You are on page 1of 85

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

Τομέας Ανθρωπιστικών Σπουδών

Ειδικότητα Ελληνικοί Παραδοσιακοί Χοροί

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θέμα: « ΙΜΒΡΟΣ: ιστορία, ήθη-έθιμα, μουσικοχορευτική


προσέγγιση και ο χορός ως αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών
γεγονότων»

Φοιτήτρια: Θεοδωρίδου Άννα

Επιβλέπων Καθηγητής: κος. Πραντσίδης Ιωάννης

Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2013


 ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η εργασία μου αναφέρεται στην Ίμβρο, ένα πολύπαθο νησί που παρ’ όλες τις ατυχίες που
αντιμετώπισε στο πέρασμα των χρόνων κατάφερε να διατηρήσει τον ελληνικό του χαρακτήρα και
μαζί τα ήθη και έθιμά του. Οι κάτοικοι του δε ξέχασαν ποτέ την καταγωγή τους, τα τραγούδια τους
και όλα όσα τους συνέδεαν με τον υπόλοιπο ελληνισμό. Προσπάθησαν να τα μεταδώσουν, όσο
μπορούσαν αναλλοίωτα, έτσι ώστε να μη χαθούν στο διάβα του χρόνου. Έτσι και εγώ προσπάθησα
να παραθέσω μερικά απ’ αυτά. Συγκεκριμένα κάνω αναφορές στο προξενιό, στον αρραβώνα, στο
γάμο, έθιμα που εκτυλισσόταν με τον παραδοσιακό τρόπο, στη γέννηση- βάπτιση. Επίσης,
περιγράφω και έθιμα που γίνονταν κατά τη διάρκεια του χρόνου και ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με
το χορό. Ακόμη, η εργασία μου περιέχει γνήσιο φωτογραφικό υλικό πολλών ετών που αποθανατίζει
αυτά. Εντάσσονται επίσης, πολιτισμικά και λαογραφικά στοιχεία, όπως τραγούδια, χοροί, στίχοι που
αναφέρονται σ’ αυτά. Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω, πώς οι περισσότερες πληροφορίες που έχω
εντάξει στην εργασία μου είναι από αυθεντικές πηγές, κατοίκων της Ίμβρου.

2
ΙΜΒΡΟΣ ΓΛΥΚΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ

Ίμβρο, γλυκιά πατρίδα μου

κι αν βρίσκομαι στα ξένα,

ούτε στιγμή δε σε ξεχνώ

κι όλο μιλώ για σένα.

Πατρίδα μου, όποιος το πει

τελείως πως σε χάσαμε,

του απαντώ:

‘Θα γίνει αυτό όταν θα σε ξεχάσουμε’.

Κι αφού δεν πρόκειται ποτέ

να βγεις απ’ την καρδιά μας,

γι’ αυτό πατρίδα μου γλυκιά

θα ‘σαι πάντα δικιά μας.

Ίμβρο μου, μην πικραίνεσαι

για ‘κείνα τα παιδιά σου,

που η τύχη τους το έφερε

να είναι μακριά σου.

Γιατί αυτά ελπίζουνε,

πως θα ‘ρθει εκείνη η μέρα,

που θ’ ανοίξουν οι αγκάλες σου

να ‘ρθουν πάλι σε σένα.

3
Στην ξενιτιά που βρίσκονται

παντού απ’ άκρη σ’ άκρη

και το ψωμί που βγάζουνε

ζυμώνεται με δάκρυ.

Μα το δικό σου το ψωμί

πατρίδα αγαπημένη,

ας είν’ μικρό, ας είν’ ξερό,

είναι γλυκό σαν μέλι.

Γιατί σε σε(να) ζυμώνεται

με ιδρώτα τιμημένο,

ιδρώτα φτωχού μα τίμιου

κι είναι ευλογημένο.

Α.Κ.

Αφιερωμένη στην οικογένεια μου

& στους Ιμβρίους

4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
I. Εισαγωγή……………………………………………………………………………………..7

II. Ανασκόπηση βιβλιογραφίας………………………………………………………..9

III. Μεθοδολογία……………………………………………………………………………..11

IV. Αποτελέσματα
 Λίγα λόγια σχετικά με την Ίμβρο……………………………………………………………….12
 Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΙΜΒΡΙΩΝ…………………………………………………………..16

1. Ο ΓΑΜΟΣ

Α) Προυξενιά……………………………………………………………………………………………..17

 Η κατάλληλη για γάμο ηλικία……………………………………………………………………………………20


 Δώρα στον προξενητή……………………………………………………………………………………………….20

Β) Αρραβώνας

 Του λουγουσήμαδου…………………………………………………………………………………………….…..21
 Η τελετή………………………………………………………………………………………………………………......21

Γ) Προίκα…………………………………………………………………………………………………….22

Δ) Τα ψωμιά του γάμου………………………………………………………………………………23

Ε) Γαμήλια αρτοποιήματα

 Τα κλίκια…………………………………………………………………………………………………………………….24
 Τα μιλουμένα κλίκια ………………………………………………………………………………………………….24
 Το κλεφτουψώμ’…………………………………………………………………………………………………………25

ΣΤ) Τα στέφανα……………………………………………………………………………………………25

Ζ) Ο Αντίγαμος…………………………………………………………………………………………….30

2. ΓΕΝΝΗΣΗ - ΒΑΠΤΙΣΗ…………………………………………………………………………………30

3. ΓΙΟΡΤΕΣ & ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

α) Περιμένοντας τη Γέννηση του Χριστού……………………………………………………………………………….32

β) Ποδαρικό……………………………………………………………………………………………………………………………33

5
γ) Των Τριών Ιεραρχών………………………………………………………………………………………………………….34

δ) Αποκριές

 Της κριατερής και της τυρνής κι ντ’ άλλ’ του αγιού Θουδώρ’……………………………………..35

ε) Έθιμα της Κυριακής των Βαΐων………………………………………………………………………………………..36

 Kούνιες………………………………………………………………………………………………………………………37

στ) Μεγάλη Πέμπτη……………………………………………………………………………………………………………….38

ζ) Μ. Σάββατο & Πάσχα ………………………………………………………………………………………………………40

η) Οι φωτιές (φανός)…………………………………………………………………………....................................41

θ) Τρύγος……………………………………………………………………………………………………………………………..42

4. ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

 Δεκαπενταύγουστος……………………………………………………………………………………………………43
 Κλήδονας……………………………………………………………………………………………………………………43
 Τεσσαράκοντα Μαρτύρων………………………………………………………………………………………….46
 Άγιος Τρύφωνας…………………………………………………………………………………………………........46
 Άγιος Μόδεστος………………………………………………………………………………………………………….47

5. Η ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΜΒΡΟΥ

α) Ο χορός στην παράδοση της Ίμβρου………………………………………………………………………….......48

β) Δημοτικά τραγούδια- καθιστικά……………………………………………………………………………………….49

γ) Ιδιαίτερα τραγούδια που λέγονταν και χορεύονταν………………………………………………………….52

δ) Οι πιο δημοφιλείς χοροί…………………………………………………………………………………………………..62

V. Συζήτηση αποτελεσμάτων – Συμπεράσματα – Προτάσεις……………….72

VI. Επίλογος ………………………………………………………………………………………..76

- Βιβλιογραφία / πηγές …………………………………………………………………….77


- Παραρτήματα
 Ονόματα πληροφορητών……………………………………………………………………………………………………….78
 Λαϊκή Ιμβριακή τέχνη……………………………………………………………………………………………………………79

6
 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο χορός απ’ την αρχαιότητα μέχρι σήμερα δεν έπαψε να αποτελεί ένα αναπόσπαστο κομμάτι της
ζωής των ανθρώπων και ιδιαίτερα των Ελλήνων. Πιστεύω, πως είναι αυτό που κάνει ένα λαό
μοναδικό, ξεχωριστό και του δίνει και μία πολιτιστική - πολιτισμική ταυτότητα. Αυτό το δέσιμο του
χορού με τον πολιτισμό, σφραγίζει και η έκφραση του Κομφούκιου: « Δείξτε μου πώς χορεύει ένας
λαός και θα σας πω αν ο πολιτισμός του είναι άρρωστος ή υγιής». Ο χορός αποτελεί συγχρόνως και
μια ευρεία μορφή ανθρώπινης έκφρασης και συναισθηματικής ανακούφισης, ώστε όσοι δεν
μπορούν να χορέψουν, μένουν παγιδευμένοι μέσα στο ‘εγώ’ τους και έχουν χάσει το νόημα της
ζωής. Ο χορός, λοιπόν επιτρέπει στον άνθρωπο να ξανά-ανακαλύψει το σώμα του σαν ένα εργαλείο
έκφρασης. Ο χορός αποτελεί μια μορφή τέχνης, μια εκδήλωση της αυτοέκφρασης και της
προσωπικής δημιουργίας. Είναι μια μορφή διασκέδασης ικανής να προσελκύσει ένα κοινό
μεγαλύτερο από εκείνο που θα έλκυε μια μορφή τέχνης με αισθητική αξία υψηλού επιπέδου.
Μπορεί επίσης, να εξασφαλίσει την έλξη ανάμεσα στα δύο φύλα. Έχει τη δυνατότητα να προσφέρει
μία σημαντική κοινωνική και ψυχαγωγική διέξοδο, όχι μόνο ως ένα μέσο σωματικής αναζωογόνησης
αλλά πολύ περισσότερο επειδή το άτομο νιώθει ότι προσφέρει και αυτό με τον τρόπο του στην
κοινωνία και έτσι γίνεται κοινωνικά αποδεκτό. {Κράους 1980, Ιωαννίδου 1985}
Ο άνθρωπος αφήνεται ελεύθερος με το χορό να εκφράσει τη διάθεση του, όποια και αν είναι
αυτή. Είναι ο καθρέπτης των συναισθημάτων του. Και όπως έχει πει και ο Ζαρατούστρα στο
ομώνυμο βιβλίο του Νίτσε: «πόσο χαμένη πήγε η μέρα που δεν χορέψαμε ούτε μια φορά!»
{Μπεζάρ, 1980).
Όλα τα παραπάνω αφορούν τη θεωρητική και πρακτική σπουδαιότητα του χορού στα βάθη των
αιώνων.
Η αγάπη μου για την ιδιαίτερη πατρίδα μου την Ίμβρο, ήταν το ερέθισμα για να ξεκινήσω αυτή
την εργασία που θα αποτελέσει και τη διπλωματική μου για να μπορέσω να πάρω το Πτυχίο απ’ τα
Τ.Ε.Φ.Α.Α. Η αφορμή μου δόθηκε μέσω της ειδικότητας των παραδοσιακών χορών, όπου και
παρακολουθώ στο τελευταίο έτος των σπουδών μου. Ήθελα η εργασία μου να είναι σχετική με την
ειδικότητα που διάλεξα γι’ αυτό και επέλεξα να ασχοληθώ μ’ ένα τέτοιο θέμα.
Από μικρή, άκουγα ιστορίες, παραμύθια, τραγούδια, ιστορικά γεγονότα, που αναφέρονταν σ’
αυτήν και πιο συγκεκριμένα στο Γλυκύ, απ’ όπου και κατάγονται ο παππούς, η γιαγιά, η μητέρα

και η θεία μου. Απ’ τη στιγμή όμως που επισκέφτηκα το νησί για πρώτη φορά και έμεινα στο χωριό
μου, ήταν σαν να έζησα και η ίδια όλα αυτά που τόσα χρόνια είχα ακούσει. Είναι λοιπόν, φυσικό

7
επακόλουθο, να θέλω και εγώ να παραθέσω όλα αυτά που έζησα και έμαθα και να μην τ’ αφήσω να
ξεχαστούν στο πέρασμα των χρόνων. Η επιθυμία μου δηλαδή είναι, η εργασία αυτή να αποτελέσει
ένα κίνητρο και παράλληλα ένα βοηθητικό εργαλείο για τις επόμενες γενιές που θ’ ακολουθήσουν :
να γνωρίσουν και να συνάψουν δεσμούς με τους παραδοσιακούς χορούς και τα έθιμα της Ίμβρου
και συγχρόνως να εξοπλιστούν με τις ανάλογες πληροφορίες που θα τους βοηθήσουν να τα κάνουν
κτήμα τους και παράλληλα να τα μεταδώσουν πιστά στις επόμενες με τη σειρά γενιές.

Απώτερος σκοπός της εργασίας μου αυτής, είναι η διατήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς αυτού
του νησιού, σ’ όλα τα επίπεδα όπως είναι του χορού, της μουσικής, του τραγουδιού και συνάμα των
ηθών και εθίμων του. Για να υλοποιηθεί αυτός όμως ο στόχος πρέπει να υπάρξει και μια ανάλογη
βιωματική προσέγγιση, έτσι ώστε οι αρχές και οι αξίες του πολιτισμού μας να αποκτήσουν
‘οντότητα’ ή ακόμα καλύτερα να γίνουν ένας ‘τρόπος ζωής’.

Έτσι λοιπόν, ξεκίνησα να συλλέγω πληροφορίες και στοιχεία απ’ τους δικούς μου ανθρώπους
αλλά και από γνωστούς μου Ίμβριους, που είτε είχαν ασχοληθεί με τέτοια θέματα είτε ήταν ήδη
γνώστες. Ήμουν ιδιαίτερα χαρούμενη που μου δινόταν η ευκαιρία να μπορέσω και εγώ να
αναζητήσω όλα αυτά που με συνέδεαν μ’ αυτό το νησί και να μάθω ακόμη περισσότερα πράγματα
γι’ αυτό. Ο ζήλος και η επιθυμία μου ήταν μεγάλη και ότι καινούριο μάθαινα μ’ έκανε να προσπαθώ
ακόμη περισσότερο για να βελτιώσω το περιεχόμενο της εργασίας μου.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους δικούς μου ανθρώπους, που στήριξαν αυτή την προσπάθεια μου και
εμένα προσωπικά και μοιράστηκαν μαζί μου την αγωνία και το άγχος που ένιωθα, προκειμένου να
μπορέσω να τελειώσω, για να την παραδώσω στο τέλος του Ιούνη. Επίσης, ευχαριστώ τους
συμπατριώτες και συγχωριανούς μου που μου διηγήθηκαν διάφορα ήθη και έθιμα έτσι όπως τα
έζησαν στα παλιά ‘καλά’ χρόνια της Ίμβρου. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω, τον υπεύθυνο για την
εργασία μου, Επίκουρο Καθηγητή κ. Πραντσίδη Γιάννη για το χρόνο που αφιέρωσε, την καθοδήγηση
και τις συμβουλές που μου έδωσε ώστε να προκύψει όσο γίνεται ένα καλύτερο αποτέλεσμα.

8
 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Οι πληροφορίες που αντλούμε από την ελληνική και ξένη βιβλιογραφία για τη μουσικοχορευτική
παράδοση της Ίμβρου είναι περιορισμένες και αποσπασματικές. Κατά καιρούς αρκετοί συγγραφείς
ασχολήθηκαν με τους Ιμβρίους παρουσιάζοντας κυρίως ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία. Στα
δημοσιεύματα αυτά οι πληροφορίες για τους χορούς είναι ελάχιστες ενώ αρκετά υπάρχουν σχετικά
με τον υλικό, τον πνευματικό και κοινωνικό βίο των Ιμβρίων αλλά και των τεχνών τους.
Δεν μπορώ να εκφέρω μια ολοκληρωμένη άποψη γιατί δυστυχώς δεν κατάφερα να διαβάσω
ολόκληρα αυτά τα βιβλία αλλά κάποια αποσπάσματα τους. Απλά θα προσπαθήσω να τα παραθέσω
με βάσει τη χρονολογική σειρά που έχουν γραφτεί και να παραθέσω ορισμένα στοιχεία που γνωρίζω
για τους συγγραφείς.
 Μέχρι και τη δεκαετία του 1930 οι συγγραφείς δεν είχαν ασχοληθεί με το θέμα της Ίμβρου. Απ’ το
1938 ξεκίνησαν οι μελέτες σχετικά με την ιστορία και τον πολιτισμό αυτού του τόπου. Πρώτος, ο
Μανώλης Ανδρόνικος , του οποίου η μητέρα καταγόταν απ’ την Ίμβρο, εκδίδει ένα Λεύκωμα της
Ίμβρου με τίτλο: «Μελέτη δημοτικών τινών ασμάτων της Ίμβρου».
 Αρκετά αργότερα το 1973, ο Αρ. Πασαδαίος αρχιτέκτονας, δημοσιεύει το βιβλίο του που αφορά
στη «λαϊκή αρχιτεκτονική» του νησιού.
 Ο Αλ. Μπακαϊμης, με το σύγγραμμα του συνέβαλε στο να γίνουν γνωστά τα «Γαμήλια έθιμα της
Ίμβρου» το έτος 1979 και έτσι να έχουμε μια εμπεριστατωμένη άποψη για ένα από τα
σημαντικότερα κομμάτια της κοινωνικής ζωής των Ιμβρίων.
 Ο Νίκος Νταλντάς, γόνος της Ίμβρου και καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το
1982, εκδίδει τα δικό του προσωπικό βιβλίο που είχε θέμα την «Ιστορική & λαογραφική μελέτη της
Ίμβρου», παραθέτοντας σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία, τη γεωγραφική θέση, αλλά και για
τον κοινωνικό και πνευματικό βίο των κατοίκων, χρησιμοποιώντας στοιχεία από την οικογένεια του
που έφερε μνήμες απ’ το χωριό Γλυκύ.
 Μεγάλο είναι το συγγραφικό έργο του Γιώργου Ξεινού, επίσης Ίμβριου και γιατρού στην ειδικότητα,
ο οποίος ασχολήθηκε με αρκετά θέματα που αφορούσαν το νησί. Συγκεκριμένα, το 1990 το βιβλίο
του αναφέρεται στην «Αποδημία των Ιμβρίων κατά τον εικοστό αιώνα και τις παροικίες τους».
 Ένας μεγάλος φωτογράφος που αφιέρωσε αρκετά χρόνια απ’ τη ζωή του για να αποτυπώσει στο
φακό του πρόσωπα, τοπία, εκκλησίες, μνημεία, ακόμη και τη λαϊκή τέχνη του νησιού, ήταν ο Σπύρος
Μελετζής, γεννημένος στους Αγίους Θεοδώρους, που με τη βοήθεια της Ελένης Αιματίδου-
Αργυρίου το 1997, παρουσιάζουν το φωτογραφικό λεύκωμα «ΙΜΒΡΟΣ».

9
 Ο Γιώργος Ξεινός, συνεχίζει το συγγραφικό του έργο και το 1998 εκδίδει ακόμη ένα βιβλίο του που
αυτή τη φορά μας παραθέτει στοιχεία για τους «Οικισμούς της Ίμβρου», περιγράφοντας με
παραστατικό τρόπο τη δομή και κατασκευή των παραδοσιακών σπιτιών του νησιού.
 Ακόμη ένας που αποφασίζει να φωτογραφήσει πρόσωπα αλλά και στιγμιότυπα από την Ίμβρο είναι
ο Κωνσταντίνος Στοφόρος μαζί με την Ολυμπία Κρασαγάκη που ήταν υπεύθυνη για την περιγραφή
των εικόνων, που το 1998 εκδίδει το δικό του λεύκωμα με τίτλο «Ίμβρος». Εκείνος βέβαια, σε
αντίθεση με το Σπύρο Μελετζή, αποθανατίζει με ασπρόμαυρες φωτογραφίες, καταστάσεις μετά την
εγκατάλειψη του νησιού απ’ τους μόνιμους ντόπιους κατοίκους του και αφήνει μια μελαγχολία στον
αναγνώστη και μια αίσθηση ενός ερειπωμένου και κατεστραμμένου νησιού.
 Το 2005, ο Γιώργος Ξεινός επιστρέφει μ’ ένα καινούριο σύγγραμμα, παρουσιάζοντας την «Ίμβρο και
την Τένεδο σαν μια ιστορία παράλληλη», εφόσον τα δύο αυτά νησιά είχαν την τύχη να έχουν την
ίδια μοίρα λόγω της γεωγραφικής τους θέση.
 Αρκετοί ήταν και οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το θέμα της Ίμβρου παρ’ όλο που δεν είχαν
στενούς δεσμούς να τους ενώνουν μ’ αυτήν. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Γιώργος Τσιμουρής,
Λημνιός στην καταγωγή και Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οι συχνές επισκέψεις
του στο νησί και η γνωριμία του με αρκετούς απ’ τους κατοίκους τον οδήγησε στο να γράψει και να
εκδώσει το δικό του βιβλίο το 2007, αφιερωμένο σ’ εκείνους, που έφερε τον τίτλο: « ΊΜΒΡΙΟΙ,
Φυγάδες απ’ τον τόπο μας όμηροι στην πατρίδα».
 Επίσης, το 2010, ακόμη ένας μη Ίμβριος στην καταγωγή, συγγραφέας, ο Γιώργος Λεκάκης
αποφασίζει να εκδώσει το δικό του σύγγραμμα, περιγράφοντας το νησί ως « Ίμβρο παιπαλόεσσα, το
ιερό νησί του Ερμού, τ’ ουρανού και των δακρύων».
 Καταλυτική ήταν η προσπάθεια του Συλλόγου Ιμβρίων Αθηνών που το 2012, παρουσιάζει το «Λεξικό
του Ιμβριακού Ιδιώματος, (Ερμηνετικό- Ετυμολογικό)» βραβευμένο συγχρόνως από την Ακαδημία
Αθηνών το 2010. Αποτελεί καρπό της 15ετούς συστηματικής ενασχόλησης του υποψήφιου
διδάκτορα Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ξενοφώντα Τζαβάρα, ο οποίος αποτύπωσε
στις σελίδες του λέξεις και εκφράσεις του γλωσσικού ιδιώματος της Ίμβρου, σύμφωνα με όσα του
εξιστόρησε η γιαγιά του που καταγόταν από το Γλυκύ.
 Έκπληξη αποτελεί η κίνηση του Πανεπιστημίου Κων/πολης, Bahcesehir, όπου το 2012, με τη
βοήθεια της Feryal Tansug, Επίκουρης Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου, η οποία ανέλαβε και την
επιμέλεια της έκδοσης, παρουσιάζει το βιβλίο με τίτλο: «Imroz Rumlari, Gokceada uzerine», που
σημαίνει («Οι Ρωμιοί της Ίμβρου, περί Ίμβρου»).

10
 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

«Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην έρευνα στηρίχθηκε σε στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη
διάρκεια της έρευνας με τους εξής τρόπους: κατ' αρχήν μέσα από βιβλιογραφική, αρχειακή και επιτόπια
έρευνα συγκεντρώθηκαν στοιχεία σχετικά με την τοπογραφία, την ιστορία, την κοινωνική οργάνωση, την
οικονομία και τη λαογραφία της περιοχής, παράγοντες που επηρεάζουν αποφασιστικά την ανάπτυξη ενός
τόπου και διαμορφώνουν τον πολιτισμό του.

Στην επιτόπια έρευνα χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο που προτείνει ο R. Lange (βλ. Lange
1984 Dance Studies vol. 8), προσαρμοσμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες και
τους στόχους της έρευνας.
Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν στα σπίτια των πληροφορητών και το ερωτηματολόγιο αυτό
απευθύνθηκε κυρίως σε άτομα ηλικίας άνω των 45 ετών. Κατά την έρευνα δόθηκε προτεραιότητα
στα πιο ηλικιωμένα άτομα, γιατί τα άτομα αυτά μπορούσαν να δώσουν πληροφορίες για το
χορευτικό παρελθόν της κοινότητας και την εξέλιξη του χορευτικού φαινομένου, αλλά και για το
κρίσιμο της ηλικίας τους.
Εκτός από τις συνεντεύξεις, το πρόγραμμα της έρευνας περιλάμβανε:
α) συστηματική παρατήρηση του δρωμένου και συμμετοχή σε διάφορες χορευτικές περιστάσεις.
β) συστηματική παρατήρηση χορευτικών πράξεων και γεγονότων, για να εντοπιστεί επακριβώς η
μορφή και η λειτουργία του χορού. Ακόμη περιελάμβανε συνεχή επαφή και συζήτηση με τους
κατοίκους, για την καλύτερη κατανόηση του χορού στα πλαίσια του δρωμένου.
Χρησιμοποιήθηκε η καταγραφή των χορών με περιγραφική ανάλυση των κινήσεων σε σχέση με
τους χρόνους της μουσικής ως ένας τρόπος απλός και κατανοητός, για να αποτυπωθούν οι βασικές
κινήσεις τους. Αναλύονται οι χορευτικές φόρμες με βάση τη σημερινή τέλεσή τους από τους
ηλικιωμένους, σε συνδυασμό με τις αναφορές και την κριτική των πληροφορητών για την αυθεντική
παρουσίαση των χορών. Στο διάστημα που πραγματοποιήθηκε η επιτόπια έρευνα έγιναν
βιντεοσκοπήσεις όλων των φάσεων του δρωμένου καθώς και των χορών. Ακόμη συγκεντρώθηκαν
φωτογραφίες από πρόσωπα, χορούς και φορεσιές». Για την αξιοπιστία της έρευνας σε πολλά σημεία
της εργασίας παρατίθενται κομμάτια των συνεντεύξεων ακριβώς με τα λόγια που χρησιμοποίησαν
οι πληροφορητές.

11
 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
 Λίγα λόγια σχετικά με την ΊΜΒΡΟ
Η Ίμβρος είναι νησί των Θρακικών Σποράδων στο Βόρειο Αιγαίο, βρίσκεται
στην είσοδο του Ελλησπόντου, κοντά στη χερσόνησο της Καλλίπολης. Το 1922
αριθμούσε περίπου 12.000 κατοίκους, όλοι τους Έλληνες. Σήμερα γεωγραφικά
ανήκει στην Τουρκία και κυριαρχείται απ’ αυτή με ένα ειδικό καθεστώς, που
προέβλεπε τοπική αυτοδιοίκηση και ειδική μεταχείριση του πληθυσμού,
σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Η στρατηγικής σημασίας θέση
του νησιού, εντοπίζεται έξω από τα στενά των Δαρδανελίων, που αποτελούν
τη μοναδική θαλάσσια δίοδο επικοινωνίας μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Μεσογείου. Τελικά οι
ντόπιοι κάτοικοι αναγκάστηκαν να ‘πληρώσουν’ την καίρια αυτή θέση τους και να ακολουθήσουν
την ιστορική τους μοίρα. (www.imvrosisland.org)

Τα απομεινάρια νεολιθικών οικισμών στην Ίμβρο μαρτυρούν ότι το νησί κατοικείται από τα βάθη
των αιώνων. Μέχρι και τα τέλη του 6ου αιώνα π. Χ. κατοικούνταν από Προέλληνες. Το όνομά της το
πήρε από τον Καρικό θεό της γονιμότητας Ίμβραμο ή Ίμβρασο. Ο Όμηρος μας πληροφορεί ότι σε
αυτή τη νευραλγικής σημασίας γωνιά του Αιγαίου, ανάμεσα στην Τένεδο και την Ίμβρο, είχε τους
στάβλους των αλόγων του ο Ποσειδώνας, ο θεός της θάλασσας. Αλλά και η θεά Θέτιδα, μητέρα του
ηρωικού Αχιλλέα, είχε τα παλάτια της στο βυθό ανάμεσα στην Ίμβρο και τη Σαμοθράκη.
(http://www.imvrosisland.org/imvros.php?catid=1)

Η αρχαία ιστορία του νησιού είναι στενά συνδεδεμένη με εκείνη της Λήμνου. Σύμφωνα με τους
αρχαίους συγγραφείς, πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Πελασγοί, που μετοίκησαν από την Αττική. Η Ίμβρος
αποτελούσε «Δήμο Αθηναίων ο εν Ίμβρω». Οι Αθηναίοι είχαν αντιληφθεί τη μοναδικής σημασίας
γεωγραφική θέση του νησιού και το οργάνωσαν σύμφωνα με τα πρότυπα της Αθήνας.
(http://imbrosunion.com)

Αργότερα, γνώρισε το ζυγό πολλών κατακτητών, από τους Πέρσες και τους Ρωμαίους μέχρι τους
και τον πολιτισμό τους. Πάνω στα απομεινάρια των αρχαίων ναών με τις μαρμαροκολόνες και τις
στήλες βλέπουμε να είναι κτισμένες εκκλησίες και ξωκλήσια.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η Ίμβρος
κατακυρώθηκε στους Βενετούς μέχρι το 1262, όπου περιήλθε πάλι στη Βυζαντινή κυριαρχία, που της
εξασφάλισε για μεγάλη περίοδο ήρεμο βίο.
12
Το 1455, ο Μωάμεθ Β’ αποφάσισε την ένταξη των νησιών Ίμβρου, Θάσου και Σαμοθράκης στην
Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο τουρκικός στόλος έλαβε την εντολή να καταλάβει τα νησιά και να
εγκαταστήσει σ’ αυτά τουρκική φρουρά.

Έτσι, μετά τη σύντομη εγκατάσταση των Λατίνων, που κατασφάχτηκαν και αποκεφαλίστηκαν από
τους Τούρκους, η νήσος Ίμβρος περιήλθε πλέον οριστικά στην τουρκική κυριαρχία, το 1471.

Το νησί απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στόλο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (18
Οκτωβρίου 1912) και με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920), επικυρώθηκε η ένωση τους με την Ελλάδα.
Τρία χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη της Λωζάννης (23 Ιουλίου 1923), τα δύο νησιά Ίμβρος και
Τένεδος ήταν τα μοναδικά νησιά στο Αιγαίο που παραχωρούνταν στην Τουρκία και εξαιρούνταν από
την ανταλλαγή των πληθυσμών. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η Τουρκία αναγκαζόταν να επιτρέψει την
ίδρυση ‘του ειδικού καθεστώτος αυτοδιοίκησης’ σ’ αυτά τα νησιά. Επίσης, διασφαλιζόταν για τους
Έλληνες κατοίκους της Ίμβρου και της Τενέδου, η προστασία ζωής και της περιουσίας τους και η
θρησκευτική ελευθερία. Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόστηκαν ποτέ και στην Ίμβρο άρχισε
βαθμιαία να δημιουργείται αφόρητη κατάσταση, που επιδεινώθηκε μετά τα ανθελληνικά γεγονότα
στην Κωνσταντινούπολη, το 1955. Επιδιώχθηκε συστηματικά ο αφελληνισμός του νησιού, τα
δικαιώματα των Ελλήνων κατοίκων περιορίστηκαν και οι ελάχιστοι Τούρκοι κάτοικοί του
πολλαπλασιάστηκαν. Και όντως… Οι Τούρκοι επιφύλαξαν για τους Έλληνες των δύο αυτών νησιών,
μια πολύ «ειδική» μεταχείριση, έτσι ώστε σήμερα, να έχουν απομείνει εκεί περί τους 200
ηλικιωμένους Έλληνες, ενώ ο συνολικός πληθυσμός που είναι περίπου 7.000 «τονώθηκε» με
Τούρκους και Κούρδους έποικους. Η αναλογία, πριν το 1964, ήταν περίπου 6.100 Έλληνες και 200
Τούρκοι. (Γρηγόρης Τσαμουρλίδης, άρθρο: Ίμβρος: ένα νησί με δική του ιστορία)

Η Ίμβρος (παλαιότερη τουρκική ονομασία: İmroz, σήμερα στα Τουρκικά: Gökçeada (Gökçe=
ουράνιο, ada= νησί, μεταφρασμένα από την Τουρκική, δηλαδή το Gökçeada μπορεί να μεταφραστεί
στα Ελληνικά ως ουράνιο νησί ή το ουρανί νησί), είναι το μεγαλύτερο νησί της Τουρκίας και ανήκει
στην νομαρχία του Τσανάκκαλε. Οι κύριες ασχολίες των κατοίκων είναι η κτηνοτροφία, η
μελισσοκομική, καλλιέργεια σιτηρών/ελαιοδέντρων, η αλιεία και ο τουρισμός. Το νησί φημίζεται
επίσης για τα αμπέλια του και το εκλεκτό κρασί του. (www.imbrosunion.com - σύντομη αναφορά)

Η Ίμβρος, από γεωγραφική άποψη, είναι ένα νησί με έκταση 285,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα και
βρίσκεται 13 μίλια βορειανατολικά της Λήμνου και 15 νοτιανατολικά της Σαμοθράκης. Είναι
καλυμμένη από χαμηλά βουνά (η υψηλότερη κορυφή της, ο Προφήτης Ηλίας, έχει ύψος 600 μέτρα)
και μικρές κοιλάδες με άφθονα τρεχούμενα νερά. Αν και νησί, οι οικισμοί της εμφανίζουν πολλά

13
κοινά χαρακτηριστικά με τους γεωργοκτηνοτροφικούς οικισμούς των ορεινών περιοχών της
Μακεδονίας και της Θράκης: τα κτίσματα, είναι κατά κανόνα μικρά και λιτά, με διάσπαρτους
βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, στάβλοι, φούρνοι, κ.ά.), ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες μιας
αυτοσυντηρούμενης οικιακής οικονομίας, χωρίς να προκαλούν τους αλλεπάλληλους, κατά τη
μακραίωνη ιστορία της, κατακτητές. Κατασκευασμένα από πέτρα, λάσπη, ξύλο και κεραμίδι, έχουν
σοφά αξιοποιήσει τη γεωμορφολογία του εδάφους, αναδεικνύοντας λειτουργικά στοιχεία της
παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του βορειανατολικού Αιγαίου.

Οι δρόμοι στην Ίμβρο είναι λιθόστρωτοι (καλντερίμια), ενώ παραδοσιακά σημεία αναφοράς και
κέντρα επικοινωνίας σε κάθε οικισμό είναι η εκκλησία, το σχολείο, οι απλές βρύσες, οι βρύσες-
πλυσταριά με τις πέτρινες γούρνες και το τζάκι για το απαραίτητο ζέσταμα του νερού και η πλατεία
με τα καφενεία και τα μαγαζιά. Σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή και στην οικονομία του νησιού
έπαιζαν τα «ντάμια», οι βοηθητικές εξοχικές αγροικίες, μονώροφες ή διώροφες, που κάθε
οικογένεια συντηρούσε στις διάφορες «ξωμεριές» (εξοχές) του νησιού. (www.imvrosisland.org –
γεωγραφικά στοιχεία)

Σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Το επίσημο τουρκικό κράτος με την πίεση τόσο των
Διεθνών οργανισμών και ιδιαίτερα της Ε.Ε., όσο και με την κατακραυγή και τις επικρίσεις που
δέχεται για την εκάστοτε πολιτική του από τους σύγχρονους Τούρκους, αναθεωρεί πολλές απ’ τις
παλιές του αποφάσεις. Επέτρεψε τη λειτουργία Δημοτικού Σχολείου, επιστρέφει περιουσίες που
είχαν δημευτεί, διευκολύνει τους Ίμβριους στην απόκτηση τουρκικής υπηκοότητας, προκειμένου να
μπορέσουν να κληρονομήσουν την περιουσία των γονέων τους, ανακαινίζει εκκλησίες και κάνει
γενικώς ενέργειες που δίνουν ελπίδες στους Ιμβρίους. Από την άλλη μεριά, μέσα απ’ τον τουρισμό
μία μερίδα πλούσιων και μορφωμένων Τούρκων έχουν γνωρίσει τον πολιτισμό του νησιού,
αγοράζουν και ανακαινίζουν εξοχικές κατοικίες, αναγνωρίζουν και επικρίνουν τις αδικίες που έγιναν
στους ντόπιους κατοίκους και προσπαθούν με κάθε τρόπο να ξαναβρεί και να διατηρήσει το νησί το
παλιό καθαρό φυσικό του περιβάλλον, την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του και να αναβιώνει τα ήθη και
έθιμα του.

14
Τα 7 Ελληνικά χωριά της ΊΜΒΡΟΥ έτσι όπως τα βλέπουμε και στο χάρτη είναι:

-Γλυκύ

-Κάστρο

-Ευλάμπιο

-Παναγία

-Άγιοι Θεόδωροι

-Αγρίδια

-Σχοινούδι

15
 Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΙΜΒΡΙΩΝ

Η ζωή στην Ίμβρο, ένα αμιγώς ελληνικό νησί στο βορειανατολικό Αιγαίο, ήταν άμεσα
συνδεδεμένη με τη φύση και τη θρησκεία. Ο κύκλος των εποχών εμπλουτισμένος με το ετήσιο
εορτολόγιο, διανθιζόταν από ήθη, παραδόσεις, δραστηριότητες και έθιμα άμεσα συνδεδεμένα με
τον τόπο και τη μακραίωνη ιστορία του, αλλά και με τις τρέχουσες ανάγκες των ανθρώπων για
επιβίωση, επικοινωνία, έκφραση και ψυχαγωγία, στο πλαίσιο πάντα του προστατευτικού ιστού της
κοινότητας. Η ποικιλία και η ευρηματικότητά τους είναι αξιοθαύμαστη, όπως και
ο πλούτος τους σε πληροφορίες για την καθημερινή ζωή, την οικιακή οικονομία,
τις ανθρώπινες σχέσεις και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε χωριού.
Χάρη σε μερικούς φωτισμένους και ιδιαίτερα προικισμένους ανθρώπους, όπως
οι ιεράρχες και Διδάσκαλοι του Γένους Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός ο
Ίμβριος (1772-1851), Νικηφόρος Γλυκάς ο Ίμβριος (1819-1896) και Μελίτων
Χατζής (1913-1989), ο καθηγητής γλωσσολογίας Νικόλαος Ανδριώτης (1906-
1976), οι δάσκαλοι Αλέξανδρος Ζαφειριάδης (1888-1956) και Κώστας Ξεινός (1913-1987), ο
ζωγράφος Νίκος Παλαιόπουλος (1908-2010) και άλλοι, διασώθηκαν ενδιαφέρουσες όψεις και
εκφράσεις της πολιτισμικής ταυτότητας του νησιού και των ανθρώπων του. Σε αυτές
συγκαταλέγονται η λαϊκή αρχιτεκτονική, οι τοπικές ενδυμασίες, το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, οι μύθοι
και θρύλοι, οι παραδόσεις, παροιμίες, προλήψεις και δοξασίες, τα παραμύθια, γνωμικά και
αινίγματα, οι εκδοτικές δραστηριότητες, τα έθιμα της γέννησης, του γάμου και του θανάτου, τα
εορταστικά ήθη και έθιμα, η μουσική, τα τραγούδια και οι χοροί, τα παιδικά παιχνίδια, οι λαϊκές
τέχνες και τα παραδοσιακά επαγγέλματα, κ.ά..(http://www.imvrosisland.org/imvros.php?catid=17)

16
1. Ο ΓΑΜΟΣ

Α) Προυξενιά

Στην Ίμβρο, όπως και σ’ άλλα πολλά μέρη, ο νέος κάνει πρόταση γάμου στην κοπέλα που θέλει να
πάρει για γυναίκα του. Συνήθως δηλαδή η οικογένεια του νέου κάνει, με τη μεσολάβηση συγγενικού
ή φιλικού προσώπου, πρόταση γάμου στους οικείους της νύφης. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να
συμβεί και το αντίθετο, η πρόταση να γίνει από το μέρος της κοπέλας. Αυτό συνήθως γίνεται, όταν
οι δύο νέοι συνδέονται μεταξύ τους αισθηματικά από πρωτύτερα. Τόσο στη μία, όσο και στην άλλη
περίπτωση το πρόσωπο που μεσολαβεί μπορεί να είναι άντρας («προυξιν’τής»), μπορεί και γυναίκα
(«προυξινήτρα»), πράγμα που συνηθίζεται πιο πολύ. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο λεπτός
ρόλος του μεσολαβητή, καθώς και παραπάνω έγινε λόγος, ανατίθεται σ’ ένα συγγενικό ή φιλικό των
ενδιαφερομένων πρόσωπο και οπωσδήποτε σε πρόσωπο ηλικιωμένο και προικισμένο με ειδικές για
την περίπτωση ικανότητες. Αφού ο προξενητής συζητήσει με τους ενδιαφερομένους το θέμα της
προξενιάς και πάρει τις σχετικές οδηγίες, επισκέπτεται την οικογένεια της κοπέλας (εφόσον η
πρόταση γίνεται από το μέρος του γαμπρού), συζητούν στην αρχή διάφορα θέματα άσχετα με το
θέμα της προξενιάς και κατόπιν— ο προξενητής— με κατάλληλο τρόπο φέρνει το θέμα στη
συζήτηση. Συνήθως κάνει την αρχή με την εξής στερεότυπη και κατά κάποιο τρόπο εισαγωγική
φράση: «Συζητήσαμ’ για πουλλά πράματα, αλλά ιγώ ήρθα για άλλ’ δ’λειά». Και στη συνέχεια κάνει
την πρόταση. Στο σημείο αυτό, μόλις δηλαδή κάμει την πρόταση, συνηθίζει να λέει την εξής
παροιμιώδη φράση: «βάλι σκούπα και φαράσ’, η προυξινιά να μη χαλάσ’». Πιστεύουν δηλαδή ότι η
σκούπα και το φαράσι έχουν την ιδιότητα να απομακρύνουν το κακό. Αν αυτοί στους οποίους
γίνεται η πρόταση δεν την αποδέχονται, δε συμφωνούν δηλαδή για έναν οποιονδήποτε λόγο,
συνήθως απαντούν ως εξής: «Σας ιφκαριστούμι κι’ απά’ (επάνω) στου κιφάλ’ μας σας έχουμ’. Ιμείς
θα μ’λήξουμ’ κι πάλι θα σας πούμι» (Σας ευχαριστούμε και σας προτιμούμε με το παραπάνω, σας
βάζουμε πάνω από το κεφάλι μας. Θα συζητήσουμε και θα σας απαντήσουμε). Βλέπουμε δηλαδή ότι
κι’ όταν ακόμη δε συμφωνούν από την πρώτη στιγμή, δε δίνουν αμέσως την απάντηση. Ύστερα από
μία δύο μέρες ο προξενητής ξαναρωτάει κάποιον από την οικογένεια στην οποία έκαμε την πρόταση
και τότε δίνεται η απάντηση απευθείας και χωρίς περιστροφές, μολονότι και πάλι αρνητική : «Δεν
ήνταν τυχηρό να γίν’», συνηθίζουν να λένε και συνάμα προβάλλουν κάποια δικαιολογία. Εννοείται,
βέβαια, ότι σ’ αυτήν την περίπτωση ο προξενητής ποτέ δεν πηγαίνει επίσημα στο σπίτι τους.
Φροντίζει να συναντήσει κάποιον ανεπίσημα, δήθεν τυχαίως (στο δρόμο, στη βρύση κτλ.). Και,
φυσικά, φέρνει το θέμα στη συζήτηση με τρόπο, αφού η απάντηση είναι από πρωτύτερα γνωστή
(αρνητική). Όταν ύστερα απ’ αυτά επιστρέψει ο προξενητής και ανακοινώσει στους
17
ενδιαφερομένους την αρνητική απάντηση, το αρνητικό δηλαδή αποτέλεσμα του μεσολαβητικού του
έργου, συνηθίζουν να του λένε: «άιντι σι μ’τζουρώσαν, σι πιράσαν ντ’ πιρουστιά». Πραγματικά,
συνηθίζουν στις περιπτώσεις αυτές «ντου προυξιν’τή να ντου μ’τζουρών’». Όταν δηλαδή επιστρέψει
και ανακοινώσει το αρνητικό αποτέλεσμα, αυτοί που τον έστειλαν να κάμει την πρόταση,
προσπαθούν χωρίς να τους αντιληφθεί να του κάμουν στο πρόσωπο ένα σημάδι με «μ’τζούρα»
(μαυράδα) από ένα μαυρισμένο τηγάνι, τέντζερη κτλ. («άμα δε μπουρέσ’ κανές να κάν’ ντή
μπρουξινιά κι ντου καταφέρ’, ντου μ’τζουρών’. Κι’ άμα δουν κανένα μ’ζτουρουμένου ντου λεν’ :
προξινιά έκαμις κι’ είσι μ’τζουρουμένους;»). Για τον άμεσα, πάλι, ενδιαφερόμενο πρόσωπο (νέο ή
κοπέλα), που κάνει την πρόταση, συνηθίζουν να λένε πειραχτικά: (π.χ.) «η Γιώργους έφαγι ντή
χ’λόπ’τα». Σχετικό είναι και το παρακάτω πειραχτικό δίστιχο: Έφαγις ντή χ’λόπ’τα μι ξύλινον
κουτάλ’κι λάβι την υπουμουνή, όπους τη λάβαν κ’ άλλ’. Σχετική επίσης είναι και η εξής παροιμιώδης
φράση: «Καλουφάγουτ’ η χ’λόπ’τα», που λέγεται κι’ αυτή σε τέτοιες περιπτώσεις. Συμβαίνει επίσης
πολλές φορές ένας νέος να κάμει πρόταση γάμου σε μια κοπέλα και όχι μόνο να μη γίνει δεκτή,
αλλά ύστερα από λίγο καιρό η κοπέλα αυτή να αρραβωνιαστεί και στη συνέχεια να παντρευτεί με
κάποιον άλλο. Τότε, όσοι θέλουν να πειράξουν τον «αποτυχόντα» (συνήθως φίλοι και συνομήλικοί
του) τη μέρα που παντρεύεται η κοπέλα, παίρνουν μερικά κέρατα από τα σφαχτά του γάμου και τα
κρεμούν στο μάνταλο (σύρτη) της πόρτας του σπιτιού του. Το ίδιο κάνουν και για μια κοπέλα στην
περίπτωση που θα αποτύχει η πρόταση γάμου προς ένα νέο. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση,
είτε δηλαδή η κοπέλα απορρίψει την πρόταση είτε ο νέος, επηρεάζονται, όπως είναι φυσικό, οι
σχέσεις ανάμεσα στις δύο οικογένειες. Πολλές φορές μάλιστα σε βαθμό που να ψυχραθούν. Ο
προξενητής, εξάλλου, στην περίπτωση που θα απορρίψουν την πρόταση, για να δείξει ότι δεν
πρόκειται απ’ αυτό να στεναχωρηθεί ούτε ο ίδιος ούτε αυτοί για λογαριασμό των οποίων έκαμε την
πρόταση, συνήθως λέει την εξής παροιμιώδη φράση: «αρνί κιφάλ’, άλλου στου πουδάρ’», που
σημαίνει: (Αν πάρουμε το κεφάλι ενός αρνιού, αν σφάξουμε ένα αρνί, μπορούμε να το
αντικαταστήσουμε με άλλο). Δεν πάει να πει δηλαδή ότι αυτό ήταν και δεν μπορούμε να βρούμε
άλλο. Τέλος, συνηθίζουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις να λένε και τις εξής φράσεις: «άμα δε θέλ’τς ισύ,
άλλους θα νέρθ’» και: «σκαμνιού πουδάρ’ λυγίτικου, άλλου κυπαρισσίτικου», που σημαίνει: (Αν
έσπασε το πόδι ενός σκαμνιού καμωμένου από λυγαριά (λυγιά = λυγαριά), μπορούμε στη θέση του
να βάλουμε άλλο και μάλιστα από κυπαρίσσι, δηλαδή πολύ καλύτερο). Όλες αυτές οι
παροιμιώδεις φράσεις και προπάντων η πρώτη και η τρίτη με την αλληγορική τους σημασία
κρύβουν ασφαλώς πολύ εγωισμό και λέγονται για να μετριάσουν την προσβολή από την απόρριψη
της πρότασης. Αν αυτοί στους οποίους γίνεται η πρόταση συμφωνούν από την πρώτη στιγμή,
συνήθως απαντούν στον προξενητή ως εξής: «ίς Αλάχ, Θιός να δώσ’ να μη χαλάσ’. Άμα είνι τυχηρό,
θα γίν’ κι’ άμα δεν είνι, θα χαλάσ’. Αλλά ιδώ απ’ τα είπαμ’ όσα είπαμ’, ιδώ να μείν’». Και συνήθως
18
προσθέτουν: «ισείς άμα θέλτι ένα, ιμείς θέλουμ’ δέκα». Λένε δε όλα τα παραπάνω από τη μια για να
δείξουν, ότι συμφωνούν πάνω στην πρόταση που τους έγινε κι’ από την άλλη για να αποτρέψουν
κάθε κακή ενέργεια τρίτου προσώπου, που είναι δυνατό καμιά φορά να δυσαρεστηθεί από το
συνοικέσιο αυτό και να θελήσει να το διαλύσει. Γι’ αυτό και φροντίζουν τις πρώτες μέρες, ώσπου να
επισημοποιηθεί, να το κρατήσουν μυστικό. Υπάρχει πάντα φόβος να μπει κάποιος στη μέση και να
χαλάσει την προξενιά. Πολλές φορές, πάλι, συμβαίνει να συμφωνούν οι πιο πολλοί από τους
οικείους των μελλονύμφων, καθώς και οι ίδιοι οι μελλόνυμφοι, να διαφωνεί όμως ο πατέρας του
κοριτσιού ή του νέου. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η προξενιά συνήθως πετυχαίνει. Γι’ αυτό και
συνηθίζουν να λένε: «σα θέλ’ η νύφη κι’ η γαμπρός, τύφλα να ‘χ’ η πιθιρός», φράση γνωστή κι’ απ’
άλλα μέρη της πατρίδας μας. Από την ώρα που οι δυο πλευρές θα συμφωνήσουν μεταξύ τους,
μπορούν οι μελλόνυμφοι να κυκλοφορούν μαζί, συνοδευόμενοι πάντοτε απαραίτητα από ένα
αγοράκι ή κοριτσάκι του συγγενικού τους περιβάλλοντος. Αν, λοιπόν, ο προξενητής κάμει την
πρόταση και γίνει δεκτή, ακολουθεί συζήτηση σε γενικές γραμμές για την προίκα. Γιατί, μολονότι οι
λεπτομέρειες γι’ αυτό το θέμα θα συζητηθούν από τους γονείς των μελλονύμφων σε ειδική
συνάντηση, συνηθίζεται να γίνεται λόγος και κατά την πρώτη αυτή επίσκεψη του προξενητή κι
προπάντων όταν το στέλνει η οικογένεια της κοπέλας που διαθέτει μεγάλη προίκα. Σ’ αυτές μάλιστα
τις περιπτώσεις ο προξενητής προσπαθεί με κάθε τρόπο ιδιαίτερα να τονίσει το τι διαθέτει για
προίκα η υποψήφια νύφη, για να τους επηρεάσει με τα «τάματα» και να αποδεχτούν την πρόταση.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, αν η πρόταση γίνει αποδεκτή, ύστερα από μερικές μέρες
συναντιούνται οι γονείς των μελλονύμφων, οι συμπέθεροι «του ζ’μπιθιρουλόϊ»_-συνήθως στο σπίτι
της κοπέλας - και συζητούν με κάθε λεπτομέρεια για τα «τάματα», για το τι δηλαδή θα τάξουν, θα
υποσχεθούν να δώσουν οι γονείς της κοπέλας στους μελλονύμφους. Επειδή δε πολλές φορές τα
«τάματα» είναι πολύ δελεαστικά και επειδή όχι λίγες φορές παντρεύονται κοπέλες πολύ άσχημες
μόνο και μόνο γιατί διαθέτουν μεγάλη προίκα, συνηθίζουν στις περιπτώσεις αυτές να λένε την εξής
παροιμιώδη φράση: «οι προίκις κι τα τάματα παντρεύουν τα φαντάματα» (δηλ. οι μεγάλες προίκες
και οι πολλές υποσχέσεις παντρεύουν και τις πολύ άσχημες ακόμη κοπέλες). Τη φράση αυτή
συνηθίζουν να τη λένε οι οικείοι μιας κοπέλας, που έκαμε πρόταση γάμου σ’ ένα νέο κι’ εκείνος την
απέρριψε, επειδή η υποψήφια δε διέθετε αξιόλογη προίκα. Μ’ αυτόν τον τρόπο μετριάζουν κατά
κάποιο τρόπο την προσβολή από την απόρριψη της προτάσεως, αφού, σύμφωνα με τη φράση, η
απόρριψη οφείλεται όχι σε λόγους ηθικής, τιμής, ομορφιάς, αλλά στο ότι η υποψήφια δε διέθετε
μεγάλη προίκα, πράγμα δηλαδή δευτερεύον, χωρίς ιδιαίτερη σημασία, χωρίς ηθικό βάρος.
Συνηθίζουν επίσης να λένε πολύ αυτή η φράση συγγενικά πρόσωπα — κυρίως η μάνα — μιας
κοπέλας, που μολονότι είναι όμορφη, δεν μπορεί να παντρευτεί, γιατί δε διαθέτει προίκα, ενώ
αντίθετα άλλες παντρεύονται μολονότι πολύ άσχημες. (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 507)
19
 Η κατάλληλη για γάμο ηλικία…

Οι νέοι στην Ίμβρο παντρεύονται συνήθως από τα 22 ως τα 25 χρόνια. Είναι όμως δυνατό να
παντρευτούν και σε μεγαλύτερη ηλικία, σπάνια όμως πριν από τα 22 χρόνια.
Οι κοπέλες σε σύγκριση με τους άντρες παντρεύονται κατά κανόνα σε μικρότερη ηλικία συνήθως
αφού συμπληρώσουν τα 17 τους χρόνια. Επειδή, όταν περάσει κάπως η ηλικία μιας κοπέλας,
δύσκολα μπορεί να παντρευτεί, στις διάφορες γιορτές και προπάντων το Πάσχα οι κάπως
περασμένες στην ηλικία φροντίζουν να περιποιηθούν πιο πολύ τον εαυτό τους, ώστε να ξεγελάσουν
κανένα νέο. Ο λαός όμως με το θυμόσοφο πνεύμα που το διακρίνει αποτρέπει τους νέους να
διαλέγουν «νύφες» κατά το Πάσχα, και, φυσικά, και κατά τις άλλες μεγάλες γιορτές με το εξής
παραινετικό δίστιχο: «Ντού Μα’ λουγου μη λιμπιστείς κι τη Λαμπρή γυναίκα κι’ αν είνι ικατό χρουνώ,
σι λέν’ πώς είνι δέκα». (Το Μάιο άλογο μη λιμπιστείς, μη ποθήσεις). Γιατί, όπως εύκολα μπορείς να
γελαστείς το Μάιο στην εκτίμηση της ηλικίας ενός αλόγου, αφού, όπως είναι γνωστό, την εποχή
αυτή και τα πιο αδύνατα και πιο μεγάλα στην ηλικία ζώα καλοτρέφονται και φαίνονται μικρότερα
και γερά, έτσι και το Πάσχα (και κάθε μεγάλη γιορτή) εύκολα μπορείς να πέσεις έξω στην εκτίμηση
της ηλικίας μιας κοπέλας, αφού τέτοιες γιορτερές μέρες όλες τους στολίζονται και περιποιούνται τον
εαυτό τους με το παραπάνω και οπωσδήποτε φαίνονται πολύ πιο μικρές απ’ ότι είναι στην
πραγματικότητα. (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 510)

 Δώρα στον προξενητή

Αν ο προξενητής κατορθώσει να φέρει σε πέρας την αποστολή του, συνηθίζουν να του δίνουν
δώρα. Η νύφη δίνει δώρο στον προξενητή, είτε από το μέρος της γίνεται η πρόταση είτε από το
μέρος του γαμπρού. Οπωσδήποτε όμως η ηθική αυτή υποχρέωση είναι μεγαλύτερη, όταν η πρόταση
γίνεται από το μέρος της. Ο γαμπρός στέλνει δώρο στον προξενητή, όταν η πρόταση γίνεται απ’
αυτόν. Όταν όμως την πρόταση την κάνει η κοπέλα, μπορεί να κάμει μπορεί και να μην κάνει δώρο.
Τα δώρα και στη μια και στην άλλη περίπτωση, είτε δηλαδή προέρχονται από το γαμπρό είτε από τη
νύφη, είναι συνήθως ίδια: Ένα κουστούμι, ένα υποκάμισο ή κάτι παρόμοιο, όταν ό προξενητής είναι
άντρας, ένα φουστάνι, ένα ζευγάρι παντόφλες ή κάτι παρόμοιο, όταν ο προξενητής είναι γυναίκα.
Οπωσδήποτε δηλαδή κάτι που να φοριέται (ενδύματα ή υποδήματα). (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ.
510-511)

20
Β) Αρραβώνας

 «Του λουγουσήμαδου»

Αφού κατά την πρώτη επίσημη συνάντηση των συμπεθέρων στο σπίτι της νύφης, λίγες μέρες μετά
την πρόταση, συζητηθεί το θέμα της προίκας απ’ όλες τις πλευρές και σ’ όλες τις λεπτομέρειες και
εφόσον οι συμπέθεροι μείνουν σύμφωνοι σε όλα, ο γάμος θεωρείται πια βέβαιος. Γι’ αυτό το λόγο
στην πρώτη αυτή συνάντηση αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία και μετά απ’ αυτή γίνεται και η
ανταλλαγή των διάφορων δώρων. Θα πρέπει μάλιστα να σημειωθεί, ότι κατά τη συνάντηση αυτή και
μετά την οριστική συμφωνία στο θέμα της προίκας, η μάνα του γαμπρού υποχρεωτικά δίνει στη
νύφη της «λουγουσήμαδου» (σημάδι για το λόγο που έδωσαν).Το λογοσήμαδο είναι συνήθως ένα
«μαλαματ’κό» (χρυσαφικό). Συνηθίζονται πιο πολύ τα εξής: ένας χρυσός σταυρός, ένα χρυσό
«δαχ’λίδ’», ένα φλουρί και άλλα παρόμοια. Το λογοσήμαδο το λένε και «πρώτου σ’μάδ’» ή «πρώτου
κέρασμα», γιατί είναι το πρώτο σημάδι, το πρώτο κέρασμα (δώρο), που δίνεται μετά την οριστική
συμφωνία. Την ίδια ώρα κατά την επίσημη αυτή συνάντηση δίνει λογοσήμαδο και η μάνα της νύφης
στο γαμπρό. Και στην περίπτωση αυτή το λογοσήμαδο είναι, όπως και στην περίπτωση της νύφης,
ένα «μαλαματ’κό» (χρυσή λίρα, φλουρί και κ.λπ.). (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 511)

 Η τελετή

Ο αρραβώνας στην Ίμβρο λέγεται «αρ’βώνα», «αρ’βώνις» και «γιαρ’βώνις». Οι «γιαρ’βώνις»


γίνονται συνήθως μέσα σ’ ένα μήνα από την προξενιά. Γίνονται δε πάντοτε στο σπίτι της νύφης και
οπωσδήποτε βράδυ. Προτιμούν να είναι βράδυ Σαββάτου ή Κυριακής ή μιας οποιασδήποτε γιορτής.
Τις άλλες μέρες δεν κάνουν «γιαρ’βώνις». Αποφεύγουν δε πάντοτε τη Δευτέρα. Υπάρχει πρόληψη
ότι «γιαρ’βώνις» που γίνονται Δευτέρα, «διφτιρών’» (δευτερώνουν), δηλαδή δε στεριώνουν. Ένα
κορίτσι από το συγγενικό περιβάλλον της νύφης προσκαλεί τους συγγενείς και φίλους της νύφης κι’
ένα δεύτερο από το συγγενικό περιβάλλον του γαμπρού προσκαλεί τους συγγενείς και φίλους του
γαμπρού. «Απόψι έχουμ’ τ’ς αρ’βώνις κι’ άμα έχ’τι την ιφκαρίστησ’, ουρίστι» συνηθίζουν να λένε τα
κορίτσια αυτά στις οικογένειες που προσκαλούν. Κι’ οι προσκαλούμενοι απαντούν: «’Φχαριστούμι,
θα ‘ρτουμ’», αφού, βέβαια, πρωτύτερα πουν τις σχετικές ευχές. Οι συνηθέστερες για την περίπτωση
αυτή είναι οι εξής: α) «Καλουρίζ’κις οι γιαρ’βώνις κι ζντή μιγάλ’ χαρά» (και στο γάμο να χαρούμε).
β) «Καλουρίζ’κα, και ζντή μιγάλ’ χαρά». γ) «Καλουρίζ’κις κι στ’ ανώτιρα» (και στο γάμο δηλαδή). Τα
κορίτσια που τους προσκαλούν, ευχαριστώντας τότε για τις τόσο θερμές ευχές, αντεύχονται ως εξής:
«Κι σας να σας αξιώσ’ στα πιδγιά σας», όταν, φυσικά, απευθύνονται σε γονείς που τα παιδιά τους

21
είναι ανύπαντρα. Όταν όμως απευθύνονται σε γονείς, που έχουν και παντρεμένα και ελεύθερα
παιδιά, αντεύχονται: «Κι σας να σας αξιώσ’ στα υπόλοιπα». Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι
τους στενούς συγγενείς δεν τους προσκαλούν τα δύο αυτά κορίτσια, αλλά ο γαμπρός και η νύφη,
πηγαίνοντας και οι δύο μαζί. Στις «γιαρ’βώνις» παίρνει μέρος «κι’ η παπάς» του χωριού, ο οποίος
αλλάζει «τσί βιργέτις» (τα δαχτυλίδια). Αν όμως δεν υπάρχει παπάς, τότε τα δαχτυλίδια τα αλλάζει ο
πατέρας του γαμπρού. Και σε περίπτωση που ο γαμπρός είναι ορφανός, τα αλλάζει ο πατέρας της
νύφης ή ο νονός. Στην αρχή «σταυρώνει» τα δαχτυλίδια πάνω σε μία εικόνα και μετά τα περνάει στα
χέρια των μελλονύμφων. Πρώτα περνάει το δαχτυλίδι του γαμπρού και κατόπι της νύφης. Το
άλλαγμα των δαχτυλιδιών είναι το κυριότερο και σπουδαιότερο, ίσως, μέρος του αρραβώνα και γι’
αυτόν το λόγο η φράση «άλλαξαν τσί βιργέτις», σημαίνει, ότι επισημοποίησαν οι δύο πλευρές την
αρχική τους συμφωνία. Μετά το άλλαγμα των δαχτυλιδιών ακολουθούν κεράσματα, φαγοπότι,
τραγούδια και χοροί, που πολλές φορές διαρκούν ως τις πρωινές ώρες. Την άλλη μέρα στο γραφείο
της κοινότητας συντάσσεται και υπογράφεται «του προικουσύμφουνου» (λέγεται και
«προικουχάρτ’»). Για να είναι έγκυρο το υπογράφουν, εκτός από τον πατέρα της νύφης, ο πρόεδρος
του χωριού, που ασφαλώς παίζει το ρόλο του βυζαντινού νοταρίου, και 3 μάρτυρες, όσους δηλαδή
απαιτούσε σ’ αυτή την περίπτωση η σχετική βυζαντινή συνήθεια. (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 511-
512)

Γ) Προίκα

Αναφέραμε πιο πάνω, μιλώντας για την κατάλληλη για γάμο ηλικία, ότι οι κοπέλες
αρραβωνιάζονται κατά κανόνα αφού συμπληρώσουν το 17ο χρόνο της ηλικίας τους. Ο γονείς τους
όμως φροντίζουν να ετοιμάσουν το μεγαλύτερο τουλάχιστο μέρος της προίκας πολύ νωρίτερα,
συνήθως μόλις τα κορίτσια τους συμπληρώσουν τα δέκα χρόνια. Και, φυσικά, όσο περνούν τα
χρόνια, άλλο τόσο μεγαλώνουν και οι φροντίδες των γονέων για την ολοκλήρωση της προίκας.
Ύστερα μάλιστα από τις «γιαρ’βώνις» επισπεύδουν τις ετοιμασίες, ώστε η μέρα του γάμου να είναι
έτοιμη όλη η προίκα, που υποσχέθηκαν να δώσουν στους νεόνυμφους. Συνήθως για προίκα δίνουν:
χωράφια, «λουστάσια» (χωράφια με ελαιόδεντρα), αμπέλια, ένα τουλάχιστο σπίτι, διάφορα οικιακά
ζα (πρόβατα, γαϊδάρους κτλ.), «ρουχικά» (κουβέρτες, κιλίμια κτλ.), στρώματα, «κατσιές» (εγχώριες
μάλλινες κουβέρτες υφασμένες στον αργαλειό). Οι πλούσιοι, βέβαια, συνήθως δίνουν και μετρητά.
Αν η νύφη δεν έχει κανένα αδερφό, τότε οι γονείς της δίνουν για προίκα και το «ντάμι». Εφόσον
όμως έχει έστω και έναν αδερφό, το «ντάμι» κανονικά ανήκει σ’ αυτόν.
Όταν η νύφη είναι πρωτοπαίδι (πρωτότοκη), συνήθως οι γονείς της δίνουν μεγαλύτερη προίκα.
Αφήνουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις ελεύθερο το γαμπρό να διαλέξει ότι θέλει. Αν όμως ζητήσει

22
περισσότερα από όσα αξίζει, τότε μπορεί να χαλάσει και το συνοικέσιο ακόμη. (π.χ. «άμα η θατέρα
είνι προυτουπαίδ’, τότι η νταντά τ’ς νύφς’ βάζ’ του γαμπρό στου διαλόι. Άμα όμως η γαμπρός γυρέψ’
παραπάν’ απού τ’ν αξιά τ’, ντού δίν’ τα κατουρ’μένα τ’ κι φεύγ’»).
Κάθε κορίτσι για να παντρευτεί, πρέπει υποχρεωτικά να διαθέτει ιδιαίτερο σπίτι. Γ’ αυτόν το λόγο
οι γονείς που έχουν κορίτσια είναι υποχρεωμένοι να χτίσουν για το καθένα ξεχωριστό σπίτι. Αν
μάλιστα συμβεί να μην είναι έτοιμο το σπίτι τη μέρα που ορίστηκε να γίνει ο γάμος, τότε
αναγκαστικά αναβάλλεται η τέλεσή του, αφού στο νέο σπίτι πρόκειται να εγκατασταθεί το νέο
ζευγάρι, οι νεόνυμφοι, αμέσως μετά τη στέψη. Αν ένας πατέρας έχει περισσότερες από μία
θυγατέρες, τότε το πατρικό σπίτι μένει στη μικρότερη θυγατέρα. Μετά το γάμο της οι γονείς χτίζουν
ένα μικρό σπίτι για τα γηρατειά τους. Γι’ αυτό το λόγο το σπίτι αυτό το λένε «γ έ ρ ι κ ο». (Αλ.
Μπακαϊμης 1979, σελ. 513-514)

Δ) Τα ψωμιά του Γάμου

Το πρωί της Πέμπτης, τρεις δηλαδή μέρες πριν από την Κυριακή του γάμου, στο σπίτι του γαμπρού
και της νύφης συγκεντρώνονται γυναίκες από το συγγενικό τους περιβάλλον και «κουσκ’νίζ’ τ’
αλεύρια», ετοιμάζουν δηλαδή το αλεύρι για τα ψωμιά του γάμου. Την άλλη μέρα τόσο στο σπίτι του
γαμπρού, όσο και της νύφης συγκεντρώνονται κορίτσια αμφιθαλή και ετοιμάζουν τα απαραίτητα για
το γάμο ψωμιά και γλυκά. Άλλα ετοιμάζουν τα «‘μυγδαλουτά», άλλα τα «παντεσπάνια» και άλλα
«ζ’μών’ τα ψουμιά». Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί, ότι μαζί με τα άλλα ψωμιά ζυμώνουν και ένα
ειδικό γλυκό ψωμί, που, όπως θα δούμε πιο κάτω, το λένε «κλιφτουψώμ’». Παρασκευάζεται από
αλεύρι, ζάχαρη, βούτυρο, αυγά και σόδα. Όταν ετοιμάσουν όλα τα απαραίτητα ψωμιά και γλυκά,
ανάβουν το φούρνο για να τα ψήσουν. Πρώτα πρώτα ψήνουν τις «φουρνόπ’τις». Οι «φουρνόπ’τις»
παρασκευάζονται από το ίδιο ζυμάρι που παρασκευάζονται και τα άλλα ψωμιά του γάμου. Είναι
όμως πολύ λεπτές και γι’ αυτό ψήνονται πολύ γρήγορα, σε 2-3 λεπτά της ώρας. Αυτός ακριβώς είναι
και ο λόγος που στο χωριό Σχοινούδι τις λένε «γουργόπ’τις», επειδή δηλαδή ψήνονται γοργά, πάρα
πολύ γρήγορα. Στο χωριό Άγιοι Θεόδωροι, τις λένε «ζιστουψώμ’», επειδή τις τρώνε πολύ ζεστές,
μόλις τις βγάλουν από το φούρνο. Αφού βγάλουν τις «φουρνόπ’τις» απ’ το φούρνο, κόβουν την
κάθε μια σταυρωτά σε τέσσερα κομμάτια, τα αλείφουν από πάνω με μέλι και μετά στέλνουν ένα
κομμάτι σε κάθε οικογένεια που θέλουν να καλέσουν στο γάμο. Αποτελεί, δηλαδή, το μοίρασμα των
κομματιών από τις «φουρνόπ’τις» ένα είδος γενικού καλέσματος στο γάμο. Γιατί τους πολύ στενούς
συγγενείς (αδέρφια, κουμπάρο κτλ.) τους προσκαλούν και με φουρνόπ’τα και με «κλίκ’» (λ.χ. «Σι
καλέσαν ζντού γάμου; — Μι καλέσαν κι μι φέραν κι κλίκ’»). Γι’ αυτό για κείνους που παίρνουν μέρος
στο γάμο (φαγητό, γλέντι) χωρίς να τους έχουν καλέσει ούτε και με «φουρνόπ’τα», συνηθίζουν να

23
λένε τη γνωστή κι’ από άλλες περιοχές παροιμιώδη φράση: «ακάλιστους γάδαρους ζντού γάμου τι
γυρεύ’;» (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 515-516)

Ε) Γαμήλια Αρτοποιήματα

 «Τα κλίκια»

Τα «κλίκια» (βυζαντινά κουλίκια) είναι ένα είδος γλυκού , καλύτερα, ένα είδος γλυκού ψωμιού.
Παρασκευάζονται από ζυμάρι, ζάχαρη, λάδι και μαστίχα και ψήνονται στον ίδιο φούρνο που
ψήνονται και τα άλλα ψωμιά του γάμου. Από το πάνω μέρος τα στολίζουν με τρία «π’λούδια»,
ομοιώματα δηλαδή πουλιών, που τα κάνουν επίσης από ζυμάρι. Πιστεύουν, ότι το πουλί φέρνει την
ευτυχία. Το πλάσιμο των «κλικιών» δεν είναι εύκολο πράγμα. Χρειάζεται μαεστρία και πολλή
επιδεξιότητα. Γι’ αυτό ορισμένες μόνο γυναίκες φημίζονται για το γρήγορο και επιδέξιο πλάσιμο
«κλικιών».
Τα «κλίκια», όπως και τις «φουρνόπ’τις», πριν τα στείλουν για κάλεσμα τα αλείφουν από πάνω με
μέλι. Επειδή δε, όπως και παραπάνω έγινε λόγος, με «κλίκια» προσκαλούν τους στενούς συγγενείς,
όταν κάποιος επισκέπτεται έναν άλλο σε ακατάλληλη ώρα, λόγου χάρη πολύ πρωί, συνηθίζουν να
λένε ειρωνικά την εξής παροιμιώδη φράση: «το κλίκ’ σι στείλαν κι’ ήρθις προυΐ προυΐ;».
Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, μολονότι και τα «κλίκια» και οι «φουρνόπ’τις» και όλα τα
άλλα ψωμιά και γλυκά του γάμου ψήνονται όλα μαζί την Παρασκευή, οι «φουρνόπ’τις» μοιράζονται
την ίδια μέρα, αμέσως μετά το ψήσιμο, ενώ τα «κλίκια» την άλλη μέρα, το Σάββατο. (Αλ.
Μπακαϊμης 1979, σελ. 516)

 «Τα μιλουμένα κλίκια»

Την Παρασκευή μαζί με τα άλλα γλυκά και ψωμιά ετοιμάζουν και τα τρία «μιλουμένα κλίκια». Τα
«μιλουμένα κλίκια» μοιάζουν με μικρά στρογγυλά ψωμιά και τα λένε «μιλουμένα», επειδή τα
αλείφουν από πάνω με μέλι, μολονότι και τα άλλα, όπως πιο πάνω έγινε λόγος, τα αλείφουν, πριν τα
μοιράσουν, με μέλι. Αυτά τα τρία «μιλουμένα κλίκια» έχουν ειδικό προορισμό. Τη Δευτέρα μετά το
γάμο τα παίρνει η νύφη και τα πηγαίνει στις τρεις γεροντότερες γυναίκες του χωριού και δίνει σε
καθεμιά από ένα. Η κάθε γριά παίρνοντας το «μιλουμένου κλίκ’», της εύχεται: «πολύχρουν’, τα
χρόνια μ’ να πάρ’ς». (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ. 516-517)

24
 «Του κλιφτουψώμ’»

Μόλις βγάλουν απ’ το φούρνο τις «φουρνόπ’τις», «μι ντούν ίδιου ντού φουρνητό», χωρίς δηλαδή
να ξανακάψουν το φούρνο, μιας και διατηρεί ακόμη την απαραίτητη πυρά, βάζουν για ψήσιμο τα
ψωμιά. Μπροστά μπροστά, προς την πόρτα του φούρνου, βάζουν μέσα σ’ ένα νταβά το
«κλιφτουψώμ’», το ειδικό γλυκό ψωμί για το οποίο έγινε λόγος πιο πάνω. Από την ώρα που θα
βάλουν στο φούρνο το «κλιφτουψώμ’», ως την ώρα που θα ψηθεί, η νοικοκυρά ή μια άλλη γυναίκα
κάθεται κοντά στο φούρνο και το «φυλάγει» να μην το κλέψουν. Όταν ψηθεί — το
«κλιφτουψώμ’»— φεύγει αυτή η γυναίκα, ο φύλακας, να πούμε, του φούρνου και τότε αγόρια και
κορίτσια, τρέχοντας με φωνές και τραγούδια, πηγαίνουν και «κλέβουν» το ειδικό αυτό ψωμί και γι’
αυτόν ακριβώς το λόγο το λένε «κλιφτουψώμ’». Το πηγαίνουν ύστερα στο σπίτι της νύφης (εφόσον
πρόκειται για το «κλιφτουψώμ’» της νύφης), το κόβουν σε μικρά κομμάτια, τ’ αλείφουν από πάνω
με μέλι και μετά τα μοιράζουν στους ελευθέρους και τις ελεύθερες του χωριού «για να πάρ’
(πάρουν) του γούρ’», για να παντρευτούν δηλαδή γρήγορα. Προτού μάλιστα τα μοιράσουν,
συνηθίζουν να στέλνουν ένα κομμάτι απ’ το «κλιφτουψώμ’» του γαμπρού στη νύφη και ένα από της
νύφης στο γαμπρό. Οι ευχές που συνηθίζουν να λένε οι ελεύθεροι και οι ελεύθερες, όταν παίρνουν
το «κλιφτουψώμ’», είναι κατά κανόνα ίδιες μ’ εκείνες που συνηθίζουν να λένε οι προσκαλούμενοι,
όταν παίρνουν τα «κλίκια» και τις «φουρνόπ’τις»: «Η ώρα η καλή» κ.ά. Την παράξενη και
ιδιόρρυθμη συνήθεια να κλέβουν το ψωμί («κλιφτουψώμ’») θα μπορούσαμε ασφαλώς να τη
συνδέσουμε με το έθιμο της αρπαγής της νύφης, ένα έθιμο που, όπως γράφει ο καθηγητής της
Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας κ. Κ. Ρωμαίος «προβάλλει σα σπονδυλική στήλη, σαν το
βασικό αίτιο, σε ποικίλα επεισόδια της αρχαίας μυθολογίας. Κρατάει τη μακρινή της ανάμνηση στη
«μιμητική» αρπαγή της νύφης που γίνεται ακόμα σε μερικά έθιμα του γάμου, ιδίως του
νεοελληνικού, όπως παρουσιάζεται στα Ακριτικά τραγούδια, ιδίως στα επεισόδια της ζωής του
Διγενή Ακρίτα… Η καταγωγή του εθίμου αυτού έρχεται από κοινωνίες εθνολογικά πρωτόγονες και
στερημένες από ικανή κεντρική διοικητική ασφάλεια». (Αλ. Μπακαϊμης 1979, σελ.516-517)

ΣΤ) Τα στέφανα

Στην Ίμβρο πριν το θρησκευτικό γάμο πρέπει να γίνει ο πολιτικός. Οι ενδιαφερόμενοι κατεβαίνουν
στον αρμόδιο υπάλληλο του ληξιαρχείου στην πρωτεύουσα Παναγία. Αφού προσκομίσουν τις
ιατρικές εξετάσεις, υπογράφουν και επικυρώνεται το σχετικό πιστοποιητικό. Δεν το παίρνουν οι
ίδιοι, αλλά στέλνεται και το κρεμάζουν στο καφενείο της κοινότητας για 10- 15 ημέρες. Όποιος
μετανιώσει (απ’ τους ενδιαφερομένους) μπορεί να τ’ αφαιρέσει. Αν όμως δε συμβεί αυτό, τότε

25
αφού επικυρωθεί απ’ τον πρόεδρο της κοινότητας, θα μπορεί η Μητρόπολη να δώσει την άδεια, για
την τέλεση του Θρησκευτικού γάμου. Μια βδομάδα πριν το γάμο αρχίζουν οι μεγάλες ετοιμασίες,
ιδιαίτερα απ’ τη νύφη με τη βοήθεια συγγενών και φίλων. Τις τρεις πρώτες μέρες γίνονται οι
δουλειές. Πλύσιμο, σιδέρωμα, στόλισμα, γιατί απ’ την Πέμπτη αρχίζουν το ζύμωμα, το ψήσιμο των
ψωμιών, των γλυκών κ.τ.λ. Την παραμονή του γάμου φροντίζουν για το σφάξιμο των απαραιτήτων,
για το γλέντι, ζώων. Από το πρωί του Σαββάτου στο σπίτι της νύφης πηγαίνει ο χασάπης και
ετοιμάζει τα σφαχτά. Το ίδιο γίνεται και στο σπίτι του γαμπρού. Ο γαμπρός συνηθίζεται να δένει
πριν το σφάξιμο στα μάτια του κάθε ζώου ένα μαντήλι. Μετά το σφάξιμο όλα τα μαντήλια τα
παίρνει σαν δώρο ο χασάπης. Το βράδυ του Σαββάτου λούζεται η νύφη και ο γαμπρός ο καθένας
στο σπίτι του. Τη νύφη τη βοηθούν οι φίλες της και κυρίως η παράνυφη, το ίδιο γίνεται και με το
γαμπρό. Τα νερά μετά το λούσιμο τα ρίχνουν στ’ απάτητα μέρη: στον τρόχαλο, στα λουλούδια του
κήπου, στη θάλασσα κλπ. Αυτό το βράδυ στο σπίτι της νύφης και του γαμπρού γίνεται γλέντι, πολλές
φορές μέχρι τα ξημερώματα. Για μεζέδες τρώνε μόνο τα συκώτια απ’ τα σφαχτά. Από το μεσημέρι
της Κυριακής στο σπίτι του γαμπρού μαζεύονται οι φίλοι του για να τον ξυρίσουν και να το
χτενίσουν. Την ώρα που το στολίζουν ρίχνουν τουφεκιές. Αυτό για να τιμήσουν το γαμπρό όπως και
τη νύφη. Αναφέρεται η άποψη ότι οι τουφεκιές ρίχνονται για
να φοβίσουν και να διώξουν τους βλαπτικούς γύρω δαίμονες.
Την ίδια όμως ώρα στολίζεται και η νύφη με τη βοήθεια των
φιλενάδων της. Οι οργανοπαίχτες παίζουν γαμήλιους σκοπούς
και τραγουδούν μαζί με τις νέες τα κατάλληλα γαμήλια
τραγούδια.

Το νυφικό είναι ένα άσπρο φόρεμα και ένα βέλο (άσπρο τούλι) που αρχίζει απ’ το κεφάλι, πιασμένο
με γιρλάντες και φτάνει μέχρι κάτω. Για να μη σέρνεται το κρατάει η παράνυφος. Πάνω στις
γιρλάντες μπαίνουν τα στέφανα. Το νυφικό και τα παπούτσια είναι δώρα του γαμπρού. Όλες οι νέες
που παρευρίσκονται στο στόλισμα της νύφης γράφουν, με μολύβι στον ποδόγυρο του νυφικού από
μέσα, καθώς και στα παπούτσια, η κάθε μια τ’ όνομά της. Την άλλη μέρα το κοιτάζουν και όποιο
όνομα έχει σβηστεί, πιστεύουν πώς η νέα αυτή θα παντρευτεί γρήγορα.

Την ώρα που στολίζουν τη νύφη και το γαμπρό τραγουδούν και το «νυφκάτου»:

Σήμερα γάμος γίνεται δεν είναι πατινάδα


σήμερα που χωρίζεται η κόρη από τη μάνα.
Σήμερα γάμος γίνεται δεν είναι πανηγύρι
ήρταν οι ξέν’ από ξενιού να κάνουνε συγύρι.
26
Σήκω νύφημ’ χαιρέτισε της μάνας σου το χέρι
κι ήρτε η ώρα η καλή να κάνεις άλλο ταίρι.
Έβγα νύφημ’ στην πόρτα σου να δεις το παλληκάρι
π’ άλλαξε και στουλίστηκε
κι’ ρτε για να σε πάρει.
Ποιος ήταν ο προξενητής που έκανε τη χάρη
και ζύμιξε το μάλαμα με το μαργαριτάρι;
Γαμπρέ μου να τη χαίρεσαι τη νύφη τη δική σου
απ’ τη στεφανώθηκες με τη θέλησή σου.
Ένα τραγούδι θέ να πω επάνω στο λεμόνι
να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός κι οι συμπεθέροι όλοι.
Ένα τραγούδι θέ να πω επάνω στη δεκάρα
να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός κουμπάρος κι κουμπάρα.
Να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός να ζήσει κι ο κουμπάρος,
να ζήσει το συμπεθεριό να κάνουν κι άλλους γάμους.
Να’ ξηβρα τον προυξενητή που έκανε το γάμο
το μεγαλύτερο καλό ήθελα να τον κάνω.
Δύο καράβια έρχονται από τη Σαμοθράκη,
στο ‘να είναι η νύφη κι ο γαμπρός στ’ άλλο το κουμπαράκι.
Ω! Παναγιά μου Δέσποινα με το Μονογενή σου
τ’ αντρόγυνο που έγινε να δώσεις την ευχή σου.
Γαμπρός είναι ζιμπούλι κι η νύφη λεμονιά
και η κουμπάρα είναι χρυσή τριανταφυλλιά.
Τη νύφη μας την είχαμε στη γλάστρα λουλουδάκι
και τώρα τη χαρίσαμε σ’ ένα παλληκαράκι.
Απόψε πασ’ τ’ αντρόγυνο άναψαν δυο λαμπάδες
στον ουρανό πάν’ οι φωτιές στη γη οι νοστιμάδες.
Νύφημ’ τα χιόνια λούστηκες κι πήρες την ασπράδα
κι απ’ ούλες τις τριανταφυλλιές τη ροδοκοκκινάδα.
Γαμπρέ μου παλληκάρι, γαμπρέ μου τσελεπή
έβγα στο παραθύρι να σκάσουν οι ουχτροί.
Γαμπρός μας είναι άξιος καράβι ν’ αρματώσει
και τα σχοινιά του καραβιού να τα μαλαματώσει.

27
Η γαμήλια πομπή αρχίζει από τότε που ο γαμπρός θα ξεκινήσει με τους συγγενείς και καλεσμένους
για το σπίτι της νύφης. Όπως συμβαίνει σ’ όλα τα ελληνικά χωριά πριν ξεκινήσει, παίρνει την ευχή
των γονιών του. Μπροστά στο εικονοστάσι θα βάλει τρεις μετάνοιες και θα φιλήσει το χέρι τους.
Όταν φτάσει στο σπίτι των πεθερικών του θα βάλει κι εκεί τρεις μετάνοιες και θα τους φιλήσει το
χέρι. Την ώρα αυτή θα του δώσουν και το δώρο που ‘ναι ένα χρυσαφικό (χρυσή λίρα ή φλουρί).
Στη διαδρομή από το σπίτι του μέχρι της νύφης, το γαμπρό τον κρατούν οι γονείς του. Αν δεν έχει
πατέρα ή μητέρα κάποιος απ’ τα αδέρφια του. Κατά τη διάρκεια της
διαδρομής, οι οργανοπαίχτες «πιχνδιατόρ’» παίζουν «ντου
νυφκάτου» .

Και η νύφη τώρα με τη σειρά της θα βάλει τρεις μετάνοιες και θα


φιλήσει το χέρι των γονιών της. Οι γονείς της της εύχονται η ώρα η
καλή και στα χρυσά στέφανα. Ύστερα θα βγει στην αυλή, θα κάνει τρεις μετάνοιες μπροστά στους
γονείς του γαμπρού και θα τους φιλήσει το χέρι. Τόσο η μάνα όσο και η πεθερά της νύφης την ώρα
αυτή της δωρίζουν χρυσαφικό όπως γίνεται και στην περίπτωση του γαμπρού. Στο σπίτι της νύφης
γίνεται η ανταλλαγή των συνοδών, δηλαδή, οι γονείς του γαμπρού θα κρατούν αγκαζέ τη νύφη και
αντίστοιχα οι γονείς της νύφης το γαμπρό.

Στη συνέχεια η γαμήλια πομπή κατευθύνεται στο σπίτι της


κουμπάρας (τσι’ γκπμπάρας). Στο δρόμο οι οργανοπαίχτες που
συνεχίζουν να παίζουν «ντου νυφκάτου», αφού πάρουν και την
κουμπάρα κατευθύνονται στην εκκλησία για τη στέψη. Όταν ο
γαμπρός είναι απ’ άλλο χωριό κα πλησιάζει στο σπίτι της νύφης, σ’
ένα σοκάκι αγόρια και κορίτσια του κλίνουν το δρόμο μ’ ένα σχοινί ή μια κορδέλα για να μην
περάσει. Έτσι τον αναγκάζουν να τάξει κάτι ή να δώσει μπαχτσίσι. Εκείνος βγάζει από τη τσέπη του
ένα ψαλίδι και κόβει την κορδέλα ή το σχοινί. Μετά όλοι μαζί προχωρούν προς τη νύφη. Η στέψη
γίνεται πάντοτε στην εκκλησία την Κυριακή. Πιο παλιά γινόταν και στο σπίτι. Τα στέφανα τ’ αγοράζει
ο κουμπάρος. Τα πολύ παλιά χρόνια η εκκλησία είχε δικά της στέφανα. Ήταν από μέταλλο και
έμοιαζαν σαν καλάθια. Γι’ αυτό τ’ ονόμαζαν «βουδουκέφαλα». Λίγο πριν αρχίσει το μυστήριο, δύο
κορίτσια απλώνουν στην εκκλησία, στο σημείο που θα γίνει η στέψη ένα κλίμιν’, που είναι προίκα
της νύφης. Μόλις τελειώσει η στέψη, θα το πάρει κάποια ανύπαντρη και θα πάει να το τινάξει στο
σπίτι της, για να πάρει το γούρι. Ο παραγαμπρός και η παράνυφη πρέπει να είναι ανύπαντροι και να
ζουν και οι δύο γονείς τους. Οι ανύπαντρες πιστεύουν ότι θα παντρευτούν πιο γρήγορα αν πιουν απ’
το κρασί που δίνει ο παπάς στους νεόνυμφους. Γι’ αυτό μόλις οι νεόνυμφοι πιουν απ’ το κρασί τ’

28
αρπάζουν και πίνουν και κείνες, για να πάρουν το γούρι. Κατά τη φράση «η δε γυνή να φοβήται τον
άνδρα» ο καθένας προσπαθεί να πατήσει τα πόδια του άλλου. Μετά το κρασί ο παπάς προσφέρει
καρύδια με μέλι. Συνήθως οι νεόνυμφοι τρώνε μόνο μέλι, τα καρύδια τα παίρνουν οι παράνυμφοι.
Θα τα βάλουν για τρεις μέρες κάτω απ’ το προσκέφαλο τους, επειδή πιστεύεται πως το πρόσωπο
που θα δουν εκείνες τις μέρες, θα το παντρευτούν. Κατά τη διάρκεια του μυστηρίου μπροστά στο
γαμπρό και τη νύφη στέκονται ένα αγόρι και ένα κορίτσι κρατώντας από μια άσπρη λαμπάδα με
άσπρες κορδέλες. Την πρώτη Κυριακή μετά το γάμο οι νεόνυμφοι θα τις πάνε στην εκκλησία. Ο
καντηλανάφτης θα τις κρεμάσει τη μια στην εικόνα του Χριστού και την άλλη στην εικόνα της
Παναγίας. Από ‘κείνη τη μέρα θα τις ανάβει σε κάθε λειτουργία, ώσπου να καούν μέχρι τέλους. Κατά
τη διάρκεια του χορού του Ησαΐα, ο κόσμος ρίχνει παράδες, ρύζι και κουφέτα. Τα χρήματα τα
μαζεύουν τα παιδιά.

Οι γονείς και μετά οι συγγενείς και φίλοι ασπάζονται τα στέφανα και τους νεόνυμφους και τους
εύχονται: «πουλίχρον’» τη δε κουμπάρα να τα «χλιάσ’».

Έτσι ευχάριστα τελειώνει το μυστήριο του γάμου. Στη


συνέχεια βγαίνουν όλοι απ’ την εκκλησία και η γαμήλια
πομπή κατευθύνεται σ’ ένα καφενείο που έχει νοικιάσει
ο γαμπρός. Στην πόρτα στέκονται νέοι και νέες
κρατώντας δίσκους με ποτά και γλυκά. Τα κεράσματα
είναι ρακί, παντεσπάνι, αμυγδαλωτά και κουραμπιέδες.
Προσφέρονται εκ μέρους της νύφης, του γαμπρού και
της κουμπάρας. Η συνήθεια των Ιμβρίων να κερνούν το μέλι με τα καρύδια ή με τ’ αμύγδαλα είναι
συνέχεια του Βυζαντινού εθίμου με μέλι και σουσάμι.

Μετά τα κεράσματα αρχίζει ο χορός. Πρώτος σέρνει το


χορό ο γαμπρός. Ακολουθούν η νύφη, η κουμπάρα, η
παράνυφη, ο παραγαμπρός και οι υπόλοιποι. Πρώτα
θα χορέψουν ντου «νυφκάτου» και μετά όλους τους
άλλους χορούς. Κάθε ένας που σέρνει το χορό δίνει
μπαχτσίσι στους οργανοπαίχτες. Τη νύφη θα τη
χορέψουν όλοι με τη σειρά. Κατά τις 8 το βράδυ οι
νεόνυμφοι, η κουμπάρα, ο παπάς, η παράνυφος, ο
παραγαμπρός, οι γονείς και οι προσκαλεσμένοι πηγαίνουν στο σπίτι της νύφης για φαγητό. Έτσι για
πρώτη φορά μπαίνουν στο σπίτι τους στεφανωμένοι. Πρώτα θα προσκυνήσουν στο εικονοστάσι και
29
ύστερα θα καθίσουν για να φάνε. Τα φαγητά είναι: σούπα με κρέας βραστό, πατατάτο (κρέας με
πατάτες) και το ρυζάτο (κρέας με ρύζι). Μετά το φαί ξαναγυρίζουν στο καφενείο, όπου συνεχίζεται
ο χορός σχεδόν μέχρι το πρωί . Λίγο πριν το ξημέρωμα σταματάει το γλέντι και όλοι μαζί
συνοδεύουν τους νεόνυμφους στο σπίτι τους. Στη διαδρομή πάλι παίζονται γαμήλιοι σκοποί. (Νίκος
Νταλντάς 1982, σελ. 192-200)

Ζ) Ο Αντίγαμος

Μόλις ξημερώσει η Δευτέρα γίνεται ο αντίγαμος. Στην Ίμβρο οι γαμήλιες τελετές διακρίνονται σε
τρία στάδια όπως στην αρχαιότητα. Δηλαδή, στα προτέλεια, στις τελετές (στους κυρίως γάμους) και
στα τελετές του αντίγαμου (τα επαύλια). Αυτή τη μέρα οι συγγενείς θα πάνε να συμμαζέψουν το
σπίτι. Η νύφη δεν κάνει τίποτα, απ’ το να τους υποδέχεται. Το μεσημέρι τρώνε τις πατσιές, δηλαδή
τα βρασμένα κεφάλια των ζώων που είχαν σφάξει για το γάμο. Το απόγευμα αρχίζει το γλέντι με
τραγούδια και χορούς που διαλύεται κατά τα μεσάνυχτα. Η νύφη στο σπίτι της έχει για αρκετό
διάστημα κουφέτα για να τα κερνάει σ’ αυτούς που πάνε να την επισκεφτούν. Οι νεόνυμφοι τρεις
μέρες μετά το γάμο δεν πρέπει να βγουν έξω. Όταν κάνουν την πρώτη μετά το γάμο έξοδο τους,
πρέπει πρώτα να επισκεφτούν τους γονείς του γαμπρού. Σε οκτώ μέρες απ’ το γάμο τους θα πάνε το
δίσκο με τα στέφανα στην κουμπάρα. Εκτός απ’ τα γλυκά, απαραίτητο είναι και το δώρο. Είναι
ύφασμα για φόρεμα ή υφαντό. Για ένα χρόνο δεν πρέπει να χαιρετήσουν άλλα στέφανα (τα δικά
τους τα βάζουν στο εικονοστάσι) ούτε και τα γράμματα να ακούσουν. Επίσης για ένα χρόνο δεν
πρέπει να πάνε σε κηδεία, ούτε να φάνε κόλλυβα. (Νίκος Νταλντάς 1982, σελ. 200 – 201)

2. ΓΕΝΝΗΣΗ- ΒΑΠΤΙΣΗ

Την ευτυχία του γάμου συμπλήρωνε η γέννηση των παιδιών. Για τ’ αντρόγυνο η γέννηση του
πρώτου παιδιού ήταν κάτι το ξεχωριστό, χωρίς αυτό να σημαίνει πώς υποδέχονταν τ’ άλλα τους
παιδιά με λιγότερο ενθουσιασμό. Τα παιδιά γεννιόντουσαν με τη βοήθεια της μαμής, έργο το οποίο
επιτελούσαν ηλικιωμένες γυναίκες που είχαν κάποια πείρα. Αμέσως μετά τη γέννηση αλάτιζαν το
μωρό, με αποτέλεσμα να κλαίει, επειδή το αλάτι προξενούσε πόνους στο ευαίσθητο κορμάκι τους.
Το μωρό το είχαν αλατισμένο για τρεις μέρες και όταν περνούσαν, η μαμή μαζί με τους γονείς και
μερικούς συγγενείς, του έκαναν το πρώτο του μπάνιο με χλιαρό νερό. Στη λεκάνη έριχναν κέρματα,
που τα ‘παιρνε η μαμή για τον κόπο της. Μετά το μπάνιο περνούσαν το μωρό τρεις φορές μέσα απ’
ένα στεφάνι με αγιόκλημα.

30
Τα νερά αυτά φρόντιζαν να τα ρίχνουν σε απάτητα μέρη, όπως στα λουλούδια του κήπου, στον
τρόχαλο, στη θάλασσα… Πίστευαν ότι η λεχώνα για 40 ημέρες δεν έπρεπε να τρώει θαλασσινά. Σ’
αυτές τις μέρες οι του σπιτιού έπρεπε να έρχονται νωρίς, τα δε ρουχαλάκια του μωρού να
μαζεύονται πριν δύσει ο ήλιος. Η ορθόδοξη κοινωνία
της Ίμβρου ήθελε τα μικρά να βαπτιστούν γρήγορα,
για να πάρουν τη Θεία Χάρη. Σε περίπτωση
αρρώστιας, το παιδί βαπτιζόταν πολύ γρήγορα, ενώ
σε πιο βαριές μορφές προτιμούσαν το
αεροβάπτισμα. Νονός για το πρώτο παιδί ήταν ο
κουμπάρος και όσο για το όνομα που θα έδιναν στο
παιδί το έθιμο ήθελε τον πατέρα να ‘χει τον πρώτο
λόγο. Έτσι, αν ήταν αγόρι έδινε το όνομα του
παππού του. Εκείνο όμως που δε συνηθιζόταν σ’ άλλες περιοχές είναι το εξής: Η μητέρα του
παιδιού δεν παρακολουθούσε ποτέ το μυστήριο της βάπτισης αλλά βρισκόταν στο σπίτι. Τα μικρά
παιδιά παραμόνευαν στην εκκλησία και μόλις άκουγαν τ’ όνομα που έπαιρνε το παιδί έτρεχαν για
να της το αναγγείλουν και να πάρουν το μπαχτσίσι. Μετά τη βάπτιση, στο σπίτι των γονιών
ακολουθούσε γλέντι με σφαχτά, γλυκίσματα και τη συμμετοχή συγγενών και φίλων. Το παιδί επειδή
ήταν αλειμμένο με το Άγιο Μύρο το έλουζαν μετά από τρεις μέρες και τα νερά αυτά τα έριχναν σε
απάτητα μέρη. Τα έξοδα του μυστηρίου αναλάμβανε ο νονός και τα απαραίτητα για το βάπτισμα
ήταν ένα μαλαματ’κό (σταυρός ή φλουρί), μια φορεσιά ρουχαλάκια, κάλτσες και παπουτσάκια.
Επίσης, η λαδοπάνα όπου τύλιγαν το μωρό μόλις έβγαινε απ’ την κολυμβήθρα και η λαδοσκούφια
για το κεφαλάκι του. Στις μεγάλες γιορτές του Χριστιανισμού ο νονός φρόντιζε να στέλνει τα δώρα
του τα οποία ήταν για τα Χριστούγεννα, δηλαδή τα χ’στόσχολα, το χριστουγεννιάτικο κλίκι, τα
Θεοφάνεια τη λαμπάδα. Σ’ αυτή ήταν δεμένα και περασμένα γλυκά, καραμέλες, ακόμη και γρόσια.
Τη λαμπάδα την άναβαν, τη μέρα των Θεοφανείων και άλλοι την επαύριον του Αϊ- Γιαννιού και την
άφηναν στην εκκλησία. Το Πάσχα πήγαινε το κλίκι με το κόκκινο τ’ αυγό. (Νίκος Νταλντάς 1982,
σελ.186-188)

31
 3. ΓΙΟΡΤΈΣ & ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Περιμένοντας τη Γέννηση του Χριστού…

Κατά τη διάρκεια του 40ήμερου οι γιαγιάδες προετοίμαζαν τα εγγόνια τους λέγοντάς τα


παραμύθια για την άφιξη των καλικαντζάρων, οι οποίοι ερχόντουσαν απ’ την απέναντι στεριά με τις
μπουμπουκαρύδες , τις οποίες χρησιμοποιούσαν ως πλοία. Παραμονή των Χριστουγέννων, κάθε
σπίτι έσφαζε το γουρούνι που έτρεφε ειδικά γι’ αυτή την περίπτωση. Το σφάξιμο γινόταν με τη
βοήθεια όλων, δηλαδή όλοι έσφαζαν το γουρούνι του Θανάση, μετά του Γιάννη κ. ο. κ. μέχρι να
σφαχτούν όλα. Με την κατάλληλη επεξεργασία του κρέατος (λουκάνικα, λίγδα, παστό, καβουρμά
κ.τ.λ.), η οικογένεια τρεφόταν για όλους τους επόμενους χειμωνιάτικους μήνες. Καθώς ψηνόταν τα
κρέατα, ενώ μέσα στο σπίτι στηνόταν χορός και τραγούδι απ’ τους νοικοκυραίους, τα
καλικαντζαράκια απ’ έξω έπαιρναν τη μυρωδιά τους απ’ την καμινάδα του τζακιού και έλεγαν:

«Ψήνει ψήνει η γριά τ’ αυτούδι και μυρίζει το τζακούδι».


&
«Καλικαντζαρεύουμε τα παιδιά γυρεύουμε
κάλια θέλουμε το κουρτσούδι παρά το κοπελαρούδι».

Μ’ αυτό τον τρόπο τα παιδιά καθόταν ήσυχα και πρόσεχαν και τα κρέατα να μην τα πάρουν τα
καλικαντζαρούδια.

Παραμονή των Φώτων, ο παπάς περνούσε απ’ όλα τα σπίτια και τ’ άγιαζε. Τότε τα
καλικαντζαράκια έσπευδαν να φύγουν τρέχοντας και φωνάζοντας:

«Άιντε να πηγαίνουμε και έφτασε ο χοντροπαπάς


με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του».

Με τον αγιασμό των υδάτων την ημέρα των Φώτων η γη ήταν απαλλαγμένη απ’ τους
καλικάντζαρους και τα λουκάνικα ήταν έτοιμα να τα φάνε τα παιδιά. Ο Σταυρός έπεφτε στη
θάλασσα, οι τρικυμίες και οι φουρτούνες του βορείου Αιγαίου κόπαζαν, τα νερά αγιάζονταν και τα
καΐκια μπορούσαν πλέον να βγουν στη θάλασσα. Το γλέντι την ημέρα των Φώτων ήταν απ’ τα πιο
σημαντικά του καινούριου χρόνου. (Βασιλική Γαλώνη)

32
Ποδαρικό

Στα χωριά της Ίμβρου πρόσεχαν πολύ την πρώτη μέρα του χρόνου, γιατί πίστευαν πώς ότι συμβεί
αυτή τη μέρα θα επαναλαμβάνεται όλο το χρόνο.

Στο χωριό Σχοινούδι, κάθε νοικοκύρης έκανε πρώτος ποδαρικό στο σπίτι του και μετά οι φίλοι και
γνωστοί. Εδώ το ποδαρικό ήταν μια βρυασμένη πέτρα από τις στέγες των σπιτιών. Έπαιρναν μια
τέτοια πέτρα και γυρίζοντας προς την Ανατολή, έκαναν τρεις φορές το σημείο του Σταυρού, δηλαδή
τη σταύρωναν. Κατόπιν την κρατούσαν με τα δύο χέρια πίσω στη μέση τους και μόλις έμπαιναν στο
σπίτι, την άφηναν να πέσει με πάταγο, λέγοντας την εξής ευχή: «Όπως η πέτρα είναι βρυασμένη
(σκεπασμένη με βρύα) έτσι και το σπιτικό να σκεπαστεί με τ’ αγαθά που να ‘ναι στέρεα και σίγουρα
σαν τα βρύα στην πέτρα».

Αρκετά ιδιότυπο είναι το ποδαρικό που γινόταν στη βρύση, όπως στο χωριό Κάστρο, την αυγή της
Πρωτοχρονιάς. Η κοπέλα που πήγαινε για νερό δε μιλούσε καθόλου στη διαδρομή. Στη βρύση έκανε
ποδαρικό ρίχνοντας μια πέτρα στη γούρνα, Αφού γέμιζε τη στάμνα της, πάλι αμίλητη, έφερνε το
«βασιλονέρι» ή «αμίλητο νερό».

Στ’ άλλα χωριά για ποδαρικό υπήρχε και το ρόδι ως έθιμο. Δηλαδή, το κατρακυλούσαν από χώρο
σε χώρο, λέγοντας την παρακάτω ευχή: «Όπως είναι το ρόδι γεμάτο, έτσι και το σπίτι να γεμίσει
αγαθά». Μετά το σήκωναν ψηλά και το χτυπούσαν με δύναμη στο πάτωμα για να σπάσει και να
σκορπιστούν οι κόκκινες ρώγες του. Πίστευαν πως αυτό έφερνε ευτυχία. Αλλού πάλι το ποδαρικό το
έκαναν σκορπώντας ρύζι και λεφτά στο σπίτι για να ριζώσει η ευτυχία. Τα σκούπιζαν αφού
περνούσαν τουλάχιστον τρεις μέρες.

Στο χωριό Γλυκύ όμως προτιμούσαν το ποδαρικό να γίνεται από παιδιά ή νέους, οι οποίοι έφερναν
ως γούρι ένα κλαδί ελιάς, για να βασιλεύει η ειρήνη, μαζί με μια σιδερόπετρα, για να έχουν όλοι
τους σιδερένια υγεία. (Νίκος Νταλντάς 1982, σελ.152-153).

33
Των Τριών Ιεραρχών

Η μεγαλύτερη γιορτή του χειμώνα γινόταν στη μνήμη των Πατέρων των γραμμάτων (Τριών
Ιεραρχών) στις 30 Ιανουαρίου. Συμμετείχε όλο το χωριό μικροί και μεγάλοι και ιδιαίτερα τα
δασκαλοπαίδια, παιδιά του Δημοτικού σχολείου, τα οποία είχαν μεγάλη προετοιμασία όλο το
χρόνο μαζί με τους δασκάλους τους. Γινόταν η Θεία Λειτουργία με τη συμμετοχή του
Μητροπολίτη. Αργότερα, μαθητές, δάσκαλοι και γονείς πήγαιναν στο σχολείο, όπου τα παιδιά
παρουσίαζαν θέατρο, σκετς, ποιήματα για διάφορα γεγονότα του χωριού, όπως όταν υπήρχε η
φήμη ότι στο χωριό θα ‘έρθει’ ηλεκτρικό ρεύμα. Ένα απ’ τα τραγούδια που έλεγαν τα παιδιά
εκείνη τη μέρα ήταν τ’ ακόλουθο:

Των Τριών Ιεραρχών τη γιορτή ας γιορτάσουμε αδέλφια και πάλι,


είναι μέρα ουράνια και αυτή, είναι η μέρα για μας η μεγάλη.
Οι τρεις Άγιοι εδώ κάτω γυρνούν, τα παιδιά με στοργή συντροφεύουν,
σ’ όλα φως να χαρίσουν ποθούν, σ’ όλα φως να χαρίσουν γυρεύουν.

Και τα μάτια ας στραφούνε ψηλά, στους Δασκάλους της Θείας Σοφίας


και ας ψαλλεί από χείλη πολλά, παναρμόνιος ύμνος λατρείας.
Ας ζητήσουμε τώρα και εμείς, απ’ τα δόγματα πάνω τα Θεία
να σκορπίσουν στη γη και οι Τρεις μιαν αχτίδα απ’ την Άγια Σοφία.
Της Σοφίας αυτής το Άγιο Φως να ‘ναι ακοίμητο μες τη ψυχή μας
θα ‘ναι πάντα για μας θησαυρός και καλός οδηγός στη ζωή μας.

34
Το βράδυ γινόταν ο μεγάλος χορός στο καφενείο, με τη
συμμετοχή όλων των χωριανών και τη συνοδεία βιολιών και
λαούτων. Επίσης, εκεί γινόταν λαχειοφόρα αγορά, τα
χρήματα της οποίας προορίζονταν για τις ανάγκες του
σχολείου. (Ευαγγελία Κοκκινάκη)

Αποκριές

 Της κριατερής και της τυρνής κι ντ’ άλλ’ του αγιού Θουδώρ’

Μόλις έφταναν οι Αποκριές μικροί μεγάλοι γλεντούσαν ο καθένας με τον τρόπο του. Οι νοικοκυρές
έφτιαχναν φαγητά, μεζέδες και πίτες. Εκείνες τις μέρες, δε γιόρταζε όμως κάθε οικογένεια μόνη της,
αλλά μαζεύονταν πότε στο ένα σπίτι πότε στ’ άλλο. Εκεί άρχιζε το ξεφάντωμα με μπόλικο κρασί
μέχρι το πρωί. Δεν έλειπε όμως το μασκάρεμα και ο χορός απ’ τη διασκέδαση τους. Αυτό
εξακολουθούσε να γίνεται μέχρι την τελευταία Κυριακή, όπου και γίνονταν ο χορός στα καφενεία.
Εκεί πάνω στο αποκορύφωμα του γλεντιού, έφταναν ομάδες- ομάδες μεταμφιεσμένοι, οι λεγόμενες
μπούλες, πολλές φορές και από άλλα χωριά . Τότε, όλοι προσπαθούσαν ν’ ανακαλύψουν ποιοι
κρύβονταν πίσω απ’ τις μπούλες. Όταν φανερώνονταν όλοι μαζί συνέχιζαν το γλέντι.

Η Καθαρά Δευτέρα, ήταν μια διαφορετική μέρα. Εφόσον, ο καιρός ήταν καλός το έθιμο ήταν να
πάνε στη θάλασσα να γιαλέψουν (ψαρέψουν). Οι γεροντότεροι που έμεναν στο χωριό
εξακολουθούσαν το γλέντι εκεί. Την ίδια μέρα οι νοικοκυρές είχαν τη συνήθεια να καθαρίζουν τα
ντουλάπια και να τρίβουν τη μουντζούρα απ’ τα χαρανιά (κατσαρόλες).

Για τους νέους που πήγαιναν στη θάλασσα για να γιαλέψουν, εκεί ακολουθούσε μεγάλο γλέντι.
Μετά το γιάλεμα, που ήταν αχινοί, πεταλίδες, κουλφάδες ακόμη και χταπόδι, ξεκινούσε ο χορός και
το φαγοπότι που κρατούσαν μέχρι το βράδυ. Στο τέλος, όπως ήθελε το έθιμο, άρχιζαν τα
μουτζουρώματα και τα πειράγματα ο ένας με τον άλλο. Όταν έφταναν στο χωριό συνέχιζαν το γλέντι
με τους γεροντότερους.

Στο Γλυκύ, την ίδια μέρα υπήρχε και το έθιμο της μανέλας (χοντρό ραβδί) με τ’ αυγό. Δηλαδή, δύο
άντρες είχαν στον ώμο τους τη μανέλα και στο κέντρο της κρεμούσαν μια κλωστή, ενώ στην άλλη
άκρη της κλωστής έδεναν ένα αυγό. Στη συνέχεια στη συντροφιά τους προσθέτονταν και άλλοι και

35
όλοι μαζί, κρατώντας κι ένα διρμόν’ (κόσκινο) για να βάζουν μέσα τα φιλέματα, γυρνούσαν από
πόρτα σε πόρτα σ’ όλο το χωριό και τραγουδούσαν:

Δώσι μας κυρά τ’ αυγό για να φύγουμ’ απού ‘δώ


τι καλή κυρά είν’ ιδώ, άμα θέλει μας δίν’ κι δυό.
Και ψωμί του παίρνουμι και τυρί του θέλουμι
κι σαραγλιά μαζεύουμε και κρασούδ’ του πίνουμι.
Δύο απ’ την παρέα κρατούσαν ένα καλάθι για τ’ αυγά ή ότι άλλο τους προσέφερε η
νοικοκυρά. Μ’ όλα όσα μάζευαν έστηναν γλέντι με πολύ χορό, τραγούδι και μπόλικο φαί. Μ’
αυτό τον τρόπο αποχαιρετούσαν την Αποκριά, αποκριώναν δηλαδή. ( Άννα Κοντογιώργη –
Κυριακή Λάμπου)

Έθιμα της Κυριακής των Βαΐων

Οι γιορτές του Πάσχα άρχιζαν τη Βαγιοβδομάδα. Βαγιοβδομάδα έλεγαν τη βδομάδα που προηγείτο
της Κυριακής των Βαΐων και ήταν αφιερωμένη στις προετοιμασίες του Πάσχα. Το Σάββατο του
Λαζάρου, ή Λαζαροσάββατο έκλεινε ο κύκλος της δουλειάς και άρχιζε η περίοδος της προσευχής.
Πρώτο σημάδι πως μπαίναμε στη Μεγάλη Βδομάδα οι βάγιες. Γέμιζαν οι νάρθηκες και οι αυλές των
εκκλησιών με καταπράσινα λυγερά βλαστάρια μυρσίνας, τα «βάγια», δηλαδή κλαδιά από θάμνους
που φύτρωναν στα βουνά και τις λαγκαδιές. Σύμφωνα με το έθιμο, έπρεπε να τις κόψουν και να τις
φέρουν με γαϊδουράκι στην εκκλησία τα νιόπαντρα ζευγάρια εκείνης της χρονιάς. Την άλλη μέρα,

36
Κυριακή τω Βαγιώ, όλοι έβγαιναν απ’ την εκκλησιά με μια αγκαλιά βάγια. Χαιρετούσαν ο ένας τον
άλλον, χτυπώντας ελαφρά την πλάτη με τα πράσινα κλαδιά και εύχονταν: « Και του χρόνου και καλό
Πάσχα». Μετά το χαιρετισμό οι πρώτοι που δέχονταν τη χαρά του «Ωσαννά» ήταν οι νεκροί. Όλοι
επισκέπτονταν τους τάφους των δικών τους και άφηναν πάνω στο «σταυρό» ή την «ταφόπλακα»
ένα κλαδί βάγιας. Στο σπίτι έκαναν ένα σταυρό με βάγια και τον κάρφωναν στο ανώφλι της πόρτας.
Εκεί θα έμενε όλο το χρόνο φυλαχτό από το κακό μάτι και την κακιά ώρα. Ένα κλαδί κρέμαζαν
επίσης στην πόρτα του στάβλου, της μάντρας, του κήπου.

 Kούνιες

Δεν ήταν νοητό να υπάρξει Κυριακή των Βαΐων δίχως τις κούνιες. Μετά τον εκκλησιασμό, αλλά
συνήθως μετά το μεσημεριανό φαγητό, σε κάθε γειτονιά, όπου υπήρχε μεγάλο δένδρο κυρίως
πλατάνι στήνονταν μια κούνια. Την πρωτοβουλία για την ετοιμασία της κούνιας την είχαν τα’
αγόρια. Σε ένα γερό κλώνο περνούσαν τη ζουβιά (χοντρά σχοινιά για να δένονται τα φορτώματα στα
σαμάρια των ζώων). Το σχοινί αυτό το τραβούσαν να φτάσει μέχρι κάτω και το έδεναν διπλό με
κόμπους για να αντέχει στο βάρος. Για να μην πονάνε απ’ τα σχοινιά, έβαζαν ένα μαξιλαράκι και για
να γίνονται οι αιωρήσεις άφηναν επίτηδες στην άκρη ένα κομμάτι της ζουβιάς. Όλοι
ανυπομονούσαν ποιος θα πρωτοκαθίσει στην κούνια. Προηγούντο τα κορίτσια και τ' αγόρια έκαναν
το χρέος του καβαλιέρου. Το μόνο σίγουρο ήταν πως γινόταν πόλεμος, ποιος θα ανέβει, πόση ώρα
θα καθίσει. Το έθιμο αυτό ήταν σαν μεγάλη γιορτή της νεολαίας, που συμμετείχε με χαρά, με
πειράγματα και με τραγούδια:

Κούνια, κούνια ντου βαγιό


κι’ τσ’ γριάς ντουν’ αγγουνό
ώσπου να ΄ρθει η Λαμπριά
μι τα κόκκινα τ’ αυγά
κι μι τα παχιά τ’ αρνιά.
Κούνια, κούνια σι βαγεύω
κι σι γριά σι μαγειρεύω.

Τα παλιά χρόνια τω Βαγιώ οι δάσκαλοι και οι παπάδες έστελναν τα παιδιά του σχολείου στο χωριό
να μαζέψουν αυγά για το Πάσχα. Τα παιδιά έπαιρναν ένα ραβδί που το έλεγαν "ρουμάνι', στην
κορυφή του έδεναν βάγιες (μυρσίνες), ένα κουδούνι και κόκκινες μεταξωτές κλωστές. Μαζί τους
είχαν και ένα καλάθι για να βάζουν τα αυγά. Όταν έρχονταν σε κάθε σπίτι, στέκονταν μπροστά στην

37
πόρτα και ανεβοκατεβάζοντας το ραβδί για να χτυπά το κουδούνι τραγουδούσαν ένα τραγούδι για
να τους δώσει η νοικοκυρά αυγά. (Αριστονίκη Λαζαρίδη).

Μεγάλη Πέμπτη
Έτσι με αυτά και με αυτά ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα…
Πολύ σημαντική ήταν για τους Ίμβριους η Μεγάλη Βδομάδα. Γεμάτοι
δέος, πίστη και κατάνυξη πήγαιναν στην Εκκλησία και προσευχόταν
ευχαριστώντας τον Κύριο για το έλεός του. Τη Μεγάλη Πέμπτη οι
γυναίκες έβαφαν τα κόκκινα αβγά και γι’ αυτό την έλεγαν και «Κόκκιν’
Πέφτ’». Τα αβγά τα έβαφαν από την ρίζα του φυτού με μπουγιά, την
οποία έλεγαν ρ’ζάρ”. Τα έβαφαν κόκκινα για να συμβολίζουν το αίμα
του Χριστού που σταυρώθηκε καθώς και το αίμα από την καρδιά της
Παναγίας που έκλαιγε για το γιο της.
Ένα απ’ τα κόκκινα αβγά το κρατούσαν καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου φυλαγμένο στο
εικονοστάσι. Αυτό το θεωρούσαν ως σύμβολο της γονιμότητας και το έβαζαν πάνω στην κοιλιά είτε
της στείρας γυναίκας για να κάνει παιδί είτε της δύστοκης για να γεννήσει εύκολα είτε εκείνης που
φοβόταν μήπως αποβάλει. Το βράδυ της «Κόκκιν’ς Πέφτ’ς», ξενυχτούσαν το Χριστό στην εκκλησία, η
οποία έμενε όλο το βράδυ ανοιχτή με το Χριστό Σταυρωμένο στη μέση της εκκλησίας και όλοι οι
κάτοικοι παρόντες λέγοντας τα εγκώμια και μοιρολόγια όπως το παρακάτω:

Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,


σήμερα μας σταυρώσανε των Πάντων Βασιλέα.
Σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται.
Σήμερα θέλησε ο Χριστός να βγει σε περιβόλι,
να λάβει Δείπνο Μυστικό, να τον ελάβουν όλοι.
Σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά και οι τρεις καταραμένοι.
Και το Χριστό μας πιάσανε στη φυλακή τον πάνε
και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυρρανάνε .
Και η Κυρά η Παναγιά καθόταν μοναχή της,
τις προσευχές της έκανε για το Μονογενή της.
Ακούει φωνή στον ουρανό και ταραχή μεγάλη,

38
βγαίνει να δει στην πόρτα της, να δει στη γειτονιά της,
βλέπει τον ουρανό θαμπό και τ’ άστρα βουρκωμένα
και το φεγγάρι το χλωμό στο αίμα βουτηγμένο,
βλέπει το Γιάννη κι έρχεται δαρμένο, πικραμένο,
κρατούσε και στο χέρι του μαντήλι ματωμένο.
Τι έχεις Γιάννη μου και κλαις, τι έχεις κι αναστενάζεις;
Ο δάσκαλος σου σ’ έδειρε ή το βιβλίο σ’ ‘χάσες;
Ο δάσκαλος μ’ δε μ’ έδειρε και το βιβλίο μ’ το ‘χω.
Το δάσκαλο μου πιάσανε οι άνομοι Εβραίοι.
Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σα φονιά τον πάνε
και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυρρανάνε.
Και η Παναγιά σαν τ’ άκουσε έπεσε και λιγώθη,
σταμνί νερό τη ρίξανε, δύο κανάτια μόσχο
και τρία του ροδόσταμου μέχρι να συνεφέρει.
Και σαν την ήρθε ο λογισμός και σαν την ήρθε ο νους της,
ζητά σκοινί να κρεμαστεί, γκρεμό να πάει να πέσει,
ζητά και αργυροψάλιδο να κόψει τα μαλλιά της.
Και αν ίσως και συνέφερε τούτο το λόγο λέει:
Όσοι αγαπάτε το Χριστό και όσοι τον προσκυνάτε
όσοι αγαπάτε το Χριστό συντρέξετε μαζί μου.
Συντρέξανε και πήγανε τρεις Άγιες γυναίκες,
Μαρία η Μαγδαληνή, τ’ Άγιου Λαζάρ’ η μάνα,
του Ιακώβ η αδερφή και οι τέσσερις αντάμα.
Πήρανε δρόμο το στρατί, στρατί το μονοπάτι
και το στρατί τις έβγαλε μπρος στου ληστή την πόρτα.
Βρίσκουν τις πόρτες σφαλιχτές και τα κλειδιά παρμένα
και τα πορτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.
Άνοιξε πόρτα του ληστού και του Πιλάτου!
Και η πόρτα απ’ το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Τηράν δεξιά, τηράν ζερβιά, κανένα δε γνωρίζουν,
τηράν και δεξιότερα βλέπουν τον Άγιο Γιάννη.
Άγιε μου Γιάννη Απόστολε και μαθητή του Γιου μου,
μην είδες με το γιόκα μου και σένα δάσκαλο σου;
Ποιος έχει στόμα να στο πει, μιλιά να σου μιλήσει,
39
ποιος έχει χειροπάλαμα για να σου τον εδείξει;
Βλέπεις εκείνον το γυμνό και τον ανεμαλλιάρη,
όπου φορεί στην κεφαλή ακάνθινο στεφάνι;
Εκείνος είναι ο γιόκας σου και εμένα δάσκαλος μου.
Κι η Παναγιά πλησίασε και του γλυκομιλάει,
‘Δε μου μιλάς παιδάκι μου, δε μου μιλάς παιδί μου;’
Χριστός της αποκρίθηκε απ’ το Σταυρό επάνω:
Τι να σου πω μανούλα μου που διάφορο δεν έχει;
Σύρε μανούλα μ’ στο καλό και στην καλή την ώρα
και μένα να με καρτερείς το Σάββατο το βράδυ,
όταν σημαίνουν οι εκκλησιές και ψέλνουν οι παπάδες
τότε και εσύ μανούλα μου θα’ χεις χαρές μεγάλες. (Παρασκευή Κοντογιώργη)

Σάββατο & Πάσχα

Μετά την πρώτη Ανάσταση το πρωί του Μ. Σαββάτου, άρχιζαν οι ετοιμασίες για το Πάσχα.
Σφάζονταν πρώτα τα αρνιά και τα κατσίκια από τους άνδρες, όλοι για όλους. Οι γυναίκες στη
συνέχεια έπλεναν τις κοιλιές και τα έντερα προκειμένου να φτιάξουν τη γλαμπέρα (ειδικό φαγητό
της Λαμπρής) και ετοίμαζαν τη γέμιση για το φουρνιστό αρνί. Έφτιαχναν επίσης, παντεσπάνια,

40
ρυζόγαλο και γιαούρτι. Γέμιζαν τ’ αρνιά και το απόγευμα άναβαν ένα φούρνο ανά γειτονιά. Τον
πύρωναν καλά και φούρνιζαν το σφαχτό αφού σκέπαζαν το ταψί με φύλλο ανοιγμένο απ’ τις
νοικοκυρές για να είναι πιο μαλακό. Έχρηζαν το φούρνο με λάσπη και ειδικά φυτά τα πλιά για να
μην παίρνει καθόλου αέρας ο φούρνος και καιγόντουσαν τ’ αρνιά. Μετά την Αναστάσιμη
Λειτουργία, που τελείωνε τις πρωινές ώρες και στην οποία συμμετείχαν όλοι και οι ξωμερίτες (δηλ.
όσοι ζούσαν στα ντάμια τους), οι νοικοκυρές όλες μαζί με τραγούδια και χαρές και πασχαλινή
διάθεση άνοιγαν πανηγυρικά το φούρνο, έπαιρνε η κάθε μία το ταψί της και πήγαινε σπίτι της όπου
και έτρωγαν όλοι μαζί οικογενειακά. Μετά το μεσημέρι, όλοι μαζί παίρνοντας ο καθένας και από
κάτι απ’ το σπίτι του, πήγαιναν στα καφενεία της πλατείας για να γλεντήσουν όλοι μαζί. Το γλέντι
άρχιζε με το εξής τραγούδι:

‘Ήρθε πάλι Πασχαλιά με άνθη με φιλιά με αυγό και με αρνί χαίρεστε οι χριστιανοί’.

Τα γλέντια και οι χοροί δε σταματούσαν την ημέρα του Πάσχα, αλλά συνεχίζονταν κάθε μέρα της
Διακαινησίμου και σ’ ένα διαφορετικό χωριό που είχε το πανηγύρι του. Η διαδικασία που
ακολουθούσαν για τα φαγητά ήταν η ίδια μ’ αυτή του Πάσχα. (Παρασκευή Σγουρομάλλη)

Οι φωτιές (φανός)

Οι νέοι περίμεναν με ανυπομονησία και χαρά να έρθει η τελευταία μέρα του Ιουλίου (31 Ιουλίου).
Εκείνη τη μέρα, παραμονή της νηστείας του Δεκαπενταύγουστου, γινόταν ο λεγόμενος φανός. Οι
προετοιμασίες άρχιζαν όμως μέρες πριν καθώς έπρεπε να μαζέψουν τ’ απαραίτητα για τη φωτιά.
Έτσι, λοιπόν, μάζευαν ξερές χορτάρες, απαλίρες(αγκαθωτός θάμνος), μαγούτες (είδος χόρτου),
σμύρους, κλαδούρες (μεγάλα κλαδιά δέντρων) και καλαμιές απ’ τα χωράφια.

Η κάθε γειτονιά έφτιαχνε το δικό της φανό. Πολλές φορές όμως μερικοί πήγαιναν κρυφά τη νύχτα
και έκλεβαν απ’ τους άλλους σωρούς, γιατί ήθελαν να ‘χουν τη χαρά ότι ο δικός τους είναι πιο
μεγάλος. Αν γίνονταν όμως αντιληπτοί, προκαλούνταν φασαρία. Έτσι, λοιπόν, το βράδυ με τ’
άναμμα της φωτιάς, άρχιζαν να πηδούν ο ένας πίσω απ’ τον άλλο, όλοι μαζί κορίτσια και αγόρια.
Δεν παρέλειπαν όμως να λένε και το κατάλληλο δίστιχο:

Άχ’ στου κι αράχστου


κάτ’ απ’ μ’ ίβρεις να μ’ αφήσ’.

41
Αυτό συνεχιζόταν μέχρι αργά τη νύχτα έως ότου να καούν όλα τα ξερά τα χόρτα. Το πέρασμα πάνω
απ’ τη φωτιά είχε την έννοια του εξαγνισμού και της κάθαρσης γιατί απ’ την 1η Αυγούστου
ξεκινούσε η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου για όλους.

Επίσης, φανός γινόταν και το βράδυ της Ανάστασης, αλλά είχε


διαφορετικό χαρακτήρα. Από νωρίς πίσω απ’ την εκκλησία, είχαν ένα
μεγάλο σωρό από ξύλα και στη μέση κρεμασμένο ένα σκιάχτρο,
φτιαγμένο από κουρέλια. Μόλις άκουγαν το «Χριστός Ανέστη», έτρεχαν
ν’ ανάψουν τη φωτιά για να κάψουν τον Ιούδα, τον Εβραίο, όπως
έλεγαν. (Ζαχαρώ Μουτάφη)

Τρύγος

Ένα από τα πιο σημαντικά προϊόντα που παραγόταν τόσο στην Ίμβρο όσο και στην Τένεδο ήταν το
σταφύλι και τα παράγωγα του (κρασί, ξύδι, πετιμέζι, σταφίδες, μουστοκούλουρα, μουσταλευριά,
μουστολαμπάδες κ.α.). Το κλίμα, το επικλινές του εδάφους ώστε να βλέπει συνέχεια τον ήλιο, το
χώμα, οι ήπιες βροχές, οι άνεμοι ήταν οι κατάλληλες συνθήκες που ευνοούσαν την καλλιέργεια του
αμπελιού. Κάθε σπίτι είχε τ’ αμπέλι του. Στα μέσα του Σεπτέμβρη γινόταν ο τρύγος και τότε
κυριολεκτικά όλο το χωριό ήταν στο πόδι. Χαρακτηριστική η παροιμία: Θέρος, τρύγος, πόλεμος.
Πάλι όλοι ενεργούσαν για όλους, ώσπου να τρυγηθούν όλα τ’ αμπέλια του χωριού. Κάθε σπίτι είχε
το πατητήρι του. Οι άνδρες πατούσαν τα σταφύλια με τα πόδια τους ή τ’ άλεθαν με μηχανή και τα
έβαζαν μέσα στο πατητήρι (πέτρινη στέρνα η οποία είχε στο κάτω της μέρος γούρνα και βρύση απ’
όπου και έτρεχε το κρασί), όπου και έμεναν μερικές μέρες ώσπου να γίνει η ζύμωση και να
μετατραπεί ο μούστος σε κρασί. Ταυτόχρονα απ’ το μούστο γινόταν όλα τα παραπάνω προϊόντα. Οι
νοικοκυρές κερνούσαν αυτούς που έπαιρναν μέρος στον τρύγο, το κρασί συντελούσε στο να έχουν
όλοι τα κέφια τους, το πάτημα των σταφυλιών ήταν ‘χορός’ γι’ αυτούς και όλοι τραγουδούσαν και
χαιρόντουσαν. (Παρασκευάς Μούτσος, Νικόλαος Κολίντος)

42
 4. ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

Δεκαπενταύγουστος

Όσα τελούνται και έχουν


διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας
προέρχονται από παλιά αρχαία
έθιμα, όπως είναι αυτό του. Το
πανηγύρι αυτό είναι απ’ τα
μεγαλύτερα και το λαμπρότερα
της Ίμβρου.

Την παραμονή στις 14 Αυγούστου σύμφωνα με το έθιμο σφάζουν τα τάματα που μπορεί να είναι
αρνιά ή βόδια. Αφού διαβαστούν απ’ τον παπά, τα σφάζουν, τα τεμαχίζουν και την επομένη
ανήμερα της Παναγίας τα βράζουν σε μεγάλα καζάνια είτε στον αυλόγυρο της εκκλησίας είτε στις
μεγάλες βρύσες του χωριού. Στο ζουμί των κρεάτων προσθέτουν κουρκούτα (αλεσμένο σιτάρι). Σ’
αυτή τη διαδικασία βοηθούν μικροί μεγάλοι και όλο το χωριό είναι επί ποδός για την προετοιμασία
του μεγάλου πανηγυριού το βράδυ στην πλατεία του χωριού. Εκεί μοιράζεται το φαγητό σ’ όλους
τους χωριανούς και στους παραχωρίτες (κατοίκους άλλων χωριών) που έρχονται και μαζί με τους
ντόπιους οργανοπαίχτες ξεκινάει το γλέντι. Ακόμη, εκείνη τη μέρα μετά τη Θεία Λειτουργία
πηγαίνουν στα μνήματα και τιμούν τους νεκρούς τους, με τα λεγόμενα νεκρόδειπνα. Μετά το
τρισάγιο που θα γίνει, μοιράζουν στον κόσμο σταφύλια, αχλάδια, λουκούμια αλλά και διάφορα
γλυκά και πίτες. (Ανδριάνα Κοντογιώργη)

Ο ιμβριώτικος κλήδονας

Το πιο γνωστό κατάλοιπο από τις αρχαιότερες ειδωλολατρικές συνήθειες είναι ο κλήδονας. Αυτό
το είδος της αρχαίας ειδωλολατρικής κληρομαντείας, αφού δέχθηκε τον κλυδωνισμό των
Βυζαντινών, διαμόρφωσε το σημερινό είδος του κλήδονα, όπως σήμερα γίνεται στην Ίμβρο. Εκτός
απ’ την Ίμβρο, ο κλήδονας συναντιέται σ’ όλα τα παραλιακά νησιά της Μ. Ασίας και στο
Μικρασιατικό χώρο. Ετυμολογικά η λέξη κλήδονας, παράγεται απ’ τη λέξη κληδών που σημαίνει
προφητεία, φήμη, μαντεία. (Αλ. Ζαφειριάδης 1948, σελ. 15)

43
Χαρακτηρίζεται σαν διασκεδαστική συγκέντρωση κοριτσιών και αγοριών με λαϊκά αυτοσχέδια
τραγουδάκια: σοβαρά, πειραχτικά και αστεία, που προκαλούν με το περιεχόμενό τους γέλιο.

Το τραγούδι του κλήδονα:

Άγι Γιάννη κληδουνά


ήλθαμ’ ούλις με χαρά
και σταθήκαμ’ γύρου γύρου
να τραβήξουμι τουν κλήρου.

Το μήνα θεριστή στις 24 Ιουνίου είναι η γιορτή του Αγιού Γιαννιού. Την παραμονή στις 23 το
απόγευμα, σε κάθε γειτονιά, τα κορίτσια μόλις βασιλέψει ο ήλιος αρχίζουν τις σχετικές ετοιμασίες.
Ακόμα και αν βρίσκονταν στις εξοχές, άφηναν το θέρισμα και μαζεύονταν στο ντάμι (αγροικία), για
να βάλουν τον κλήδονα και να ξενοιάσουν από την κούραση και τους κόπους του θερισμού. Στην
αυλή κάποιου σπιτιού ή στο ντάμι, μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας ετοίμαζε το κουρούπι ή ένα
μπακίρι κόκκινο, αφού προηγουμένως το ‘πλενε με νερό από τρεις βρύσες. Δύο κοπέλες έπαιρναν το
δοχείο και το πήγαιναν στην πιο κοντινή βρύση για να το γεμίσουν νερό (αμίλητο νερό). Το λένε
έτσι, επειδή οι κοπέλες πρέπει απ’ την ώρα που πηγαίνουν μέχρι την ώρα που θα γυρίσουν να μη
μιλήσουν καθόλου, ούτε και να κοιτάξουν πίσω τους. Αν κάτι απ’ αυτά δεν πήγαινε καλά η
διαδικασία έπρεπε να αρχίσει απ’ την αρχή. Η κληδονίστρα, μόλις έπαιρνε το δοχείο απ’ τις δύο
κοπέλες, σκέπαζε το κεφάλι της μ’ άσπρο πανί και άρχιζε: -Έτοιμος είν’ η κλήδουνας στ’ Αι-Γιαννού
τη χάρη κι όποια έχει το σημάδι της, η ίδια να του βάλει. Αφού η καθεμιά έριχνε κρυφά τα σημάδια
της: δαχτυλίδι, καρφίτσα, κουμπιά, κορδέλες, έριχναν και γι’ αυτούς που έλειπαν. Σ’ όλο αυτό το
διάστημα η κληδονίστρα μουρμούριζε το ‘Πάτερ Υμών’, πότε επικαλείται τη βοήθεια αγγέλων και
δαιμόνων.

Μόλις ριχτούν τα σημάδια όλες μαζί τραγουδούσαν:

-Κλειδώνουμε του κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη και κάθε καλορίζικη αύριο θα του πάρει.

Μετά αφού σκέπαζαν το στόμιο του δοχείου με κόκκινο πανί και το περιέδεναν μ’ άσπρη κλωστή,
περνούσαν και μια κλειδαριά. Το δοχείο αυτό το τοποθετούσαν κάτω απ’ τ’ άστρα ή πάνω σε
μπαλκόνι ή στα κεραμίδια, όπου θα ‘μενε όλη τη νύχτα. Τ’ άλλο βράδυ θα ανοίγονταν ο κλήδονας.
Το βράδυ όμως αυτό, εκτός από τις κοπέλες και τα παλικάρια, παρευρίσκονταν παιδιά και
ηλικιωμένοι για να πουν και κείνοι κάποιο προφητικό ή χλευαστικό δίστιχο, ή να γελάσουν με τα
πειράγματα. Μόλις η κληδονίστρα ετοιμάζεται ν’ ανοίξει το δοχείο, όλες εκείνες που
44
παρευρίσκονται τραγουδούν: -Ανοίγουμι τουν κλήδονα στ’ Αι-Γιαννιού τη χάρη κι όποια ‘ναι
καλορίζικη ευθύς θε να προβάλει.

Η κληδονίστρα βαστά το κόκκινο πανί του δοχείου τεντωμένο πάνω στο στόμιο. Ένα κοριτσάκι
βάζοντας το χέρι του κάτω απ’ το πανί βγάζει ένα- ένα τα σημάδια και τα δείχνει. Το κάθε σημάδι
απ’ αυτά συνοδεύεται κι από ένα πειραχτικό δίστιχο. Μερικά απ’ αυτά είναι:

- Μαλαμετένιους η σταυρός κρέμιτι στου λιμό σου ούλοι φιλούνι του σταυρό και ‘γώ του μάγουλό
σου.
-Του γιασεμί στην πόρτα σου ν’ ανθίσει και να δέσει κι του λιγνό σου το κορμί στα χέρια μου να
πέσει.
-Του γιασεμί στην πόρτα σου έκανι μια καμάρα και ‘γώ πιρνώ πουλάκι μου ούλου μι την τρουμάρα.
-Ανοίξατε τουν κλήδονα να βγει χαριτωμένος, να βγει τ’ Αργύρ’ ο γάδαρος αγγούρια φορτωμένος.
-Έβγα στου παναθύρ’ να σε γνέψω με το φτυάρ’.
-Όταν μι φίλου σου πιρνάς νουήματα δε θέλου του καπιλάκι σου στραβά κι ‘γώ καταλαβαίνου.
-Δεν είσι συ που μου λιγις αν δε μι δγιείς πιθαίνεις και τώρα πιρπατείς και λες πού μ’ είδες πού μι
ξέρεις;
-Σι βλέπου δε μι βλέπεις μήπως στραβώθηκις στο κιουμουρλούκ’ (χώρος που βάζανε τα κάρβουνα)
μπήκις κι μουντζουρώθηκις.
-Κασιδιάρικου κιφάλι μι ψουριάρικου λιμό με τι μούτρα πας στην πόλη κι γυρεύεις κι γαμπρό;
-Στου περιβόλι μουναχός πώς ζεις καημένι κρίνε σαν του καημό της μοναξιάς άλλους καημούς δεν
είνι.
-Άρχισι γλώσσα μ’ άρχισι τραγούδια ν’ αραδιάζεις τις έμορφις απού ψηλά να τις εκατιβάζεις.
-Ξέρου τραγούδια να σι πω δυό χαρανιά γιμάτα τ’ αφήκα αξισκέπαστα κι τα ‘φαγι η γάτα.
-Ξέρου τραγούδια να σι πω ένας σακί γιμάτου σαν αρχινήσου κι τα πω θα μ’ εύρει του Σαββάτου.
-Τα μάτια σου είνι γκιουλ – μπαχτσές, τα φρύδια σου είνι φράχτης κι του λιγνό σου του κορμί είναι
καγκιλουφράχτης.
-Αν διείς πουτέ να κάνουνε μέλι οι ακανθάροι τότι μουνάχα θα βριθεί άντρας για να σι πάρει.
-Στου παναθύρι κάθισι κι καθαρίχς αγγούρι, για θα μι δώσεις του μισό για θα σι πω γαϊδούρι.
-Μπρουστά μου ήρτες και έκατσις, απάνω στη μπιζούλα κι κρέμασις την αχείλα σου σα
γιαουρτοσακούλα.
-Άιντε καημένι λέλικα καημένι μυγιοχάφτη που πέρασις απ’ του φούρνου μας κι δεν αφήκις στάχτη.

Αυτή η λαϊκή μαντεία, αναφέρεται και στους Βυζαντινούς χρόνους, μόνο που τότε
χρησιμοποιούσαν χάλκινο δοχείο με θαλασσινό νερό. Η περισσότερη πάντως φασαρία γινόταν προς
45
το τέλος, όταν τα σημάδια κόντευαν να τελειώσουν. Τότε όλοι συναγωνίζονταν για το πιο άσχημο
και πιο πειραχτικό δίστιχο στις τελευταίες που ‘μεναν. Αφού τελείωναν όλα τα σημάδια, όλες μαζί
τραγουδούσαν το τραγούδι του κλήδονα, που σημαίνει και το τέλος της τελετής:

Άγι Γιάννη κλήδουνα


και του χρόνου μι χαρά
να ‘μαστι ούλις γύρου-γύρου
να τραβήξουμι τουν κλήρου. (Αγγελική Γιαννάκη)

Των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων – 9 Μαρτίου

Κάτι το διαφορετικό συνήθιζαν τη μέρα εκείνη. Από πολύ πρωί πήγαιναν σε όσα
το δυνατόν περισσότερα (αν ήταν δυνατό σε 40) ξωκλήσια μπορούσαν και
άναβαν τα καντήλια τους. Την ίδια μέρα όμως ζύμωναν και τ’ ανιβατούρια με
αλεύρι και προζύμι και τα τηγάνιζαν (όπως τους λουκουμάδες). Σύμφωνα με το
έθιμο έπρεπε 40 να φάνε και 40 να μοιράσουν. «40 φάγι, 40 πιες, 40 δώσι για τσι
ψ’χές». (Μαρία Κοκκινάκη)

Άγιος Τρύφωνας - 1η Φεβρουαρίου

Υπάρχει ετήσιο πανιμβριακό πανηγύρι προς τιμήν του. Όμως το


Σεπτέμβρη, πριν ν’ αρχίσει η σπορά, οι γεωργοί μαζεύονταν στο
ξωκλήσι του Αγίου, όπου και γινόταν ξεχωριστή λειτουργία, για να
αγιαστούν όλοι οι σπόροι. Οι γεωργοί τοποθετούν μπροστά στο ιερό
όλα τα είδη σπόρων που καλλιεργούν. Μετά τη λειτουργία ο παπάς
θα ευλογήσει τους καρπούς για να προφυλαχτούν από τα βλαβερά
σκουλήκια και έντομα. Επειδή τον Άγιο Τρύφωνα το θεωρούσαν
προστάτη των γεωργικών προϊόντων, γινόταν και αγιασμός νερού, το οποίο το σκορπούσαν στους
κήπους και στα χωράφια τους. Αφού τελείωνε ο αγιασμός των καρπών, γινόταν πατροπαράδοτο
γλέντι με σφαγμένους τράγους. (Ευάγγελος Μπάνος)

46
Άγιος Μόδεστος - 18 Δεκεμβρίου

Επιπλέον, μεγάλη τιμή έδιναν στον Άγιο- προστάτη των ζώων. Την
ημέρα εκείνη οι γεωργοί την είχαν για αργία προκειμένου να τον
τιμήσουν με τον κατάλληλο τρόπο. Έτσι, λοιπόν φρόντιζαν τα ζώα
τους περισσότερο από κάθε άλλη φορά, γιατί πίστευαν πώς όλα τα
ζώα έκαναν παράπονα στον Άγιο αν τ’ αφεντικά δεν τους φέρονταν
καλά. Αν όμως γινόταν τ’ αντίθετο παρακαλούνε για την υγεία και την
ευτυχία των αφεντικών τους. Γι’ αυτό εκείνη τη μέρα τα ταΐζουν με
ιδιαίτερη φροντίδα και στη συνηθισμένη τους τροφή προσθέτουν
ψίχουλα απ’ την αρτοκλασία και σταγόνες απ’ τ’ αγιασμένο νερό της
λειτουργίας. Το πανηγύρι αυτό έχει τις ρίζες του από παλιά χριστιανική παράδοση, γι’ αυτό και
απαντάται σ’ όλες τις ανατολικές χριστιανικές περιοχές.

Γενικώς σε όλα τα ξωκλήσια του νησιού, τη μέρα της γιορτής του κάθε Αγίου γινόταν εορτασμός με
λειτουργία και αρτοκλασία. Ταυτόχρονα ο ιερέας διάβαζε και τα κουρμπάνια (τάματα- θυσίες).
Αφού έσφαζαν τα αρνιά έδιναν πάντα τη δεξιά πλάτη σε κείνον, ενώ το υπόλοιπο το μαγείρευαν στο
ξωκλήσι και το έτρωγαν όλοι μαζί οι πανηγυριώτες σε κοινή τράπεζα. Το απόγευμα καθώς
γυρνούσαν απ’ τα πανηγύρια στο χωριό, μέσα σ’ ένα κλίμα ευφορίας, άλειφαν με γιαούρτια τα
κεφάλια των ζώων τους, έτσι ώστε να μεταδώσουν σ’ όλους τους συγχωριανούς τους το πανηγυρικό
κλίμα. Πολλές φορές το γλέντι συνεχιζόταν και στο χωριό. (Αθανάσιος Κοντογιώργης)

47
5. Η ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΜΒΡΟΥ

 Ο χορός στην παράδοση της Ίμβρου


Σχεδόν όλα τα ήθη και έθιμα του νησιού, κάθε ένα με την
παραλλαγή του από χωριό σε χωριό, είχαν ως αφετηρία ένα
θρησκευτικό γεγονός. Συμμετείχε όλο το χωριό, νέοι, γέροι και παιδιά
και όλα κατέληγαν σε χορό και τραγούδια πάντα με τη συνοδεία
βιολιού και λαούτου στην πλατεία του χωριού. Χώρος συνάντησης
πολλών πολιτισμών η Ίμβρος, ( Έλληνες, Οθωμανοί, Φράγκοι )
δέχτηκε και αφομοίωσε τραγούδια πολλών περιοχών, από τον
περήφανο και σιγανό «Κόνιαλη» της Καππαδοκίας μέχρι το «Χασάπικο» της Κωνσταντινούπολης,
από τον «Κεχαγιά» των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι τους «Καρσιλαμάδες» της Μικράς
Ασίας, ακόμη και χορούς της Δύσης, βαλς, ταγκό και φοξ αγκλέ.

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν τις διαφορετικές εκφάνσεις της
Ιμβριακής πολιτιστικής παράδοσης. Μερικά δείγματα από τους παραδοσιακούς μουσικούς
σκοπούς του νησιού:

 Το Πιγκί – Τα Αγρίδια είναι καλό χωριό (απτάλικος) {ρυθμός 9/8 (3+2+2+2)}


 Η Καλαμιά, Ελενάκι, Χαρμάνταλι, Εργάτης τιμημένος, Το Σαλβάρι που φορούσα ‘κείνο
τον καιρό , Αλατσατιανή (καρσιλαμάς) {ρυθμός 9/8 (2+2+2+3) & (2+3+2+2)}

 Νυφκάτος, Έχε γεια πάντα γεια, Κάτω στο γιαλό, Τη νύφη μας την είχαμε (χασαπιά)
{ρυθμός 2/4}
 Βρε Κεχαγιά περήφανε, Σαμιώτισσα, Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια, Θαλασσάκι μου,
Οι ψαράδες (σε καινούρια βάρκα μπήκα), Η τράτα μας η κουρελού, Μες του Αιγαίου τα
νησιά, Μάτια σαν και τα δικά σου, Πηγαίνω κι έρχομαι μα δε σε βρίσκω…, Σάλα- σάλα,
Περβολαριά μου, Η Γερακίνα, Γιαρούμπι, Λυγαριά, Από ξένο τόπο, Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ,
Μαντήλι καλαματιανό, Ξύπνα καημένε μου Ραγιά, Έχασα μαντήλι με χρυσά φλουριά, Στον
Άδη θα κατέβω, Παλαμάκια (σύρμα πάνω σύρμα κάτω), Μπιζάνι, Το χορό του Ζαλόγγου
(Συρτοί χοροί) {ρυθμοί 7/8 (3+2+2) & 2/4}

48
 Δημοτικά Τραγούδια καθιστικά : Ένα τρεχαντηράκι, Τζιβαέρι, Το γελεκάκι &

Ο ΓΙΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ


Μιας χήρας γιος μιας καλογριάς
ντύνεται, αρματώνεται για πόλεμο.
Και πόλεμο δεν ηύρηκε και γύρισε,
έσκυψε εις τον Δούναβη να πιει νερό
και νιοι τον επλακώσανε ως εκατό.
Σαϊτιά τον εδώκανε μες στο στενό,
τ’ άντερά του εχύσανε μες στο στενό,
το αίμα του προσφύριξε απ’ τη σκάλα του
κι ο μαύρος του το βαριοκλαίει, τον κλαίει βαριά.
Μαύρε μ’ για μη με βαριοκλαίς, μην κλαις βαριά,
μόν’ βάλε το χεράκι σου στην τσέπη μου
και πάρε τη χρυσή κλωστή την ασπρομεταξένια

και ράψε με συχνά πυκνά να μη συχνοπονέσω


και πάρε το σπαθάκι μου το δίστομο
και πάρε το τουφέκι μου το έκλαμπρο
και πάνε τα τη μάνα μου την καλογριά.
Μη της πεις πως απόθενα και κλαίει βαριά,
μόν’ πες της πως πανδρεύτηκα στην Αρμενιά.
Πήρα Αρμένισσας παιδί, και μάγισσας κλωνάρι
κι όντας μαγεύει τα πουλιά δεν κελαηδούν
κι όντας μαγεύει τον καιρό δε φυσά,
μ’ εμάγεψε κι εμέ το νιο, δεν έρχομαι.

(Μανώλης Ανδρόνικος 1938, σελ. 97-98)

ΤΑ ΕΝΝΕΑ ΘΗΡΙΑ
Ο Γιάννης και ο Κωσταντής κάθουνται στην ταβέρνα
κι ο βασιλές τους μήνυσε γλήγορα για να πάνε.
- Εχτές προχτές εκεί ’μασταν, και πάλι τι μας θέλει;
Στους μαύρους των ανέβηκαν στου βασιλέ παγαίνουν.
- Και τι μας θέλεις βασιλέ μ’ και τι μας θες αφέντη;
- Βλέπετε τούτο το βουνό το ’δώθε τ’ απεκείθε;
Πό ’χει αντάρα στην κορφή και μια καρυά στη μέση;
Εννιά θεριά εβγήκανε και τρώνε τους διαβάτες.
Να πα να τα σκοτώσητε λουφέ να σας χαρίσω.
Κι ο Γιάννης μαυροθάλασσος και μες στη μέση μπαίνει
κι ο Κωσταντής φοβήθηκε κι εις την καρυά ’νεβαίνει.
Οκτώ θεριά τα έφαγε κ’ ένα τον αντεστάθη.
49
- Κατέβα κάτω, Κωνσταντή, και να με φάγη θέλει.
- Φοβούμαι, Γιάννη, σκιάζομαι, φοβούμαι πό τ’ εσένα,
οκτώ θεριά και τα ’φαγες, να μη με φας κι εμένα.

(Μανώλης Ανδρόνικος 1938, σελ.100)

Ο ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΜΙΚΡΟΣ
Ο Κωνσταντίνος ο μικρός, ο μικροπαντρεμένος
το Μάη αμπέλι φύτευε, το Μάη γυναίκα πήρε,
το Μάη τον ήρθε μήνυμα, να πάγη στο σεφέρι.
- Μάννα μου, την καλούδα μου καλά να τη φυλάγεις.
Μήλο να τρώγει το πουρνό, ρόδι το μεσημέρι
Στου ήλιου το βασίλεμα να τρώγει περιστέρι.
Ακόμη δεν ξεβγήκε καν δυο μίλια αλάργα
κ’ εις το σκαρί την έβαλε, κι’ αντρίκια την ξουρίζει.
Τη δίνει πέντε πρόβατα και δεκαπέντε γίδια,
τη δίνει και μισό ψωμί, και δεκαοχτώ κρομμύδια
τρία σκυλιά λαγωνικά κι’ αργυρομανικάτα.
- Αν δεν τα πας στα εκατό, και αν δε τα πας στα χίλια
και τα σκυλιά λαγωνικά να πας στα εβδομήντα,
στον κάμπο να μην κατέβης νερό και τα ποτίσεις.
Αμ ήθελαν η μοίρα της και η καλή της τύχη,
τα πήγε κ’ εις τα εκατό, τα πήγε κ’ εις τα χίλια
και τα σκυλιά λαγωνικά τα πήγε στα βδομήντα.
Στον κάμπο τα κατέβασε νερό να τα ποτίση.
Κι ο Κωνσταντίνος έρχεται από βαρύ ταξίδι.
- Φύλακα ανάσυρε νερό να πιουν τα διψασμένα,
να πιω κ’ εγώ κι ο μαύρος μου και τα λαγωνικά μου.
Σαράντα στάμνες έσυρε και δεν αντρανίζει,,
τα δάκρυα την παίρνουνε και στερεμμό δεν έχουν.
- Φύλακα, το σταμνί είν’ βαρύ, γιά το νερό λυπάσαι;
Και κείνη αποκρίθηκε με το καϋμέν’ αχείλι.
- Μήτε η στάμνα μου βαριά, μήδε νερό λυπούμαι,
μόν’ άνδρα έχω σεφερλή, λείπει δώδεκα χρόνια.
- Ποιανού είναι τα πρόβατα, ποιανού είναι τα γίδια,
ποιανού είναι κι ο πιστικός που στέκει και τα φ’λάγει;
- Του Κωνσταντή ‘ναι τα πρόβατα, του Κωνσταντή ‘ναι τα γίδια,
του Κωνσταντή και τα σκυλιά τ’ αργυρομανικάτα,
του Κωνσταντή κι’ ο πιστικός που στέκει και τα φ’λάγει.
Και τότε την εγνώρισε πως είναι η καλή του.
Στο μαύρο την ανέβασε, στο σπίτι την εκρύβει.
Τη μάννα του ερώτησε – Μάννα πού ’ναι η καλή μου;

50
- Στη γειτονιά εδιάβηκε, τώρα θέλει να έρτει.
- Μάννα πού ’ναι η καλούδα μου, πού ’ναι οι οφθαλμοί μου;
- Κείνη γιέ μου απόθανε. – Δείξε μου το μνημόρι.
- Κείνο γιέ μου χορτάριασε και πλιά δε φανερώνει.

(Μανώλης Ανδρόνικος 1938, σελ.101-102)

Ο ΨΥΧΟΡΡΑΓΩΝ ΝΑΥΤΙΚΟΣ
Αλί ’στο νιο π’ αρρώστησε στου καραβιού την πλώρη.
Μάννα δεν έχει να τον κλαίει, κόρη να το λυπάται,
μηδέ αδερφή, μηδέ αδερφό, για να το λεημονάται.
Τον κλαίει η νύχτα κ’ η αυγή, τ’ άστρο και το φεγγάρι
κ’ οι ναύτες το φωνάζουνε – Σήκου να κουμαντάρεις.
- Εγώ σας λέγω δε μπορώ, και εσείς μου λέτε σήκου.
Σηκώστε με να σηκωθώ, και βάλτε με να κάτσω
και δώστε με τη χάρτα μου για να τη διαβάσω.
Βλέπετε τούτο το νησί το δώθε τ’ αποκείθε;
Εκεί θα πά’ να αράξουμε ’ς ένα ’γαθόν λιμνιώνα.
Πήγανε και αράξανε ’ς ένα ’γαθόν λιμνιώνα.

- Άντε γέροι, για νερό και εσείς παιδιά για ξύλα


και εσείς μικρά μουτσόπουλα ανοίξετε το μνήμα.
Παρακαλώ αδέρφια μου και προσκυνώ σας κιόλα
μήδε μακρύ, μήδε φαρδύ, μηδέ πολλά μεγάλο,
κ’ απ’ τη δεξιά μου τη μεριά ν’ αφήστε παναθύρι,
να ‘ρχονται τ’ άγρια πουλιά, να λιανοχωρατεύω.
Πουλί μ’ αν πας στον τόπο μου, κ’ αν βρεις και τους δικούς μου,
μην τους ειπείς πως πέθανα κ’ ανάψουν τα κεριά μου,
μόν’ πες τους πως πανδρεύτηκα στα μακριά στα ξένα,
πήρα την πλάκα πεθερά, τη μαύρη γη γυναίκα.

(Μανώλης Ανδρόνικος 1938, σελ.102-103)

Ακριτικό άσμα:

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΙΓΕΝΗ


Ένας αετός κατέβηκε σε ριζιμιό λιθάρι,
και βάστα κ’ εις τα νύχια του ανθρώπινο κεφάλι.
Και το κεφάλι έγραφε, πολύ βαριά εγράφει,
που ήτανε πρώτος του χωριού, που όριζε τη χώρα
ρίχνει τοις πλούσιοι εκατό και τις φτωχοί διακόσια.
Παίρνει τα μάτια κλιάμενα στ’ αμπέλι της κι υπάγει.
-«Αμπέλι μου, καλάμπελο, να σε πωλήσω θέλω,
51
πολύ χρέος με ρίξανε, να το πληρώσω θέλω».
-«Μάνα μου, για μη με πουλείς, μάνα μου δούλεψέ με,
βάλε με πλάτες για δουλειά, χέρια να με κλαδέψουν,
τρία κορίτσια απάρθενα να με βλαστολογήσουν.
Κάμε ποτήρια δεκαοχτώ, βουτσιά εξήντα έξι
και με τ’ απανωτσάμπουρα θα βγάλεις το χρέος σου».
Ήρθε καιρός κι έκαμε τρία τσαμπιά τ’ αμπέλι,
το ‘να το τρώγει ο κόρακας τ’ άλλο ο βεργάτης
και με το ένα μοναχό έβγαλε το χρέος της.
(Ν. Γ. Πολίτης 1909, σελ. 267-268)

 Ιδιαίτερα τραγούδια που λέγονταν και χορεύονταν στην Ίμβρο:

Συρτός 1 {ρυθμός 7/8 (3+2+2)}

Στο βουνό μια βοσκοπούλα

έβοσκε τ ’αρνιά

είχε χόρτα και λιβάδια

και χλωρά κλαδιά.

Κυνηγός που κυνηγούσε

πέρασε από κει

καλημέρα βοσκοπούλα κι ώρα σου καλή.

Δε μου λες βρε βοσκοπούλα

τι θέλεις εδώ;

Έχασα τα πρόβατα μου

κι ήρθα να τα βρω.

Δε μου λες βρε βοσκοπούλα

52
έχεις γονικά;

Έχεις μάνα και πατέρα και κληρονομιά;

Από μάνα από πατέρα είμαι ορφανή

και σ’ αυτή την ατμοσφαίρα

γυρίζω πάντα μοναχή.

Ορφανός εγώ κυρά μου

ορφανή κι εσύ,

έλα να γίνουμε ταίρι,

να ζήσουμε μαζί.

Να σφάξουμε κατσίκια,

να πιούμε κι κρασί,

έλα να παντρευτούμε

να ζήσουμε μαζί.

Συρτός 2 {ρυθμός 7/8 (3+2+2)}

Για μια ξανθούλα που αγαπάω

Σε συλλογές μπαίνω κακιές

Στον πόλεμο που θε να πάω

Και να πεθάνω μες τις φυλακές.

Αν ήθελες να ταξιδέψεις,

53
να πας στα ξένα μακριά,

δεν έπρεπε να μ’ αγαπήσεις

και να μου κάψεις τώρα την καρδιά.

Αν ήθελες να ταξιδέψεις,

να πας εις στην Αμερική,

δεν έπρεπε να μ’ αγαπήσεις

και να μ’ αφήσεις τώρα μοναχή.

Αν ήθελες φως μου να μάθεις,

στ’ αλήθεια πόσο σ’ αγαπώ,

θα σου το έλεγε η καρδιά σου,

χωρίς εγώ να σου το πω.

Απτάλικος {ρυθμός 9/8 (3+2+2+2)}

Τ’ Αγρίδια είναι καλό χωριό (3)

μα είναι απά στο ρέμα

έχει κουρίτσια έμορφα (3)

μα είν’ φιλημένα.

Συρτός 3 {ρυθμός 2/4}

Η καρδιά μου η καρδιά μου σαν κλειδώσει

54
δεν ανοίγει με κλειδιά,

μόν’ ανοί’ μόν’ ανοίγει με τζελβέδες

και με λεύτερα παιδιά.

Της Αγιά της Αγιά Σοφιάς οι πόρτες,

της Αγιά Σοφιάς οι πόρτες

δεν ανοίγουν με κλειδιά,

μόν’ ανοί’ μόν’ ανοίγουν με λεβέντες

μόν΄ ανοίγουν με λεβέντες

και μ’ ελληνικά σπαθιά.

Καρσιλαμάς {ρυθμός: 9/8 (2+3+2+2)}

Το σαλβάρι που φορούσα

‘κείνο τον καιρό,

με ζηλεύαν(ε) τα κορίτσια

μέσα στο χορό (2).

Αχ μ’ αυτό το σαλβαράκι

με ζηλεύανε

κι όλο έμορφα κορίτσια

με χαϊδεύανε (2).

Αχ μ’ αυτό το σαλβαράκι

55
ήμουν λεβεντιά,

σαν περνούσα από τις πιάτσες

παίζανε τα βιουλιά (2).

Συρτός 4 {ρυθμός 7/8 (3+2+2)}

Μπιζάνι συρματόπλεκτο, κανόνια φορτωμένο

μας έχεις κάψει την καρδιά

αναθεματισμένο.

Πάν’ τα νιάτα, πάν’ τα μέρια,

πάν’ κι όλα τα νησιά,

Αργυρόκαστρο και Αυλώνα

θα ναι πάντα ελληνικά.

Μάνα μη στέλνεις γράμματα

και μη ρωτάς τι κάνω,

στου Μπιζανιού την κορυφή (2)

στο κρύο θα αποθάνω.

Βενιζέλε Βενιζέλε,

δεν τους απολείς,

μόν’ τους έχεις εις τα όπλα

και τους τυραννείς.

56
Φαρμάκι έχει το σπαθί,

φαρμάκι το γαλόνι,

μα και το έρημο χακί,

τα νιάτα μας σκλαβώνει.

Βενιζέλε Βενιζέλε,

δε μας το κάνες καλά,

που μας χάρισες την Ίμβρο

πίσω στην παλιοτουρκιά.

Συρτός 5 {ρυθμός 2/4}

Τι τα θέλω εγώ τα δάση (2)

και τα κρύα τα νερά;

Σα δε βλέπω το πουλί μου (2)

την ημέρα μια φορά.

Τα μαύρα μάτια εγώ εκατό, (2)

τα γαλανά διακόσια,

κι αν πεις για τα τσακίρικα (2)

φιλιά και πεντακόσια.

Θεέ μου της Νίμπρους τα βουνά (2)

λίγο κατέβασέ τα,

57
να δω τα μάτια που αγαπώ (2)

και ύστερα/ πάλι ψήλωσε τα.

Συρτός 6 {ρυθμός 9/8 (2+2+2+3)}

Χωριό μου όμορφο χωριό

κι αν έφυγα στα ξένα,

τα μάτια μου ολημερίς (2)

δακρύζουνε για σένα.

Χωριό μου πόσο ήθελα

οπίσω να γυρίσω

και το φτωχό το σπίτι μου (2)

να το ξανά αντικρύσω.

Στης μάνας μου την αγκαλιά

να ‘ρθω να πέσω απάνω

και δε με νοιάζει ύστερα (2)

χωριό μου αν πεθάνω.

58
Τραγούδι του Γάμου- Νυφκάτος {ρυθμός 2/4}

Τη νύφη μας την είχαμε, (3)

μες το κουτί βαλμένη (2)

κι τώρα την εβγάλαμε, (3)

πέρδικα στολισμένη. (2)

Γαμπρός είν’ το ζιμπούλι

κι η νύφη γιασεμί

και η κουμπαροπούλα (2)

βενέτικο φλουρί.

Γαμπρέ στρώσε το σπίτο σου (3)

με κατιφέ νυφκάτο (2)

κι η νύφη που σε δώσαμε (3)

δεν είναι παρακάτω. (2)

Γαμπρέ μου παλικάρι,

γαμπρέ μου τσελεπή,

έβγα στο παναθύρι (2)

να σκάσουν οι εχθροί.

Γαμπρός μας είναι άξιος, (3)

καράβι ν’ αρματώσει, (2)

στην Αλεξάνδρεια να το πα(ει) (2)

59
μάλαμα να φορτώσει. (2)

Γαμπρός είν’ το ζιμπούλι

κι η νύφη γιασεμί

και η κουμπάρος είναι (2)

της πόλης το κλειδί.

Σήμερα λάμπει ο ουρανός, (3)

σήμερα λάμπει η μέρα, (2)

σήμερα στεφανώνεται, (3)

αετός την περιστέρα. (2)

Άσπρο σταφύλι για ρακί

και κόκκινο κεράσι,

τ’ αντρόγυνο που έγινε (2)

να ζήσει να γεράσει.

60
Φοξ αγκλέ

Ψέματα ψέματα

φταίω εγώ που σ’ έμαθα,

να περπατείς στη γειτονιά

να λες πώς μ’ αγαπάς.

Αν μ’ αγαπούσες

και με φιλούσες

ο έρωτας μας θα ‘ταν κρυφός.

Βαλς {ρυθμός 3/4 }

Να ‘ρχομουνα να ‘ρχομουνα

να σ’ έβλεπα

χειμώνα καλοκαίρι

με τον καιρό στο χέρι.

Να ερχόμουνα να ερχόμουνα,

να σ’ έβλεπα

χειμώνα καλοκαίρι

μικρό μου περιστέρι.

61
Οι χοροί σίγουρα αποτελούν μέχρι και σήμερα αναπόσπαστο μέρος της ζωής των Ιμβρίων. Σε κάθε
γλέντι, πανηγύρι ή γιορτή, οι ΄Ιμβριοι χορεύουν. Είναι όπως λέγεται «χορευτανάδες».

Η μουσική των χορών είναι έντονα επηρεασμένη από τη Βυζαντινή μουσική, όπως και όλα τα
Δημοτικά τραγούδια της χώρας μας.

Τα πιο συνηθισμένα όργανα ήταν : το βιολί, το κλαρίνο, το λαούτο, το σαντούρι, το μαντολίνο, (το
ακορντεόν και η κιθάρα -πιο σπάνια). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ποτέ οι ΄Ιμβριοι δε χρησιμοποίησαν
νταούλι.

Διαπιστώνουμε ακόμα, πως δεν υπήρχαν το ζεϊμπέκικο και το τσιφτετέλι ως μουσικά ακούσματα.

 Οι πιο δημοφιλείς χοροί της ΊΜΒΡΟΥ :

 Συρτός Καλαματιανός: ένας απ’ τους βασικούς χορούς του τοπικού ρεπερτορίου που
χορεύεται σε όλες τις περιστάσεις (γάμους, γλέντια, πανηγύρια) σε επτάσημο 7/8 (3+2+2)
. Χορεύουν όλοι άνδρες και γυναίκες σ’ ανοιχτό κύκλο, ανάμικτα, με τα χέρια λυγισμένα
στους αγκώνες. Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δώδεκα κινήσεις που εκτελούνται σε
τέσσερα μουσικά μέτρα, τρεις κινήσεις σε κάθε μουσικό μέτρο. Παραλλαγές
πραγματοποιεί ο πρώτος και είναι συνήθως στροφές και καθίσματα. Αντιπροσωπευτικό
τραγούδι είναι : «ο Κεχαγιάς», γνωστός χορός και της Λήμνου που χορεύεται όμως κυρίως
από άνδρες ελεύθερα χωρίς να πιάνονται και με διαφορετικό χορευτικό μοτίβο.

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 7/8 ( 3 +2 +2 )

-Χρονική μονάδα :

-Ρυθμική αγωγή: = 280

62
-Βασικό ρυθμικό σχήμα:

-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : τρεις

-Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1 1 Με μέτωπο λοξό προς τη φορά, πάτημα του δ. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 2 Με το ίδιο μέτωπο, πάτημα του α. π. πίσω απ’ το δ. π. στο πέλμα.

3 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

1 4 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. στη φορά μπροστά απ’ το δ. πόδι στο πέλμα.

2 5 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. πλάι και λίγο πίσω από το αρ. πόδι στο πέλμα.

3 6 Με το ίδιο μέτωπο, πάτημα του α. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

1 7 Με ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 8 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. προς το κέντρο του κύκλου λίγο μπρος απ’ το δ. π.

3 9 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. πίσω στη θέση που βρίσκεται στο πέλμα.

1 10 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. προς την περιφέρεια του κύκλου στο πέλμα.

2 11 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. πλάι και λίγο πίσω απ’ το α. π. στο πέλμα.

3 12 Πάτημα του αρ. ποδιού μπροστά απ’ το δ. π. προς το κέντρο του κύκλου στο πέλμα.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 67-68)

63
 Συρτός νησιώτικος: επίσης απ’ τους βασικούς χορούς του τοπικού ρεπερτορίου που χορεύεται
σε όλες τις περιστάσεις (γάμους, γλέντια, πανηγύρια), σε δίσημο ρυθμό 2/4. Χορεύεται σε
ανοιχτό κύκλο από άνδρες και γυναίκες με κράτημα των χεριών από τις παλάμες με
λυγισμένους τους αγκώνες. Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δώδεκα κινήσεις που
εκτελούνται σε τέσσερα μουσικά μέτρα, τρεις κινήσεις σε κάθε μουσικό μέτρο. Παραλλαγές
πραγματοποιεί ο πρώτος και είναι συνήθως στροφές και καθίσματα.

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 2/4

-Χρονική μονάδα :

-Ρυθμική αγωγή: = 80

-Βασικό ρυθμικό σχήμα:

-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : δύο

-Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1 1 Με μέτωπο λοξό προς τη φορά πάτημα του δ. π. στη φορά στο πέλμα (το σώμα

ανεβαίνει και κατεβαίνει (σουστάρει) ελαφρά με τέντωμα και κάμψη του δ. π. στο

γόνατο).

2 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. στη φορά πίσω απ’ το δ. π. στο εμπρός μέρος του

πέλματος (το σώμα ανεβαίνει ελαφρά με τέντωμα του α. π. στο γόνατο).

2 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. ποδιού στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

64
1 4 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. στη φορά στο πέλμα (το σώμα ανεβαίνει και

κατεβαίνει (σουστάρει) ελαφρά με τέντωμα και κάμψη του α. π. στο γόνατο).

5 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. στη φορά στο εμπρός μέρος του πέλματος (το

σώμα ανεβαίνει ελαφρά με τέντωμα του δ. π. στο γόνατο).

2 6 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

1 7 Με γύρισμα του μετώπου ελαφρώς προς το κέντρο πάτημα του δ. π. στο πέλμα

(το σώμα ανεβαίνει και κατεβαίνει (σουστάρει) ελαφρά με τέντωμα και κάμψη του

α. π. στο γόνατο).

8 Με ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. πλάι και λίγο πίσω απ’ το δ. π. στο εμπρός

μέρος του πέλματος (το σώμα ανεβαίνει ελαφρά με τέντωμα του δ. π. στο γόνατο).

2 9 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. στη θέση που βρίσκεται το πέλμα.

1 10 Με γύρισμα του μετώπου λοξά προς τη φορά πάτημα του α. π. αριστερά στο πέλμα

(το σώμα ανεβαίνει και κατεβαίνει (σουστάρει) ελαφρά με τέντωμα και κάμψη του

α π. στο γόνατο).

11 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. πλάι και λίγο πίσω απ’ το α. π. στο

εμπρός μέρος του πέλματος (το σώμα ανεβαίνει ελαφρά με τέντωμα του δ. π. στο

γόνατο).

2 12 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του αρ. ποδιού στη θέση που βρίσκεται στο πέλμα.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 329, 330)

 Καναρίνι μου γλυκό: μικτός χορός με ρυθμό 2/4, που χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις
σ’ ανοιχτό κύκλο και οι χορευτές πιάνονται με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Το
χορευτικό μοτίβο του είναι ως εξής : { (2) 3αράκια με μέτωπο λοξό προς τη φορά του
κύκλου και άλλα (2) 3αράκια με μέτωπο στο κέντρο του κύκλου γυρίζοντας τη μια φορά
προς τα δεξιά και την άλλη προς τα αριστερά}. (Ανδριάνα Κοντογιώργη)

65
 Λημνιός ή αλλιώς Τσιμπλιάρκος: αντιπροσωπευτικός μικτός χορός των Ιμβρίων (με
μια ιδιαιτερότητα όσον αφορά τη δομή των βημάτων) που χορεύεται ωστόσο και από τους
Λημνιούς, όπου και οφείλεται η ονομασία του, με διαφορετικό όμως χορευτικό μοτίβο.
Χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις σ’ ανοιχτό κύκλο και όλοι είναι πιασμένοι με τα χέρια
τεντωμένα κάτω. Έχει δίσημο ρυθμό 2/4.

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 2/4

-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού: δύο

-Χορευτικό μοτίβο:

2) 3αράκια προς τα δεξιά στη φορά του κύκλου ξεκινώντας με το δ. πόδι και μετά με το αρ. πόδι, στη
συνέχεια (3) 3αράκια πάλι επιτόπου ξεκινώντας προς τα δεξιά που είμαστε ήδη αλλάζοντας μέτωπο
μια αριστερά και μια δεξιά, μετά με το αρ. πόδι πηγαίνουμε προς τα αριστερά με μέτωπο στη φορά
του κύκλου και κάνουμε 2 βήματα μια με το αρ. και μια με το δ. πόδι και ακόμη (1) 3αράκι επιτόπου
με το αρ. πόδι και με το ίδιο μέτωπο. (Παρασκευή Κοντογιώργη)

 Κόνιαλης ή (χορός με κουτάλια): χαρακτηριστικός χορός της Καππαδοκίας σε δίσημο


ρυθμό 2/4. Χορευόταν κυρίως στο γλέντι του γάμου αλλά και σ’ άλλα γλέντια. Σε ορισμένα
χωριά τον χόρευαν μόνο γυναίκες σ’ άλλα μόνο άνδρες ή ακόμη άνδρας και γυναίκα μαζί.
Τα βήματα του χορού συνοδεύονται από κινήσεις των χεριών που κρατούν κουτάλια δυο σε
κάθε χέρι και τα χτυπούν ρυθμικά πάνω στους χρόνους της μουσικής. Ωστόσο στην Ίμβρο,
που είναι αντιπροσωπευτικός χορός των αντρών και η δεξιοτεχνία του καθενός στα παλιά
τα χρόνια φαινόταν στην ικανότητα του να χορέψει ακόμα και πάνω στο λαμπογυάλι, δε
συμβαίνει το ίδιο. Χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις με το γνωστό τραγούδι: «Η βράκα». Το
χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις που εκτελούνται σ’ ένα μουσικό μέτρο.

66
ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

Ρυθμός : 2/4

Χρονική μονάδα :

Ρυθμική αγωγή: = 104

Βασικό ρυθμικό σχήμα:

Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : δύο

Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1 1 Με μέτωπο εμπρός πάτημα του δ. π. εμπρός, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. πλάι και λίγο πίσω απ’ το δ. π. στο πέλμα ή στο

εμπρός μέρος του πέλματος.

2 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. εμπρός, μικρό βήμα στο πέλμα.

1 1 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. εμπρός, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. πλάι και λίγο πίσω απ’ το α. π. στο πέλμα ή στο

εμπρός μέρος του πέλματος.

2 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. εμπρός, μικρό βήμα στο πέλμα.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 408-409)

67
 Καρσιλαμάς: χορός στρωτός, χορεύεται ζευγαρωτά και από γυναίκες και από άντρες με
διαφορετικά τραγούδια- σκοπούς αναδεικνύοντας ο καθένας το ύφος και τη χάρη του ή και
από έναν άνδρα και μία γυναίκα. Ο ρυθμός του χορού είναι εννιάσημος 9/8 (2+3+2+2) και
το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει τέσσερις κινήσεις (βήματα) που εκτελούνται σ’ ένα
μουσικό μέτρο. Οι χορευτές κινούνται ελεύθερα σε σχέση πάντα με το ζευγάρι τους, άλλοτε
αντικριστά, άλλοτε κάνοντας στροφές και άλλοτε αλλάζοντας θέσεις. Είναι χορός που
χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις.

{Ξεινός 1987, 125} Ίμβρος: στην περιοχή χορευόταν από δύο άντρες οι οποίοι ήταν ο ένας απέναντι
στον άλλο. Τα χέρια τους ήταν απλωμένα πλάγια στο ύψος των ώμων και με δύο δάχτυλα τον μέσο
και τον αντίχειρα έκαναν μαντινάδες και κρατούσαν το χρόνο για τα βήματά τους. Ως "ελαφρύς"
Καρσιλαμάς ήταν η «Καλαμιά».

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 9/8 (2+3+2+2)

-Χρονική μονάδα :

-Ρυθμική αγωγή: = 216

-Βασικό ρυθμικό σχήμα:

-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : τέσσερις

-Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1 1 Με μέτωπο εμπρός πάτημα του δ. π. δεξιά, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 2 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. πίσω από το δ. π. στο πέλμα.

68
3 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. δεξιά, μικρό βήμα στο πέλμα.

4 4 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. μπροστά απ’ το δ. π. στο πέλμα.

- Τα βήματα του χορευτικού μοτίβου εκτελούνται ελεύθερα, δεξιά, αριστερά, μπρος, πίσω.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 402-403)

 Υπήρχε ακόμη και ο Χαρμάνταλης που ήταν καθαρά αντρικός χορός και ήταν «βαρύς»
καρσιλαμάς. Τα χαρακτηριστικά και το χορευτικό μοτίβο του χορού είναι ίδιο μ’ αυτό του
καρσιλαμά.

 Πιγκί ή αλλιώς απτάλικος: αντικριστός χορός που χορεύεται κυρίως από δύο άνδρες
αλλά αρκετές φορές χορεύεται και από δύο γυναίκες, σε κάθε περίσταση. Ο ρυθμός του
είναι 9/8 (3+2+2+2) και έχει το ύφος του ζεϊμπέκικου. Το χορευτικό μοτίβο του χορού
περιλαμβάνει έξι κινήσεις που εκτελούνται σ’ ένα μουσικό μέτρο. Τα χέρια κινούνται
ελεύθερα όπως στο ζεϊμπέκικο, οι γυναίκες χορεύουν με μικρές και συγκρατημένες κινήσεις
ενώ οι άνδρες κινούνται πιο ελεύθερα και πραγματοποιούν παραλλαγές που είναι συνήθως
στροφές, καθίσματα και χτυπήματα των ποδιών.

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 9/8 (3+2+2+2)

-Χρονική μονάδα :

-Ρυθμική αγωγή: = 144

-Βασικό ρυθμικό σχήμα:

-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : εννιά

69
-Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1,2 1 Πάτημα του α. π. αριστερά, σε μικρή διάσταση, με το πέλμα.

3 2 Πάτημα του δ. π. πλάι στη θέση που βρίσκεται στο πέλμα.

4,5 3 Πάτημα του α. π. δεξιά μπροστά απ’ το δ. π. στο πέλμα.

6 4 Πάτημα του δ. π. δεξιά, πολύ μικρό βήμα στο πέλμα.

7 5 Πάτημα του α. π. πίσω απ’ το δ. π. στο πέλμα.

8,9 6 Πάτημα του δ. π. δεξιά, πολύ μικρό βήμα στο πέλμα.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 365- 366)

 Χασαπιά: μικτός χορός που χορεύεται σ’ ανοιχτό κύκλο σ’ όλες τις περιστάσεις και οι
χορευτές πιάνονται απ’ τους ώμους. Ο ρυθμός του είναι δίσημος 2/4 . Το χορευτικό μοτίβο
περιλαμβάνει έξι κινήσεις που πραγματοποιούνται σε τρία μουσικά μέτρα, δύο κινήσεις σε
κάθε μουσικό μέτρο. Η πιο συνηθισμένη παραλλαγή, που γίνεται στα ‘γυρίσματα’ της
μουσικής, είναι μια εναλλαγή των ποδιών (δ-α-δ με σταύρωμα του α. π. πάνω απ’ το δ. π.
στους χρόνους 3 και 4, δύο κινήσεις στον τρίτο χρόνο και μία στον τέταρτο, και α-δ-α με
σταύρωμα του δ. π. πάνω απ’ το α. π. στους χρόνους 5 και 6, δύο κινήσεις στον πέμπτο και
μία στον έκτο).

ΡΥΘΜΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΟΡΟΥ

-Ρυθμός : 2/4

-Χρονική μονάδα :

-Ρυθμική αγωγή: = 120

-Βασικό ρυθμικό σχήμα:

70
-Κινήσεις μέτρησης του ρυθμού : δύο

-Χορευτικό μοτίβο:

ΜΡ ΧΑΚ ΜΚ

1 1 Με μέτωπο στο κέντρο του κύκλου πάτημα του δ. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 2 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. πίσω απ’ το δ. π., μικρό βήμα στο πέλμα.

1 3 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του δ. π. στη φορά, μικρό βήμα στο πέλμα.

2 4 Με το ίδιο μέτωπο άρση του α. π. εμπρός.

1 5 Με το ίδιο μέτωπο πάτημα του α. π. προς το κέντρο του κύκλου στο πέλμα.

2 6 Με το ίδιο μέτωπο χαμηλή άρση του δ. π. εμπρός.

(Γιάννης Πραντσίδης 2004, σελ. 364-365)

 Επίσης, χορεύουν το νυφκάτο μόνο την ημέρα του γάμου, που ήταν μια μορφή χασαπιάς
και χορεύεται απ’ όλους με τα χέρια στους ώμους, με τη μόνη διαφορά ότι σέρνουν το χορό
οι νεόνυμφοι.
 Μια μαρτυρία αναφέρει για κάποιο ζωναράδικο (κι αυτό το συμπεραίνουμε από το
πιάσιμο των χεριών). Ίσως να ήταν η επιρροή από τη Θράκη, αφού εκεί είναι πολύ
διαδεδομένος αυτός ο χορός. Ωστόσο δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός σ’ όλα τα χωριά της
Ίμβρου.(www.imbrosunion.com)

71
 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Τα αποτελέσματα που προκύπτουν απ’ την εργασία μου και τα οποία μπορώ να παραθέσω σ’
αυτό το κεφάλαιο είναι τα εξής: Από τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε πώς η Ίμβρος, αν
και είναι ένα νησί που ανήκει στην Τουρκία εδώ και πολλά χρόνια, δε σταμάτησε παρά τις δυσκολίες,
να αναβιώνει όσο μπορεί περισσότερο τα ήθη και τα έθιμα του. Καταρχήν, στην Ίμβρο παρ’ όλο που
είναι νησί δεν παρατηρούμε τόσες πολλές ομοιότητες με τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, όπου
επικρατεί το νησιώτικο στυλ με τ’ άσπρα σπίτια και τα μπλε παράθυρα, όσες με τη Μακεδονία, την
Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία. Αυτό αφορά και στον χαρακτήρα των παραδοσιακών οικισμών
της που είναι αγροτοκτηνοτροφικός και σε γενικές γραμμές όμοιος με αυτόν που συναντάμε στα
νησιά του Β.Α Αιγαίου. Ακόμη, τα οικήματα είναι επηρεασμένα από την ηπειρωτική (στεριανή)
αρχιτεκτονική των γεωργικών σπιτιών, που επιχωριάζει στις περιοχές της Μακεδονίας και Θράκης
αλλά και με στοιχεία από τα μικρασιατικά παράλια. Αλλά και ως προς τα μουσικά ακούσματα
παρατηρούμε αρκετές επιρροές απ’ αυτά τα μέρη και στην κουλτούρα τους και στον τρόπο ζωής
τους.

Οι γυναίκες ήταν αυτές που είχαν το πάνω χέρι στο σπίτι, στην ανατροφή των παιδιών και
γενικώς στις δουλειές, καθώς οι άνδρες απουσίαζαν αρκετό χρόνο διότι ήταν είτε στα καράβια είτε
ασχολούνταν με τις γεωργικές δουλειές εκτός χωριού. Γι’ αυτό άλλωστε παρατηρούμε και την
ελευθερία τους στη συμμετοχή των πανηγυριών ή των άλλων εορταστικών εκδηλώσεων αλλά ακόμη
και στη λήψη σημαντικών αποφάσεων που αφορούσαν την οικογένεια τους. Αυτό το γεγονός
καθιστούσε την κοινωνία της Ίμβρου αρκετά μητριαρχική.

Όλες αυτές οι κοινωνικές συγκεντρώσεις που αποτελούσαν μια αφορμή για χορό (γάμοι,
βαπτίσεις, πανηγύρια κ.ά.), σταμάτησαν να διοργανώνονται απ’ τη δεκαετία του ’70 και μετά και
αυτό συνέβη γιατί ο γηγενής πληθυσμός λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί (κλείσιμο
των σχολείων, άνοιγμα αγροτικών φυλακών με βαρυποινίτες, εγκατάσταση στρατοπέδων σε
συνδυασμό με εκφοβισμό των κατοίκων του νησιού), τους έκανε να ‘μεταναστεύσουν’ οι
περισσότεροι προς την Ελλάδα και άλλοι σε διάφορες χώρες του κόσμου. Έτσι, τους λίγους
γενναίους εναπομείναντες που παρέμειναν στο νησί, δεν τους έμεινε δυστυχώς διάθεση για τη
συνέχεια τέτοιων εκδηλώσεων, με αποτέλεσμα σιγά σιγά να εκλείψουν τα περισσότερα απ’ αυτά τα
έθιμα.

Οι χοροί διοργανώνονταν συνήθως στην πλατεία των χωριών ή στα καφενεία και συνήθως
διαρκούσαν απ’ το απόγευμα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Ωστόσο, αρκετές φορές το γλέντι
συνεχιζόταν απ’ τους μερακλήδες κάνοντας καντάδες από σπίτι σε σπίτι με τη συνοδεία των
οργάνων.

Σύμφωνα μ’ αυτά που μου διηγήθηκαν οι ηλικιωμένοι συγχωριανοί μου, οι χοροί τους οποίους
χόρευαν σ’ όλες τις περιστάσεις, ήταν κυκλικοί, εκτός απ’ τους Καρσιλαμάδες που ήταν είτε αντρικοί
είτε μικτοί. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά τη διάρκεια όλων αυτών των εκδηλώσεων οι Τουρκικές
αρχές ήταν παρούσες. Ήθελαν μ’ αυτό τον τρόπο να δηλώσουν ότι ήταν ενωμένοι και είχαν
αλληλεγγύη μεταξύ τους και τίποτα δεν μπορούσε να τους χωρίσει. Ακόμη, κανείς δε χόρευε

72
πρώτος, με την έννοια που επικρατεί σήμερα για να ξεχωρίσει ή να επιδείξει τις γνώσεις του πάνω
στο χορό. Όποιος ήθελε, άνδρας ή γυναίκα μπορούσε να σύρει το χορό, δίνοντας τ’ ανάλογο
φιλοδώρημα στα όργανα ή στο βιολιτζή. Χαρακτηριστικό αυτού που έσερνε το χορό ήταν να κρατάει
το μαντήλι. Ωστόσο δεν έκανε ιδιαίτερες φιγούρες προκειμένου να ξεχωρίσει απ’ τους άλλους, το
πολύ πολύ έκανε καμιά στροφή ο ίδιος ή τη ντάμα την οποία συνόδευε. Όλοι ήταν ίσοι μεταξύ
ίσων. Συμμετείχαν ανεξαιρέτως άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένοι, ακόμη και τα μικρά παιδιά στο τέλος
του κύκλου, παρατηρώντας τα βήματα απ’ τους μεγαλύτερους, προσπαθώντας να τους μιμηθούν
όσο καλύτερα μπορούσαν. Δεν υπήρχαν ταξικές θέσεις στον κύκλο, ο καθένας άντρας ή γυναίκα
μπορούσε να πιαστεί όπου θέλει, δε χόρευαν κατά οικογένειες ή οι συγγενείς ο ένας δίπλα στον
άλλο. Παρ’ όλα αυτά αν κάποιος ήθελε να χορέψει πιανόταν κοντά στους γνωστούς του. Αυτός που
ήθελε να σύρει το χορό έλεγε συνήθως στ’ όργανα το είδος του χορού που ήθελε να χορέψει και όχι
το σκοπό- τραγούδι, αυτή ήταν αρμοδιότητα των οργανοπαιχτών. Για να σύρει ένας άλλος τον
κύκλο, αφού έκανε την παραγγελιά του στ’ όργανα, περίμενε έξω απ’ αυτόν μέχρι ο προηγούμενος
να κάνει κάποιους κύκλους κι ύστερα έμπαινε στο χορό πιάνοντας δίπλα του. Οι οργανοπαίχτες
μάθαιναν να παίζουν συνήθως οι μικρότεροι απ’ τους πατεράδες ή έπαιζαν εμπειρικά και η θέση
τους ήταν στο κέντρο του χορού είτε όρθιοι είτε καθιστοί.

Επίσης, όταν χόρευαν για παράδειγμα, οι άντρες Βαρύ Καρσιλαμά οι γυναίκες δεν χτυπούσαν
παλαμάκια. Σ’ άλλες περιπτώσεις αυτοί που δε χόρευαν κάθονταν στα τραπέζια ή στα πεζούλια και
χτυπώντας παλαμάκια, ενθάρρυναν αυτούς που χόρευαν και συμμετείχαν και αυτοί με τον τρόπο
τους, σιγοτραγουδώντας.

Αρκετές φορές τους χορούς συνόδευαν οι καλλίφωνοι ή οι μερακλήδες που τραγουδούσαν και
χόρευαν συγχρόνως. Σε περιπτώσεις όμως, που μαζεύονταν στις αυλές των σπιτιών για ονομαστικές
γιορτές τύχαινε να μην έχουν συνοδεία οργάνων οπότε χόρευαν κυρίως με τραγούδια. Ωστόσο, σε
τέτοιες μικρές κοινωνίες των χωριών η γνώμη του κόσμου έπαιζε καταλυτικό ρόλο, γι’ αυτό και δεν
έλειπαν ο έπαινος και η επιδοκιμασία των χωριανών για τους ‘καλούς’ χορευτές και αντίστοιχα τα
περιπαικτικά σχόλια για όσους δεν τα κατάφερναν.

Τα πανηγύρια βέβαια δε διοργανώνονταν μόνο στην πλατεία του χωριού αλλά και στα ξωκλήσια,
που ήταν κοντά στο κάθε χωριό, προς τιμήν κάποιου Αγίου. Και εκεί ωστόσο χόρευαν τους ίδιους
χορούς με τη διαφορά ότι εκεί το χορό τον έσερνε ο παπάς. Στους γάμους εκτός των άλλων
μουσικών σκοπών που τραγουδούσαν, υπήρχε και ο ‘νυφκάτος’ τον οποίο και χόρευαν και
τραγουδούσαν. Δεν έλειπαν βέβαια και οι ευρωπαϊκοί χοροί τη μέρα εκείνη, όπως βαλς, ταγκό και
φοξ αγκλέ. Επίσης, αρκετές φορές πήγαιναν και σε εκδηλώσεις που γίνονταν σε κοντινά χωριά όπως
πανηγύρια, γάμοι κ.ά. Βεβαία και οι επισκέψεις των λεγόμενων ‘παραχωριτών’ απ’ τα γειτονικά
χωριά ήταν συχνές προκειμένου να συμμετέχουν σ’ όλες αυτές τις εκδηλώσεις.

Διακρίνουμε ακόμη, πως ο χορός αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των κατοίκων και δεν
έχαναν ευκαιρία να γλεντούν και να τραγουδούν. Παρατηρούμε ωστόσο ότι κάθε μορφής
εορταστικής εκδήλωσης του νησιού συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό και στη δημιουργία ισχυρών
αισθηματικών δεσμών μεταξύ ανδρών και γυναικών που τις περισσότερες φορές κατέληγαν σε
γάμο.

Επιπλέον, όσον αφορά στους μουσικούς σκοπούς και τα τραγούδια που χορεύονταν απ’ τους

73
Ιμβρίους, επειδή υπάρχουν αρκετές ομοιότητες με τα γειτονικά νησιά, όπως τη Σαμοθράκη και
κυρίως τη Λήμνο, έχει λεχθεί απ’ όσους έχουν ασχοληθεί με τη λαογραφική μελέτη αυτών των
χορών πως οι Ίμβριοι δεν είχαν δικούς τους χορούς αλλά τους δανείστηκαν απ’ αυτά τα νησιά,
μηδενίζοντας έτσι τη μουσικοχορευτική παράδοση του νησιού. Κατά την άποψή μου, λόγω της
γεωγραφικής θέσης αυτών των νησιών, λογικό είναι να δέχτηκαν επιρροές το ένα απ’ τ’ άλλο. Απλά
επειδή η Ίμβρος, λόγω της Συνθήκης της Λωζάννης πέρασε στα χέρια της Τουρκίας, ενώ η Λήμνος
δεν είχε την ίδια τύχη, θεώρησαν ότι η ‘πατρότητα’ των χορών προέρχεται απ’ τα ελληνικά νησιά. Η
αδιάλειπτη όμως παρουσία των χορών αυτών στο πέρασμα των χρόνων, είναι η ζωντανή απόδειξη
ότι αποτελούν για τους Ιμβρίους πολιτισμική παρακαταθήκη.

Τα περισσότερα δυστυχώς, απ’ αυτά τα ήθη και έθιμα που περιγράφω στην εργασία μου άρχισαν
σιγά σιγά να εκλείπουν με το πέρασμα των χρόνων λόγω των συνθηκών που επικράτησαν στην
Ίμβρο και να μην μπορούν να αναβιώσουν. Ωστόσο οι Ίμβριοι δεν ξέχασαν ποτέ τις παραδόσεις τους
και όσα τους συνέδεαν με το παρελθόν γι’ αυτό και σε κάθε ευκαιρία που τους δίνεται σε όποιο
μέρος κι αν βρίσκονται συνεχίζουν την αναβίωση των εθίμων αυτών, όσο πιο πιστά μπορούν. Στην
Ίμβρο, πάντως το έθιμο που κυριαρχεί ακόμα και σήμερα είναι αυτό του Δεκαπενταύγουστου προς
τιμήν της Παναγίας, που αποτελεί και την αφορμή για να μαζευτούν όλοι οι Ίμβριοι και από τις πέντε
ηπείρους και να θυμηθούν όλες εκείνες τις ωραίες στιγμές που έζησαν στα νιάτα τους.

Την τελευταία δεκαετία, αρκετοί είναι και οι νέοι που αποφασίζουν να κάνουν το γάμο ή τη
βάπτιση των παιδιών τους στο νησί κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες και ιδιαίτερα τον Αύγουστο
που είναι μήνας συνάντησης για όλους. Μ’ αυτό τον τρόπο δίνουν μια νότα ελπίδας, αισιοδοξίας και
χαράς στην Ίμβρο! Φροντίζουν βέβαια, να τηρούν όσο περισσότερο γίνεται τα έθιμα που
‘κληρονόμησαν’ απ’ τους γονείς τους.

Γάμος στους Αγίους Θεοδώρους, Αύγουστος 2012 Γάμος στο Γλυκύ μετά από 35 χρόνια….

Ακόμη, δε λείπουν και τα πανηγύρια στα διάφορα ξωκλήσια του νησιού προς τιμήν των Αγίων που
συνεχίζουν να γίνονται κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες τηρώντας τις παραδόσεις.

Για όλα αυτά τα δρώμενα που λαμβάνουν χώρα κάθε Αύγουστο στο νησί καταλυτικός είναι ο ρόλος
74
των δύο μεγάλων Συλλόγων (Αθήνας & Θεσσαλονίκης), που ‘επιστρατεύουν’ κυρίως τους νέους, οι
οποίοι συμμετέχουν σ’ όλες τις πολιτιστικές εκδηλώσεις. Προσκαλούν διάφορα χορευτικά
συγκροτήματα, χορωδίες, διάσημους τραγουδιστές, προσκόπους από την Ελλάδα, δίνοντας έτσι την
ευκαιρία σ’ όλους αυτούς που ‘αγνοούσαν’ για πολλά χρόνια τον τόπο αυτό και την ιστορία του, να
το γνωρίσουν από κοντά και να διαπιστώσουν από μόνοι τους ότι η ελληνικότητα του νησιού δεν
έχει χαθεί στο πέρασμα των αιώνων.

Η μεγαλύτερη υπερηφάνεια και ευτυχία όλων των Ιμβρίων είναι η κοινή καταγωγή μας με τον
Οικουμενικό Πατριάρχη, κ. κ. Βαρθολομαίο, που κατάγεται από τους Αγίους Θεοδώρους. Οι συχνές
επισκέψεις του στο νησί, και ιδιαίτερα φέτος το Πάσχα που είχε να γιορτάσει αυτές τις Άγιες μέρες
στη γενέτειρά του από τα παιδικά του χρόνια, δίνουν ιδιαίτερη ζωντάνια και κάνουν την Ίμβρο
ακόμα πιο ξεχωριστή και ξακουστή σ’ όλο τον κόσμο! Με τις ομιλίες του που οι περισσότερες
απευθύνονται στους νέους του νησιού, τους παροτρύνει να επισκέπτονται την Ίμβρο όσο πιο συχνά
μπορούν αλλά ακόμη και να παντρεύονται σ’ αυτήν, να εγκατασταθούν και να γεμίσουν τα παιδιά
τους το καινούριο Σχολείο που πρόκειται να επαναλειτουργήσει από το Σεπτέμβρη ύστερα από 49
ολόκληρα χρόνια! Δεν παραλείπει όμως και να τους υπενθυμίζει να συνεχίσουν να μιλούν την
τοπική διάλεκτο τα λεγόμενα «Νιμπρώτ’κα» όπως και οι γονείς τους, να μην αφήσουν να χαθεί
αυτή η τοπολαλιά και να νιώθουν υπερήφανοι που είναι οι συνεχιστές της.

Σίγουρα, οι καταστάσεις και οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία, όσο αναφορά στο
θέμα της Ίμβρου έχουν αλλάξει αρκετά μετά από τόσα χρόνια που κυριαρχούσε το μίσος και η
διχόνοια. Γι’ αυτό και πιστεύω πώς είναι χρέος και των δύο να αποκαταστήσουν τις ζημιές που
προκάλεσαν όχι μόνο στο ίδιο το νησί αλλά και στους κατοίκους της. Πρέπει να εκτιμήσουν σωστά,
την αξία αυτής της πολιτισμικής κληρονομιάς που φέρει επί αιώνες τώρα αυτό το νησί και να μην
την αφήσουν άλλο στο περιθώριο. Να εξοικονομήσουν ακόμη κονδύλια, για τη συντήρηση των
παραδοσιακών οικισμών και κυρίως της αναπαλαίωσης των κτιρίων, όπως βρυσών, σχολείων,
καφενείων, ελαιοτριβείων κ.ά. και όχι να προσπαθούν να αλλοιώσουν το παραδοσιακό κομμάτι
αυτών. Θα μπορούσαν επιπλέον, κλιμάκια επιστημόνων να ασχοληθούν διεξοδικά με τη συντήρηση
των εκκλησιών και των ιερών κειμηλίων. Το Τουρκικό κράτος θα μπορούσε να συμβάλλει στην
ίδρυση μικρών λαογραφικών μουσείων, αν είναι εφικτό και σε κάθε χωριό, διασώζοντας έτσι το
πλούσιο υλικό που ακόμη διαθέτουν.

Η Ελλάδα απ’ την πλευρά της, θα πρέπει να αναλάβει και συγχρόνως να επιδιώκει την προώθηση
του νησιού αυτού, ώστε να το επισκέπτονται όλο και περισσότεροι Έλληνες και να ξεφύγει
επιτέλους από την αφάνεια που βρισκόταν και τη σκόπιμη διαγραφή της απ’ το χάρτη επί τόσα
χρόνια. Αυτό θα μπορέσει ίσως να το πετύχει με την ακτοπλοϊκή σύνδεση της Ίμβρου με άλλα νησιά
που επί δεκαετίες παραμένει ακόμη στα χαρτιά.

Οι Σύλλογοι τώρα, που εδρεύουν στην Ελλάδα αλλά και σ’ άλλες χώρες του εξωτερικού θα πρέπει
να συνεχίσουν την προτροπή τους προς τους απανταχού Ιμβρίους να επισκέπτονται τη γενέτειρα
τους όσο περισσότερο συχνά μπορούν και να μην την αφήνουν να ξεχαστεί στο πέρασμα των
χρόνων ή να παραμείνει σαν μια γλυκιά ανάμνηση των παιδικών τους χρόνων. Ακόμη, να
παροτρύνουν τους νέους, όπως και ο Πατριάρχης μας, να αναβιώνουν τα έθιμα που γνώρισαν απ’
τους γονείς και παππούδες τους αλλά επιπλέον να τελούν και τα μυστήρια του γάμου ή της
βάπτισης με τον παραδοσιακό τρόπο, ώστε να μην εκλείψουν στο διάβα των χρόνων όλα αυτά τα

75
πλούσια ήθη και έθιμα που κληρονόμησαν.

Τέλος, θα ήθελα να προτείνω, στο καινούριο Σχολείο που θα επαναλειτουργήσει αν όλα πάνε καλά
από Σεπτέμβρη, να υπάρξει στα πλαίσια του μαθήματος, ευέλικτη ζώνη να ασχοληθούν τα παιδιά
και με την Ιμβριακή γλώσσα, μιας και είναι και επιθυμία του Πατριάρχη μας να ομιλείται απ’ τους
νέους και να μη χαθεί. Ακόμη, να έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν όλα εκείνα τα επαγγέλματα που
ασκούσαν οι πρόγονοι τους στον ευλογημένο αυτό τόπο και δυστυχώς τείνουν να εξαφανιστούν.
Στα πλαίσια του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής θα μπορούσαν να διδαχθούν τους χορούς που
τελούνταν στο νησί σε κάθε είδους περίσταση, συνεχίζοντας έτσι την παράδοση αυτού του τόπου.

 ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Τελειώνοντας με συγκίνηση και αγάπη την εργασία μου θα ήθελα να τονίσω την πικρή αλήθεια, ότι
στην Ίμβρο, η μοίρα επιφύλαξε να έχει δύο ‘μητριές’. Καμιά ‘μάνα - χώρα’ να νοιαστεί και να τη
φροντίσει ειλικρινά. Η μια μητριά δεν ήθελε και η άλλη στο διάβα της ιστορίας, ήθελε αλλά δεν
μπορούσε… Η αδιαφορία και των δυο έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στο σώμα της. Παρ’ όλα αυτά
όμως, «Δώρημα αγάπης» αποκάλεσε την Ίμβρο, ο διάκονος και νομοφύλακας Ιωάννης ο Ευγενικός,
όταν την επισκέφτηκε το 15ο αιώνα για πρώτη φορά και αυτό συνεχίζει να είναι για όλους τους
Ιμβρίους ακόμη. Συνεχίζει να ζει λαβωμένη, πικραμένη, προδομένη με τους λιγοστούς κατοίκους της
να τη λατρεύουν με τους ισχυρούς ανέμους της, τη φουρτουνιασμένη θάλασσα, τα τρεχούμενα νερά
της, τα πανέμορφα λουλούδια της και τα ευωδιαστά φαρμακευτικά φυτά της… Ξέρουν ότι δεν είναι
μόνοι και έχουν δίπλα τους όλα τα ξενιτεμένα παιδιά της Ίμβρου και κυρίως τους νέους που είναι
έτοιμοι να μεταλαμπαδεύσουν και στις επόμενες γενιές όλες τις πλούσιες και ξεχωριστές
παραδόσεις αυτού του τόπου. Τον όρο «χαμένες πατρίδες» οι Ίμβριοι ποτέ δεν τον αποδέχτηκαν και
μετά από δεκαετίες ολόκληρες αγώνων βλέπουν σήμερα κάποια σημάδια δικαίωσης και ‘Ανάστασης’
όπως πρόσφατα τ’ αποκάλεσε ο Πατριάρχης μας.

Στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης, που τα πάντα μεταβάλλονται με ταχύτατους ρυθμούς, η Ίμβρος
διατηρώντας το ‘χρώμα’ της μπορεί να γίνει υπόδειγμα συνύπαρξης διττού πολιτισμού.

Και εγώ ευελπιστώ με την παρούσα εργασία μου να συμβάλλω στο ελάχιστο στη διατήρηση και
συνέχιση των ηθών και εθίμων που είναι η πολιτισμική ταυτότητα του νησιού μας.

76
- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ

- Ανδρόνικος Μανώλης (1938): «Μελέτη Δημοτικών τινών Ασμάτων της Ίμβρου», Λεύκωμα της
νήσου Ίμβρου, εν Αθήναις

- Μπακαϊμης Αλ. (1979): «Γαμήλια έθιμα της Ίμβρου», Γ΄ Συμπόσιο Λαογραφίας του
Βορειοελλαδικού Χώρου, Θεσσαλονίκη

-Κράους Ρ. (1980) : «Ιστορία του χορού» (Μτφ: Γ. Σιδηρόπουλος, Μ. Κακαβούλια), Αθήνα: Εκδ.
Νεφέλη

-Lange R. (1988): «Η εξέλιξη της Εθνοχορολογίας», (Μτφ: Ν. Μαρνέρη) , Πρακτικά Β’ συνεδρίου


ΔΟΛΤ, (σελ.83-113), Αθήνα: Εκδ. Α. Ράφτης

- Μελετζής Σπύρος, Ελένη Αιματίδου- Αργυρίου (1997): «ΙΜΒΡΟΣ», ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΌ ΛΕΥΚΩΜΑ

- Μαυροβουνιώτης Φ., Αργυριάδου Ε., Μαλκογεώργος Αλ., (2006) : «Ελληνικοί Χοροί»,


Θεσσαλονίκη

- Νταλντάς Νίκος (1982): «Ιστορική- λαογραφική μελέτη της Ίμβρου», Θεσσαλονίκη


- Πασαδαίος Αρ. (1973): «Λαϊκή αρχιτεκτονική της Ίμβρου», Αθήνα

- Πραντσίδης Γιάννης (2004) : «Ο χορός στην ελληνική παράδοση και η διδασκαλία του», Αιγίνιο

-www.apn.gr/travel.../taxidi-stin-imvro

- www.ellinwnparadosi.blogspot.com

-el.wikipedia.org/wiki/Ίμβρος

-www.imvrosisland.org (Σύλλογος Ιμβρίων Αθηνών)

-www.imbrosunion.com (Ιμβριακή Ένωση Μακεδονίας- Θράκης) {γεωγραφικά, ιστορικά στοιχεία,


πολιτισμός (ήθη- έθιμα)}

- www.pare-dose (Ίμβρος και Τένεδος - Απλά μαθήματα καταπάτησης ανθρώπινων ...)

- http://2opseis.neolaia.de/DaneiaeeU/Oay_io_4i/oianio/oianio.html)

77
- ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

 ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΤΩΝ

Συγκεκριμένα, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους παρακάτω Γλυκιανούς για τις ωραίες αναμνήσεις
που μοιράστηκαν μαζί μου:

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΠΟΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ

Αθανάσιος Κοντογιώργης 1917 ΓΛΥΚΥ Ν.ΦΩΚΑΙΑ ΧΑΛ/ΚΗΣ

Άννα Αναγνώστου- Κοντογιώργη 1924 ΓΛΥΚΥ Ν.ΦΩΚΑΙΑ ΧΑΛ/ΚΗΣ

Ανδριάνα Κοντογιώργη 1956 ΓΛΥΚΥ Ν.ΦΩΚΑΙΑ ΧΑΛ/ΚΗΣ

Παρασκευή Κοντογιώργη 1952 ΓΛΥΚΥ Ν.ΦΩΚΑΙΑ ΧΑΛ/ΚΗΣ

Κυριακή Λάμπου 1934 ΓΛΥΚΥ ΓΛΥΚΥ

Ευάγγελος Μπάνος 1919 ΓΛΥΚΥ ΓΛΥΚΥ

Παρασκευάς Μούτσος 1914 ΓΛΥΚΥ ΑΘΗΝΑ

Αγγελική Γιαννάκη 1929 ΓΛΥΚΥ ΘΕΣ/ΝΙΚΗ

Ζαχαρώ Μουτάφη 1930 ΓΛΥΚΥ ΓΛΥΚΥ

Παρασκευή Σγουρομάλλη 1914 ΓΛΥΚΥ ΓΚΥΚΥ

Αριστονίκη Λαζαρίδη 1930 ΓΛΥΚΥ ΦΛΟΡΙΝΤΑ

Βασιλική Γαλώνη 1926 ΓΛΥΚΥ ΑΘΗΝΑ

Ευαγγελία Κοκκινάκη 1940 ΓΛΥΚΥ ΓΛΥΚΥ

Νικόλαος Κόλιντος 1929 ΓΛΥΚΥ ΑΘΗΝΑ

Μαρία Κοκκινάκη 1949 ΓΛΥΚΥ ΓΛΥΚΥ

78
 ΛΑΪΚΗ ΙΜΒΡΙΑΚΗ ΤΕΧΝΗ

79
80
(Σπύρος Μελετζής- Ελένη Αιματίδου- Αργυρίου 1997, σελ. 205-209)

81
82
83
84
85

You might also like