησιμοποιείται ανάμεσα σε έναν προσδιοριζόμενο


και έναν προσδιορίζοντα όρο. Βρισκόμενο σε αυτή τη θέση, αναπτύσσει με τους

[43]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΥ

δύο όρους τέτοιες σχέσεις που το φέρουν χαρακτηριζόμενο διττώς: ως κεντρομόλο


και ως κεντρόφυγες. Κεντρομόλο, επειδή συνδέεται στενότερα με τον
προσδιορίζοντα όρο και καλύπτει μια δομική ανεπάρκεια που τον χαρακτηρίζει.
Κεντρόφυγες, επειδή επαναλαμβάνει τις ίδιες γραμματικές κατηγορίες του
προσδιοριζόμενου όρου, ήτοι της κεφαλής της ονοματικής φράσης.
Η επικρατούσα μέχρι σήμερα θέση είναι ότι το «προτασσόμενο» άρθρο είναι
μέρος της δομής της λέξης που έπεται. Όλες οι γραμματικές της αλβανικής
περιγράφουν ένα κλιτικό σύστημα πέντε πτώσεων, όπου γενική και δοτική
διαφέρουν μεταξύ τους μόνο όσον αφορά την παρουσία του προτασσόμενου
άρθρου στη γενική. Από την άλλη πλευρά είναι πασιφανές ότι επίθετο χωρίς άρθρο,
για το γενικότερο γλωσσικό αίσθημα των ομιλητών, είναι δύσκολο να αντιληφθεί.
Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τις αντωνυμίες και τα αριθμητικά, που ακολουθούν
την ίδια γραμματική συμπεριφορά με τα επίθετα1. Χωρίς την παρουσία του
«προτασσόμενου» άρθρου δημιουργείται ένα, ούτως ειπείν, δομικό κενό. Αισθητή
είναι η ανάγκη συνεμφάνισης του «προτασσόμενου» άρθρου προπαντός στα
επίθετα, ενώ τα ουσιαστικά συγκροτούν μια κάπως χαλαρότερη σχέση με τα άρθρα.
Πβ.

qeni i mikut «ο σκύλος του φίλου»


ΟΝΕΝ. ΟΝΟΜ. ΟΡΙΣΤ. ΑΡΣ. + ΑΡΘΡΟΟΝΟΜ. ΕΝ. ΑΡΣ. + ΟΝ.ΓΕΝ. ΕΝ. ΟΡΙΣΤ. ΑΡΣ.
και
qeni i madh «ο μεγάλος σκύλος».
ΟΝΕΝ. ΟΝΟΜ. ΟΡΙΣΤ. ΑΡΣ. + ΑΡΘΡΟ ΟΝΟΜ. ΕΝ. ΑΡΣ. + ΕΠΙΘ.ΟΝΟΜ. ΕΝ. ΑΡΣ.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη σχέση μεταξύ του άρθρου και του προσδιορίζο-
ντα όρου, εύλογα προκύπτει ένα πολύ σοβαρό ερώτημα: Πώς μπορεί να είναι μέρος
της δομής ενός πτωτικού τύπου ένα μεταβαλλόμενο στοιχείο; Πώς δηλαδή μπορεί
να είναι μέρος της δομής του μορφολογικού τύπου της γενικής πτώσης ένα στοιχείο
που αποδεδειγμένα μπορεί να ανήκει στην ονομαστική, στην γενική ή στην
αιτιατική πτώση; Στην αμφισβήτηση αυτή που εξέφρασε προ πολλού ο U. Jarnik
(Çabej 1973:58), δεν δόθηκε δυστυχώς η δέουσα σημασία.
Στις αλβανικές γραμματικές περιγράφεται η ύπαρξη δύο δομικών τύπων
επιθέτων: έναρθρων και άναρθρων. Ένα άλλο ερώτημα που προκύπτει απ’ αυτή την
περιγραφή είναι: Πώς δικαιολογείται η ύπαρξη δυο διαφορετικών τύπων επιθέτων;
Μέχρι σήμερα καμία απάντηση δεν έχει δοθεί.
Η αποδοχή έναρθρων και άναρθρων επιθέτων έδωσε αφορμή στην παρόμοια
θεώρηση των κτητικών αντωνυμιών α΄ και β΄ προσώπου, όπου υπάρχει αμάλγαμα
του άρθρου με την αντωνυμία, εξ αιτίας της μεγάλης συχνότητας χρήσης τους.
Φωνητικά προκύπτει μια λέξη, αλλά και γραπτά εξαφανίζονται τα όρια μεταξύ
άρθρου και αντωνυμίας. Δημιουργείται η εντύπωση ότι η κλίση των αντωνυμιών
τελείται σε αρκτική θέση. Εάν αλήθευε κάτι τέτοιο, θα αποτελούσε φαινόμενο sui
generis. Με αυτόν τον τρόπο βλέπει τα πράγματα ο Sh. Demiraj (1986:157), ο
οποίος έχει διατυπώσει τη θέση ότι στην Αλβανική αναπτύχθηκε ένα είδος κλίσης

1
Στη συνέχεια όταν θα αναφερόμαστε μόνο στο επίθετο και θα υπονοούμε επίσης τις
αντωνυμίες και τα αριθμητικά που εκδηλώνουν τα ίδια γραμματικά χαρακτηριστικά.

[44]
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

στην αρχή της λέξης. Μέχρι σήμερα ούτε αυτό το συμπέρασμα αμφισβητήθηκε. Το
ερώτημα που τίθεται στην προκειμένη περίπτωση είναι: Γιατί και υπό ποιες
συνθήκες αναπτύχθηκε μόνο στην Αλβανική μια sui generis κλίση σε αρκτική
θέση; Προσωπικά θα έθετα και ένα άλλο ερώτημα: Υπάρχει πράγματι κλίση σε
αρκτική θέση;

Ως αφετηρία όλων αυτών των προβλημάτων βλέπουμε το λεγόμενο


«προτασσόμενο» άρθρο. Η δε λύση τους εξαρτάται από την ορθή θεώρηση των
σχέσεων που το άρθρο αναπτύσσει με τον προσδιοριζόμενο και προσδιορίζοντα
όρο, προπαντός με το δεύτερο. Με άλλα λόγια, το λεγόμενο «προτασσόμενο»
άρθρο είναι πράγματι μέρος της δομής της λέξης ή είναι ένα ξεχωριστό λεκτικό
στοιχείο; Επί πλέον, το δομικό κενό που δημιουργείται σχετίζεται με τη μορφολο-
γία της λέξης ή με τη σύνταξη της φράσης;
Η απάντηση των ερωτημάτων αυτών πιστεύουμε ότι οδηγεί στην αποκάλυψη
της γλωσσικής αλήθειας.
Για μεθοδικούς σκοπούς θα υποθέσουμε ότι το λεγόμενο «προτασσόμενο»
άρθρο συμμετέχει στη σχέση της προηγούμενης και της επόμενης λέξης ως ξεχωρι-
στό στοιχείο. Επειδή το θεωρούμε ξεχωριστό στοιχείο, δεν θα αποκαλέσουμε πια το
άρθρο ως «προτασσόμενο».
Ας παρατηρήσουμε όμως, μέσω μερικών μεθοδικών παραδειγμάτων, τη
συμπεριφορά των στοιχείων της ονοματικής φράσης (ονοματικού συνόλου), όπου
μεσολαβεί το άρθρο:

qeni i shtëpisë qeni i bukur qeni i tij / saj /tyre qeni i katërt
ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ +ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΑΡΣ+ΟΝΓΕΝ.ΟΡ. ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ
ΕΝ.ΘΗΛ.. +ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΑΡΣ+ΕΠ.ΕΝ.(…). +ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΑΡΣ+ΑΝΤΩΝ.(….). +ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΑΡΣ+ΑΡΙΘΜ.(….).
ο σκύλος του σπιτιού ο ωραίος σκύλος ο σκύλος του/της/τους ο τέταρτος σκύλος
macja e shtëpisë macja e bukur macja e tij / saj /tyre macja e tretë
ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ.+ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΘΗΛ. +ΟΝΓΕΝ. ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ.+ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΘΗΛ. ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ.+ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΘΗΛ.+ ΟΝΟΝ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ.+ΑΡΘ.ΟΝ.ΕΝ.ΘΗΛ.+
ΟΡ. ΕΝ.ΘΗΛ. + ΕΠ.ΕΝ.(…). ΑΝΤΩΝ.(…). ΑΡΙΘΜ.(…).
η γάτα του σπιτιού η ωραία γάτα η γάτα του/της/τους η τρίτη γάτα
qenin e shtëpisë qenin e bukur qenin e tij / saj /tyre qenin e katërt
ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ +ΑΡΘ. ΑΙΤ.ΕΝ.ΑΡΣ+ ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ +ΑΡΘ. ΑΙΤ.ΕΝ.ΑΡΣ+ ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΑΡΣ +ΑΡΘ. ΑΙΤ.ΕΝ.ΑΡΣ+
+ΑΡΘ.ΑΙΤ.ΕΝ.ΑΡΣ+ΟΝΓΕΝ.ΟΡ. ΕΝ.ΘΗΛ.. ΕΠ.ΕΝ.(…). ΑΝΤΩΝ.ΕΝ.(…). ΑΡΙΘΜ.ΕΝ.(…).
τον σκύλο του σπιτιού ο ωραίος σκύλος τον σκύλο του/της/τους τον τέταρτο σκύλος
macen e shtëpisë macen e bukur macen e tij / saj /tyre macen e tretë
ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ +ΑΡΘ.ΑΙΤ.ΕΝ..ΘΗΛ ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ +ΑΡΘ.ΑΙΤ.ΕΝ..ΘΗΛ ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ +ΑΡΘ.ΑΙΤ.ΕΝ..ΘΗΛ + ΟΝΑΙΤ.ΟΡ.ΕΝ.ΘΗΛ +ΑΡΘ.ΑΙΤ.ΕΝ..ΘΗΛ +
+ΟΝΓΕΝ.ΟΡ. ΕΝ.ΘΗΛ.. + ΕΠ.ΕΝ.(…). ΑΝΤΩΝ.ΕΝ.(…). ΑΡΙΘΜ.ΕΝ.(…).
τη γάτα του σπιτιού την ωραία γάτα τη γάτα του/της/τους την τρίτη γάτα

Αυτό που προκύπτει από μια γενικότερη παρατήρηση των δομών είναι ότι,
από όλα τα συμμετέχοντα στοιχεία, μόνο το ουσιαστικό μπορεί να αλλάζει θέση
εμφανιζόμενο και ως όρος άξονας. Το επίθετο δεν μπορεί να εμφανίζεται στη θέση
του προσδιοριζόμενου όρου. Όμως, μαζί με το επίθετο, δεν αλλάζει θέση ούτε το
άρθρο. Επόμενο είναι αυτή η σταθερή και επαναλαμβανόμενη χρήση να επηρεάσει
τους ομιλητές, τείνοντας να γραμματικοποιηθεί (Lehmann 1985). Όσο συχνότερη
είναι η χρήση, τόσο δυνατότερη είναι τάση γραμματικοποίησης. Κάτι τέτοιο
παρατηρείται στις κτητικές αντωνυμίες, που αποτελούν κλειστό κατάλογο και όπου
συνέπειες της συχνής χρήσης έχουν οδηγήσει στην αμαλγαμοποίηση.

[45]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΥ

Το άρθρο, ως κλιτική λέξη, αναπτύσσει στενές σχέσεις με τη λέξη που


προσδιορίζει. Θα μπορούσε όμως να καταλήξει αναπόσπαστο μέρος της δομής του
επιθέτου;
Η λύση αυτού του προβλήματος δεν είναι δυνατή χωρίς ένα γενικότερο χαρα-
κτηρισμό της Αλβανικής από τυπολογικής άποψης. Δεν είναι ο χώρος ούτε ο
χρόνος για να θίξουμε επαρκώς όλα τα σχετικά ζητήματα. Γι’ αυτό θα αρκεστούμε
προς το παρόν χαρακτηρίζοντας γενικά την Αλβανική ως μια γλώσσα που τείνει
προς «μορφολογοποίηση» των δομών της. Οι σχέσεις στοιχείων σε αυτό το είδος
σύνταξης είναι τέτοιες που ο ένας όρος συνεπάγεται τον άλλον. Η εμφάνιση ενός
όρου, όχι μόνο σημασιολογικά αλλά και δομικά, απαιτεί την υποχρεωτική συ-
νεμφάνιση ενός εξαρτώμενου όρου. Ο εξαρτώμενος όρος, όταν συνδέεται έμμεσα
με τον προσδιοριζόμενο όρο, ασκεί έλξη προς το κλιτικό στοιχείο και τείνει να το
εντάξει στην δομική «ακεραιότητά» του. Το ίδιο συμβαίνει και στη σχέση όπου
μεσολαβεί το άρθρο. Το άρθρο, που είναι σημασιολογικά μια κενή λέξη,
συμπληρώνει δομικά τον εξαρτώμενο όρο. Δημιουργείται ένα είδος σχέσης όπου
δύο ξεχωριστά μορφολογικά στοιχεία ενεργοποιούνται από κοινού λειτουργώντας
ως ένας και μόνος συντακτικός όρος. Αυτό αποτελεί ένα από τα γνωστότερα
φαινόμενα σε αρκετές γλώσσες. Η ιδιομορφία της Αλβανικής έγκειται στο γεγονός
ότι η προκειμένη διαδικασία έχει θίξει μεγάλες κατηγορίες επιθέτων, αντωνυμιών
και αριθμητικών, οι οποίες δεν είναι δομικά αυτάρκεις χωρίς την παρουσία του
άρθρου.
Μια λύση, ίσως η απλούστερη, θα ήταν αυτή που θα συμπεριλάμβανε ως δο-
μικό στοιχείο της κατηγορίας και το άρθρο. Αν και ταυτίζεται με το γενικότερο
γλωσσικό αίσθημα των ομιλητών, αυτή η λύση θα δημιουργούσε τεράστια
προβλήματα θεωρητικού και πρακτικού χαρακτήρα. Η ενιαία αντιμετώπιση του
άρθρου σε όλες τις περιπτώσεις εμφάνισής του θα ήταν η λογικότερη και η
χρησιμότερη. Καθώς βλέπουμε, στην προκειμένη περίπτωση τίθεται θέμα σύ-
γκρουσης μεταξύ γλωσσικού αισθήματος και γλωσσικής πραγματικότητας.
Η χρήση του άρθρου στη γενική πτώση αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, το ση-
μαντικότερο και ασφαλέστερο σημείο αφετηρίας. Όπως διαπίστωνε και ο U. Jarnik
(Çabej 1973: 58), εδώ υπάρχει μια σοβαρή αντίθεση που επισημάναμε και στην
αρχή. Εάν δεχθούμε ότι το άρθρο είναι μέρος της δομής του τύπου της γενικής, τότε
πρέπει να υποθέσουμε ότι ένας πτωτικός τύπος του παραδείγματος κλίσης
αντιπροσωπεύεται από διάφορες μορφές, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την
έννοια της πτώσης. Έτσι, λ.χ., η γενική ενικού της Νεοελληνικής γνωρίζει μόνο ένα
τύπο: άνδρα, γυναίκας, δένδρου. Ενώ στην Αλβανική θα υποχρεωνόμασταν να
παραδεχθούμε ότι η γενική ενικού θα διέθετε τέσσερις μορφές:

i djalit e djalit të djalit së djalit


του αγοριού του αγοριού του αγοριού του αγοριού
i vajzës e vajzës të vajzës së vajzës
της κοπέλας της κοπέλας της κοπέλας της κοπέλας

Ένα μεταβαλλόμενο στοιχείο στέκεται ως εμπόδιο προς τη γραμματι-


κοποίηση και προβάλλει πιο ευκολότερα την αυτονομία του (Lehmann 1985: 306).

[46]
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εξ άλλου, το γεγονός που το άρθρο επαναλαμβάνει τις γραμματικές κατηγο-


ρίες του προσδιοριζόμενου όρου θα μας υποχρέωνε να αποδεχθούμε ότι στη δομή
ουσιαστικό + ουσιαστικό υπάρχει σχέση ενδοσυνταγματικής (grammatical
agreement) και όχι εξωσυνταγματικής συμφωνίας (government, rection), πράγμα
που φυσικά είναι απίθανο. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να δεχθούμε το άρθρο ως δομικό
στοιχείο του τύπου της γενικής των ουσιαστικών. Και η σύγκριση με την
Νεοελληνική συνηγορεί στον αποκλεισμό του άρθρου από την δομική σύσταση του
τύπου της γενικής πτώσης. Αυτό σημαίνει ότι στην Αλβανική δεν υπάρχει
διαφορετικός τύπος γενικής και δοτικής, αλλά ένας κοινός τύπος γενικής με τον
οποίο δηλώνεται και ο θεματικός ρόλος της δοτικής (π.χ. το έμμεσο αντικείμενο).

Το γλωσσικό αίσθημα λειτουργεί παραπλανητικά ακόμα και για τους ίδιους


τους γλωσσολόγους. Έτσι στην αλβανική, η γενικευμένη άποψη να ερμηνεύεται το
άρθρο ως συστατικό της δομής του επιθέτου, δημιουργεί την απατηλή εντύπωση
ότι τα επίθετα παράγονται από τα αντίστοιχα επιρρήματα, άποψη που είναι
διατυπωμένη στην Γραμματική της Αλβανικής Ακαδημίας Επιστημών, δηλ.

shpejt  i shpejtë, drejt  i drejtë, mirë i mirë κ.λπ.


(Agalliu et al. 1995: 195).
Για του λόγου το αληθές, τα επιρρήματα αυτής της κατηγορίας παράγονται
από τα επίθετα (Xhuvani 1980, 239).
Πάντως, το γλωσσικό αίσθημα της ίδιας ελληνικής δομής άρθρο +
ουσιαστικό (π.χ. του παιδιού, της μηχανής) οδηγεί σε άλλη γλωσσική πραγμα-
τικότητα της αντίστοιχης δομής στα αλβανικά. Όπως οι ομιλητές ενός δίγλωσσου
περιβάλλοντος όπου πρώτη γλώσσα είναι η ελληνική και δεύτερη η αρβανίτικη
ενδέχεται να ερμηνεύσουν την αρβανίτικη δομή σύμφωνα με το γλωσσικό αίσθημα
της ελληνικής. Κι αυτό διαπιστώνεται πράγματι σε μια μεμονωμένη περίπτωση
ονοματικής φράσης της αρβανίτικης, όπου το αρκτικό φωνήεν του εξαρτημένου
όρου ερμηνεύεται ως άρθρο που συμφωνεί με τις γραμματικές κατηγορίες του
εξαρτημένου όρου, ακριβώς όπως στην ελληνική, δηλαδή διαφοροποιείται από την
συνήθη γραμματική συμπεριφορά του άρθρου στην αλβανική, π.χ.

Ra kambana i Papandisë / ngru vajzo të vesh në kljishë


(Χτύπησε η καμπάνα της Υπαπαντής /σήκω κορίτσι μου να πας στην εκκλησία)
(Moraitis 2002, 49).

Για να είμαστε συνεπείς, την ίδια ερμηνεία θα εφαρμόσουμε και για τη


συμπεριφορά του άρθρου στο επίθετο, ήτοι, δομικά θα αναγνωρίζουμε δύο ξεχωρι-
στές κατηγορίες, το άρθρο από τη μία και το επίθετο από την άλλη. Λειτουργικά
άρθρο και επίθετο συμπεριφέρονται ως ένα σύνολο, όπως συμπεριφέρεται λ.χ. μια
πρόθεση μ’ ένα ουσιαστικό. Η διαφορά μεταξύ της μίας δομής και της άλλης
έγκειται στο γεγονός ότι κατά κανόνα δεν μπορεί να υπάρχει χρήση επιθέτων χωρίς
το άρθρο, ενώ ένα ουσιαστικό μπορεί να χρησιμοποιείται και χωρίς άρθρο ή
πρόθεση. Επίσης, τα άρθρα κλίνονται κατά τη χρήση τους, ενώ οι προθέσεις μένουν
άκλιτες.

[47]
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΠΥΡΟΥ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
Μετά την εξέταση του άρθρου μπορούμε να συμπεράνουμε ότι:
Το άρθρο δεν είναι μέρος της μορφολογικής δομής των ουσιαστικών,
επιθέτων, αντωνυμιών και αριθμητικών της Αλβανικής.
Ο χαρακτηρισμός προτασσόμενο άρθρο είναι ανακριβής γιατί δεν
ανταποκρίνεται στις διμερείς σχέσεις του άρθρου με τον προσδιορίζοντα και
προσδιοριζόμενο όρο. Πιο δικαιολογημένος θα ήταν ο όρος «συνδετικό» ή
«ελεύθερο» άρθρο.
Ο χαρακτηρισμός έναρθρο και άναρθρο επίθετο δεν είναι μορφολογικός, αλλά
συντακτικός. Από μορφολογικής άποψης, υπάρχουν μόνο άναρθρα επίθετα.
Το συνδετικό άρθρο υπόκειται στη σπουδή τόσο της μορφολογίας όσο και
της σύνταξης. Εξάλλου, τα επίθετα της Αλβανικής είναι άκλιτα. Αυτά διαθέτουν
μόνο την κατηγορία του γένους και του αριθμού.
Η περίπτωση του συνδετικού άρθρου στην Αλβανική είναι μια ακόμη
απόδειξη ότι δεν μπορεί πάντα να υπάρχει ταύτιση μεταξύ του γλωσσικού
αισθήματος και της γλωσσικής πραγματικότητας. Αυτό οφείλεται στα
χαρακτηριστικά της δομής της αλβανικής φράσης και των σχέσεων που
αναπτύσσονται ανάμεσα στους όρους της.
Στη σύγκρουση μεταξύ του γλωσσικού αισθήματος και της γλωσσικής
πραγματικότητας ο γλωσσολόγος επιλέγει την τελευταία (Devitt 2006: 508).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Agalliu et al. 1995. Gramatika e gjuhës shqipe, Vëll. I: Morfologjia. Tiranë:


Akademia e Shkencave e Republikës së Shqipërisë, Instituti i Gjuhësisë dhe
i Letërsisë.
Çabej, E. 1973. «Mbi disa çështje të historisë së gjuhës shqipe». Studime rreth
historisë së gjuhës shqipe. Tiranë: Universiteti i Tiranës. Fakulteti i
Historisë dhe i Filologjisë.
Chomsky, Noam. 1965. Aspects of the Theory of Syntax. Cambridge.
Massachusetts: M.I.T.
Clairis, Ch., Babiniotis, G. et al. 2005. Γραμματική της νέας
ελληνικής:δομολειτουργική-επικοινωνιακή. Αθήνα: Ελληνικά γράμματα.
Crystal, David. 2000. Λεξικό γλωσσολογίας και φωνητικής. Αθήνα: Πατάκη.
Demiraj, Shaban. 1986. Gramatikë historike e gjuhës shqipe. Tiranë: 8 Nëntori.
Devitt, Michael. 2006. «Intuitions in Linguistics». British Journal for the Philosophy
of Science, 57 (2006), 481-513.
Holton, David, Peter Mackridge, Ειρήνη Φιλιππάκη-Warburton. 1999. Γραμματική
της ελληνικής γλώσσας. Μτφρ. Β. Σπυρόπουλος. Αθήνα: Πατάκης. Τίτλος
πρωτοτύπου Greek: A Comprehensive Grammar of the Modern Language
(Λονδίνο: Routledge, 1997).
Lehmann, Ch. (1985) «Grammaticalization: Synchronic Variation and Diacronic
Change». Lingua e Stile. 3, 1985.

[48]
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Moraitis, Thanassis. 2002. Ανθολογία αρβανίτικων τραγουδιών της Ελλάδας -


Καταγραφή σε νότες με ιστορικές, γλωσσολογικές, μουσικολογικές,
προσωδιακές και μετρικές αναλύσεις. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.
Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο Μέλπως Μερλιέ.
Xhuvani, A. 1980. «Origjina dhe formimi i ndajfoljeve në shqipet». Vepra. I.
Akademia e Shkencave e RPSSH. Trashëgimi kulturor i popullit shqiptar.
236-244.

[49]

You might also like