You are on page 1of 8

ΘΕΟ∆ΩΡΟΣ Α.

ΝΗΜΑΣ

Η νέα Νεοελληνική Γραµµατική του Γυµνασίου:


Μορφολογικές αλλαγές και βελτιώσεις

Η καθιέρωση το 1976 της Κοινής Νεοελληνικής ή αλλιώς της ∆ηµοτικής ως επί-


σηµης γλώσσας του Κράτους, και µάλιστα από µια «συντηρητική» κυβέρνηση, έδωσε
οριστικό τέλος στο λεγόµενο γλωσσικό πρόβληµα. Από εκεί και πέρα ο αγώνας δεν
ήταν πλέον για την επικράτηση της ∆ηµοτικής γλώσσας, αλλά για τη µορφή, την επέ-
κταση, την εµπέδωση και τη σωστή χρήση της.
Τον αγώνα αυτόν ανέλαβαν όσοι γνώριζαν τη ∆ηµοτική, όσοι αγωνίστηκαν για την
αναγνώριση και επικράτησή της και ανησυχούσαν για το µέλλον της. Οι πρώην κα-
θαρευουσιάνοι αποδέχτηκαν τη νέα γλωσσική κατάσταση και πολλοί από αυτούς συ-
ναγωνίζονταν στο ποιος θα φανεί πιο δηµοτικιστής και κατ’ επέκταση πιο «προοδευ-
τικός» χρησιµοποιώντας µια ∆ηµοτική από µετάφραση, που στην ουσία ήταν µια άλ-
λη Καθαρεύουσα. Ο γλωσσικός λαϊκισµός, βοηθούντος και του µεταπολιτευτικού
κλίµατος, επέδραµε σαν σίφουνας στον προφορικό και γραπτό λόγο, και η γλώσσα
του Μακρυγιάννη είχε καταστεί µέτρο κρίσεως και συγκρίσεως, καθώς και κριτήριο
κοµµατικής πειθαρχίας και ιδεολογικής ορθοδοξίας.
Μέσα σ’ αυτό το κλίµα της γλωσσικής συγχύσεως όλοι κατέφευγαν στην καινού-
ρια σχολική Νεοελληνική Γραµµατική, η οποία από το 1976 διδασκόταν πλέον επίση-
µα σ’ όλα τα ελληνικά δηµοτικά σχολεία και γυµνάσια. Τα βιβλία αυτά, που διδά-
σκονταν έως πριν από έναν χρόνο, ήταν µια αναπροσαρµογή της Μικρής Νεοελληνι-
κής Γραµµατικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ιδίως η Γραµµατική του γυµνασίου.
(Εικ. 2, παλιά Γραµµατική)
Τη νέα Γραµµατική κλήθηκαν να διδάξουν οι δάσκαλοι και οι φιλόλογοι, όπως ή-
ταν επόµενο. Όµως εκτός από τους φιλολόγους, που είχαν σπουδάσει στις Φιλοσοφι-
κές Σχολές Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων, οι υπόλοιποι δεν είχαν διδαχτεί ποτέ συ-
στηµατικά τη ∆ηµοτική.
Οι παλιότεροι θα θυµούνται ότι µόνον στις 4 πρώτες τάξεις του ∆ηµοτικού διδα-
σκόταν η Γραµµατική της ∆ηµοτικής. Στο Γυµνάσιο διδάχτηκε µόνον την περίοδο
1965-66. Και το παράξενο είναι ότι, ενώ στα παλιά εξατάξια Γυµνάσια επίσηµη
γλώσσα ήταν η Καθαρεύουσα, η Γραµµατική της δεν διδασκόταν. Μαθητές και κα-
θηγητές έγραφαν στην Καθαρεύουσα µε βάση τη Γραµµατική της Αρχαίας Ελληνικής
του Αχ. Τζάρτζανου, το όνοµα του οποίου είχε ταυτιστεί µε την Καθαρεύουσα, µολο-
νότι ο ίδιος υπήρξε από τους πρωτοπόρους δηµοτικιστές. To δίτοµο έργο του Νεοελ-
ληνική Σύνταξις, αν και εκδόθηκε από τον ΟΕ∆Β [1928, β΄ έκδοση 1946], δεν διδά-
χτηκε ποτέ στα σχολεία, ενώ τη Γραµµατική της Νέας Ελληνικής Γλώσσης (της Απλής
Καθαρευούσης) [1930, β΄ έκδοση 1945] του ίδιου την αγνοούσαν ακόµη και οι φιλό-
λογοι. Στον Πρόλογό της ο Τζάρτζανος διευκρίνιζε ότι η συγγραφή της έγινε για να
καλύψει πρακτικές ανάγκες, αφού η Καθαρεύουσα ήταν η επίσηµη γλώσσα του Κρά-
τους, δήλωνε όµως ότι «και ο συγγραφεύς της Γραµµατικής ταύτης θεωρεί εθνικόν
συµφέρον και εύχεται να επικρατήσει το ταχύτερον κατά πάντα ως γραπτή ηµών γλώσ-
σα η κοινή οµιλουµένη νέα Ελληνική, ή άλλως δηµοτική λεγοµένη».
Όπως προανέφερα, η εν λόγω Γραµµατική έχει ως βάση της τη Μικρή Νεοελληνική
Γραµµατική, του Μανόλη Τριανταφυλλίδη (1949), η οποία µε τη σειρά της στηρίχτη-
κε στην (ανώνυµη) Νεοελληνική Γραµµατική (της ∆ηµοτικής), που η σύνταξή της ξε-
κίνησε το 1938 µε εντολή του Ιωάννη Μεταξά και η έκδοσή της πραγµατοποιήθηκε
το 1941 (Εικ. 3). Για τη σύνταξή της είχε εργαστεί Επιτροπή αποτελούµενη από τον
Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ως πρόεδρο και εισηγητή, και µέλη τους Κλέανδρο Λάκω-
να, Θρασ. Σταύρου, Αχιλλέα Τζάρτζανο, Βασίλειο Φάβη και Νικόλαο Ανδριώτη.
2

Η Γραµµατική αυτή υπήρξε πράγµατι ένας άθλος και αποτελεί «µνηµείο συνθετι-
κής προσπάθειας». Όµως, όπως όλα τα έργα των ανθρώπων, έχει και αυτή τις αδυνα-
µίες της. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στηρίχθηκε στον προφορικό λόγο, που µό-
λις άρχιζε να παίρνει τη γραπτή του µορφή µε τις καταγραφές των δηµοτικών τρα-
γουδιών και των άλλων µνηµείων του κοινού λαϊκού λόγου ή µε τις πρώτες δηµοτικι-
στικές δηµιουργίες των Επτανησίων λογοτεχνών, όπως σηµειώνει ο αείµνηστος κα-
θηγητής και ακαδηµαϊκός Αγαπητός Τσοπανάκης.
Οι συντάκτες της σχολικής Γραµµατικής του 1976 θεώρησαν τη Γραµµατική του
Τριανταφυλλίδη ως Ευαγγέλιο και υιοθέτησαν από αυτήν στοιχεία, τα οποία ο ίδιος ο
Τριανταφυλλίδης, αν ζούσε σήµερα, θα απέρριπτε. Άλλωστε έχουν περάσει από τότε
εβδοµήντα περίπου χρόνια και σε ό,τι αφορά τη γλώσσα µας πολλά έχουν αλλάξει.
Βασικό µειονέκτηµα της αποσυρθείσας σχολικής αυτής Γραµµατικής είναι ο ρυθ-
µιστικός και κανονιστικός της χαρακτήρας, ενώ θα έπρεπε να είναι περιγραφικός, να
αποτυπώνει δηλαδή την εκάστοτε γλωσσική πραγµατικότητα. ∆υστυχώς ό,τι συνέ-
βαινε παλαιότερα µε την Καθαρεύουσα, συνέβαινε ως τώρα µε τη ∆ηµοτική. Και αυ-
τό οδηγούσε (για πολλούς οδηγεί ακόµα) µερικές φορές σε αστεία αποτελέσµατα.
Πολλοί διανοούµενοι και εκπαιδευτικοί µε επιστηµονικά άρθρα αλλά και δηµο-
σιεύµατα στον Τύπο επεσήµαιναν την ανεπάρκεια της εν λόγω Γραµµατικής και πρό-
τειναν είτε την αναθεώρησή της είτε την συγγραφή νέας προσαρµοσµένης στη σύγ-
χρονη γλωσσική πραγµατικότητα.
Την αναγκαιότητα αυτή ενστερνίστηκε επιτέλους το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και η
πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας το 2003, οπότε στην προκήρυξη για τη
συγγραφή νέων βιβλίων στο γυµνάσιο και το δηµοτικό συµπεριέλαβε και αντίστοιχα
βιβλία Γραµµατικής της Νέας Ελληνικής. Εξ αιτίας διαφόρων αγγυλώσεων και γρα-
φειοκρατικών εµποδίων οι νέες αυτές Γραµµατικές, µολονότι ήταν έτοιµες πριν από
χρόνια, τυπώθηκαν και διανεµήθηκαν στα σχολεία µόλις το φθινόπωρο του 2011 και
διδάχτηκαν για πρώτη φορά την προηγούµενη σχολική χρονιά! (Εικ. 4, 5)
Ας δούµε όµως τώρα τα βασικά χαρακτηριστικά και µερικές καίριες διορθώσεις
- βελτιώσεις που επιφέρει η Γραµµατική Nέας Ελληνικής Γλώσσας Α΄, Β΄, Γ΄ Γυ-
µνασίου των Σωφρόνη Χατζησαββίδη και Αθανασίας Χατζησαββίδου σε σύγκρι-
ση µε όσα διαλάµβανε η παλιά. Κυρίως όµως θα σταθούµε στη Μορφολογία:

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ


1. Φθόγγοι και γράµµατα (σ. 11) - Νέα
Στην παλιά Γραµµατική του Γυµνασίου, σ. 11, (Εικ. 6) διαβάζαµε ότι οι φθόγγοι
είναι 25, ήτοι 5 φωνήεντα και 20 σύµφωνα. (Εικ. 13), αλλά και τα γράµµατα του
Αλφαβήτου χωρίζονται σε φωνήεντα (7) και σύµφωνα (17). Το ίδιο γράφουν και οι
νέες Γραµµατικές του Γυµνασίου και του ∆ηµοτικού, όµως χρησιµοποιούν άλλη ορο-
λογία (Εικ. 7). Στην παλιά συνέχιζαν να ονοµάζονται φωνήεντα και σύµφωνα, στην
καινούργια οι φθόγγοι ονοµάζονται φωνήµατα, που χωρίζονται σε φωνήεντα (5) [α,
ε, ι, ο, ου] και σε σύµφωνα (20) ταξινοµηµένα σε διάφορες κατηγορίες µε βάση τις
σύγχρονες γλωσσολογικές θεωρίες. Υπάρχει επίσης διαφοροποίηση στο τι ονοµάζου-
µε διφθόγγους. Ήδη όµως από το 1965, η Μικρή Νεοελληνική Γραµµατική του ∆ηµο-
τικού αυτά τα συµπλέγµατα φωνηέντων που ονοµάζαµε παλιά δίφθογγους, τα ονοµά-
ζει δίψηφα (ου, αι, ει, οι, υι), ενώ ονοµάζει δίφθογγους τα δύο φωνήεντα που προ-
φέρονται ως µια συλλαβή (άι, αη, όι, όη, π.χ. νεράιδα,, αηδόνι, ρόιδι, βόηθα). Την ί-
δια ορολογία χρησιµοποιεί και η Γραµµατική του Χρίστου Τσολάκη που διδασκόταν
έως πριν από λίγα χρόνια στο ∆ηµοτικό.
Με τη σύγχρονη αυτή γλωσσολογική αντίληψη είναι γραµµένες και οι νέες Γραµ-
µατικές του Γυµνασίου και του ∆ηµοτικού (Εικ. 8, 9, 10). Και ενώ αυτές διδάχτηκαν
ολόκληρη την προηγούµενη σχολική χρονιά, δηµοσίως τουλάχιστον δεν διατυπώθη-
3

καν αρνητικές κριτικές, ώσπου τον περασµένο Ιούλιο µια “δασκάλα”, η οποία αγνοεί
τη διαφορά µεταξύ φθόγγων και γραµµάτων έγραψε στο ∆ιαδίκτυο ότι η νέα Γραµ-
µατική του ∆ηµοτικού καταργεί κάποια φωνήεντα (η, υ, ω). Αυτό ήταν αρκετό να
ξεκινήσει ένας φοβερός θόρυβος στον Τύπο και στο ∆ιαδίκτυο εναντίον του βιβλίου
αυτού. Γνωστοί ανησυχούντες αρθρογράφοι και σχολιαστές, διάφοροι πατριδοκάπη-
λοι, καθώς και ελάχιστοι, ευτυχώς, πολιτικοί βρήκαν προσφιλές αντικείµενο για να
ασχοληθούν. Υποβλήθηκε µάλιστα και σχετική ερώτηση στη Βουλή από τον γνωστόν
της µιας ηµέρας πρώην πρόεδρό της! Το θλιβερότερο είναι ότι κανένας από αυτούς
δεν είχε τη στοιχειώδη πρόνοια να διαβάσει το βαλλόµενο βιβλίο, για να βεβαιωθεί
πως όλα τα “φωνήεντα” (µε την παλιά ορολογία) είναι στη θέση τους!
∆υστυχώς, η επιπολαιότητα και η ανευθυνότητα παραµένουν βασικά γνωρίσµατα
της φυλής µας.
2. Τελικό ν (σ. 21)
Η µεγαλύτερη σύγχυση και ταλαιπωρία που δηµιουργούσε η παλιά Γραµµατική
σε όσους ήθελαν να γράφουν σύµφωνα µ’ αυτή, είναι στη χρήση του τελικού ν.
Έχει δυο σελίδες (38-39) (Εικ. 11) µε κανόνες για το πού φυλάγεται και πού χάνε-
ται το τελικό ν µε αποτέλεσµα, χωρίς κανέναν σοβαρό λόγο ταλαιπωρούνται ασκό-
πως µαθητές, δάσκαλοι, γονείς, συγγραφείς, αλλά και ο κάθε πολίτης. Κατά την πα-
λιά Γραµµατική, το άρθρο τον, την, το αριθµητικό και αόριστο άρθρο έναν, η προσω-
πική αντωνυµία τρίτου προσώπου αυτήν, την και τα άκλιτα δεν, µην φυλάγουν το τε-
λικό ν, όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή σύµφωνο στιγµιαίο (κ, π, τ, µπ,
ντ, γκ, τσ, τζ) ή διπλό (ξ, ψ) και χάνουν το τελικό ν, όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από
σύµφωνο εξακολουθητικό (γ, β, δ, χ, φ, θ, µ, ν, λ, ρ, σ, ζ).
Έτσι πρέπει να γράφουµε:
τον άρρωστο πατέρα αλλά το γερό άνθρωπο,
την έξυπνη κίνηση αλλά τη γερή καρδιά,
τον Κώστα αλλά το Γιώργο, το Συµεών, το ∆αβίδ,
την Καλλιόπη αλλά τη Γεωργία, τη Μαρία,
τον Ουγκώ αλλά το Θερβάντες, το Μάο (Τσε Τουγκ),
τον Τσέχωφ αλλά το Βούδα, το Γκαίτε (τον συγγραφέα
ή το ινστιτούτο;),
έναν καιρό αλλά ένα φίλο
δεν παίζω αλλά δε θέλω, δε λέγω, δε µε νοιάζει.
Και ευλόγως διερωτιόνταν πολλοί:
– Μα είναι λάθος να γράφω: τον δυνατό παλαιστή, την γερή καρδιά, τον Γιώργο,
τον Συµεών, τον ∆αβίδ, την Γεωργία, τον Νίκο, τον Θερβάντες, τον Μάο Τσε
Τουγκ, τον Βούδα, τον Γκαίτε (για τον συγγραφέα), δεν θέλω, δεν λέγω, δεν µε νοιά-
ζει κλπ., ούτως ώστε να ξεχωρίζουν αµέσως τα αρσενικά ονόµατα από τα ουδέτερα;
Ακούγοντας κάποιον να λέει ότι είδε ένα φίλο, τί καταλαβαίνουµε: ότι είδε κάποιον
φίλο του ή ότι είδε ένα φύλλο δέντρου;
Γιατί έπρεπε να βασανίζουµε τους άλλους και να βασανιζόµαστε κι εµείς ψάχνο-
ντας στα συµφραζόµενα για να προσδιορίσουµε το γένος κάποιου επιθέτου;
Αλήθεια πώς θα ξεχωρίσουµε τη σηµασία της λ. το δέντρο (αιτιατική) στη φράση ο
Γιάννης έκοψε το δέντρο; Πρόκειται για ένα τυχαίο δέντρο, αορίστου είδους; ∆ηλαδή
µπορεί να είναι µια µηλιά, ένας πλάτανος, ένα πεύκο ή οτιδήποτε άλλο; Κι όµως τα
πράγµατα µπορεί να µην είναι έτσι. Ο χωρικός της ∆υτ. Θεσσαλίας και της ∆υτ. Μα-
κεδονίας χρησιµοποιεί τη λ. ο δέντρος (αρσενικού γένους) για να δηλώσει ένα συγκε-
κριµένο δέντρο, τη βαλανιδιά. Υπάρχουν στίχοι σε δηµοτικά τραγούδια της Θεσσαλί-
ας, που κάνουν πολύ σαφή τη διάκριση. Αναφέρω ένα παράδειγµα:
«Τίποτας δε µ’ άρεσε,
ένας δέντρος µ’ άρεσε,
φουντωτός, καµαρωτός».
4

Αλλά είναι επίσης πολύ διαδεδοµένη και η φράση «ξύλα δέντρινα», µε την οποία
εννοούνται ασφαλώς τα ξύλα της βαλανιδιάς.
Εποµένως άλλο δέντρο εννοείται µε τη φράση «Ο Γιάννης έκοψε το δέντρο» (ου-
δέτερο) και άλλο µε τη φράση «Ο Γιάννης έκοψε τον δέντρο» (αρσενικό). Στην πρώ-
τη περίπτωση εννοείται οποιοδήποτε δέντρο, ενώ στη δεύτερη ένα συγκεκριµένο δέ-
ντρο, η βελανιδιά.
Από τον φόβο πολλοί µήπως παραβούν τον κανόνα της Γραµµατικής έφτασαν στο
σηµείο να µη βάζουν πουθενά το τελικό ν, ακόµα ούτε µπροστά από λέξεις που αρχί-
ζουν από φωνήεν!
Έτσι θα δει κανείς καθηµερινά στον τύπο και τους υπότιτλους των ξένων ταινιών
στην τηλεόραση περιπτώσεις όπως: το Παυσανία, το Κίµωνα, το Ηρακλή, το Κώστα,
τη πόλη κλπ. Εδώ θα µπορούσε κανείς να παραθέσει σωρεία δειγµάτων. Ας δούµε
µερικά:
Το πρώτο (Εικ. 12) είναι από βιβλίο αριστούχου πτυχιούχου του Τµήµατος Ιστορί-
ας και Αρχαιολογίας του Παν/µίου Αθηνών και υποψηφίου διδάκτορα του ίδιου
Παν/µίου. Στο εν λόγω βιβλίο έχει καταργηθεί εντελώς το τελικό ν από την αιτιατική
των άρθρων. Από νιοφοβία προφανώς.
Το δεύτερο (Εικ. 13) είναι από ένα δηµοσίευµα τοπικής εφηµερίδας. Να και µερικά
ακόµη δείγµατα (Εικ. 14, 15).
Γιατί λοιπόν έτσι άκριτα έπρεπε να φτωχαίνουµε τη γλώσσα µας και συγχρόνως να
την κάνουµε πιο δυσνόητη;
Το επιχείρηµα ότι στον προφορικό λόγο δεν προφέρεται το τελικό ν και η αντίληψη
ότι το ν είναι το σήµα κατατεθέν της Καθαρεύουσας θεωρούνται στη σηµερινή
γλωσσική πραγµατικότητα αβάσιµα. Πολλοί κορυφαίοι επιστήµονες πρότειναν την
διατήρηση του τελικού ν, ιδίως στο αρνητικό µόριο δεν και την αιτιατική του άρθρου
τον. Ο καθηγητής Αριστόβουλος Μάνεσης στο βιβλίο του ∆ίκαιο, Σύνταγµα, Πολιτική
(Αθήνα 1984, σσ. 138 κ.ε.) επικρίνει τον «φανατικό και αδιάλλακτον αντι-νι-ισµό», ο
δε καθηγητής Αγ. Τσοπανάκης, ο βαθύτερος γνώστης της Νέας Ελληνικής µετά τον
Τριανταφυλλίδη και τον Τζάρτζανο, έγραψε ειδική µελέτη για το τελικό ν. Αλλά και
άλλοι σπουδαίοι νεοελληνιστές, τους οποίους κανείς δεν µπορεί να κατηγορήσει ως
συντηρητικούς, γλωσσικά και ιδεολογικά, χρησιµοποιούσαν πάντα το τελικό ν. Το
ίδιο κάνουν εδώ και πολλά χρόνια οι έγκριτες εφηµερίδες Το Βήµα και Τα Νέα.
Η γλωσσική πραγµατικότητα και η αποκτηθείσα εµπειρία από την τριακονταετή
διδασκαλία και εφαρµογή της Γραµµατικής της ∆ηµοτικής οδήγησαν στην αναθεώ-
ρηση των ρυθµίσεων για το τελικό ν. Είναι καιρός οι φιλόλογοι και οι δάσκαλοι να
ασχοληθούν µε τις άλλες αδυναµίες των γραπτών των µαθητών τους και όχι µε την
παράλειψη ή µη του τελικού ν.
Σε µια εποχή που διάφορες κοσµοθεωρίες αµφισβητούνται και ανατρέπονται, τείχη
υπαρκτά και ιδεολογικά γκρεµίζονται, εκατοντάδες καινούργιες εκφράσεις εµφανίζο-
νται στο λεξιλόγιό µας και πολλές λόγιες λέξεις χρησιµοποιούνται για την κάλυψη των
επιστηµονικών κυρίως αναγκών, χρειάστηκαν τριάντα πέντε (35) ολόκληρα χρόνια (ό-
σα και αυτά που υπηρέτησα) για να αντικατασταθεί µια Γραµµατική, η οποία, κατά
βάση, συντάχτηκε πριν από τον Πόλεµο και µε πολύ διαφορετικά δεδοµένα.
Έτσι σύµφωνα µε την καινούρια Γραµµατική διατηρείται πάντοτε στον γραπτό
λόγο το τελικό ν
• στην αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους του οριστικού και του αόριστου
άρθρου (τον / στον, έναν)
• στην αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυµίας (αυ-
τόν, τον)
• στη λέξη σαν
5

• ∆ιατηρείται ως έχει ο κανόνας που αφορά τη χρησιµοποίηση του τελικού ν


στον γραπτό λόγο, όταν η επόµενη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή από κ, π, τ,
γκ, µπ, ντ, τσ, τζ, ξ, ψ στις εξής περιπτώσεις:
• στην αιτιατική ενικού του θηλυκού γένους του οριστικού άρθρου
[τη(ν), στη(ν)]
• στην αιτιατική ενικού του θηλυκού της προσωπικής αντωνυµίας [αυ-
τή(ν), τη(ν)]
• στα αρνητικά επιρρήµατα δε(ν) και µη(ν).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τόσο οι συγγραφείς της Γραµµατικής, όσο και οι δύο από
τους τρεις κριτές-αξιολογητές της πρότειναν το αρνητικό επίρρηµα δεν να δια-
τηρεί πάντα το ν για πρακτικούς και αισθητικούς λόγους, ώστε να αποφεύγεται
και η σύγχυση µε τον αντιθετικό σύνδεσµο δε (µεν-δε).
Παρά ταύτα πρέπει να κριθεί ως πολύ θετικό το γεγονός η επελθούσα ρύ-
θµιση (σ. 21). Ελπίζουµε και ευχόµαστε σε µια επανέκδοσή της να απαλειφθεί
αυτή η παραφωνία.

3. Οριστικό και αόριστο άρθρο (σ. 29-30)


Από όσα είπαµε για το τελικό ν φαίνεται και η αλλαγή στην κλίση του οριστι-
κού άρθρου (ο, η, το) µε την υιοθέτηση του τύπου τον ως µοναδικού στην αιτιατική
του αρσενικού. (Εικ. 16, 17). Κατ’ αναλογίαν και στην αιτιατική του αρσενικού του
αορίστου άρθρου (ένας, µία, ένα) υιοθετείται ως µοναδικός ο τύπος έναν (π.χ. έναν
καιρό, έναν λίθο), ώστε να µην συγχέεται µε το ουδέτερο. Η Αρχαία και η Καθαρεύ-
ουσα είχαν σε χρήση τους τύπους έναν και ένα, διότι το ουδέτερο ήταν εν και ως εκ
τούτου δεν συγχεόταν µε αυτό.
Στις Παρατηρήσεις ορθώς δηλώνεται ότι το οριστικό άρθρο έχει, σε κάποιες περι-
πτώσεις, και κλητική (ω). (Εικ. 18).
Σηµείωση. Στην όχι µεγάλη µορφολογική ποικιλία, στη θέση Παρατηρώ και Κα-
ταλαβαίνω, η νέα Γραµµατική (σ. 30) αναφέρεται µε παράδειγµα και στη σύγχρονη
θεσσαλική διάλεκτο, η οποία κρατά από την αρχαία αιολική (Εικ. 19). Για πρώτη φο-
ρά καταγράφεται σε Γραµµατική το ιδιωµατικό οριστικό αρσενικό άρθρο υ, το οποίο
είναι µετατροπή του άρθρου ο σε υ βραχύ. Περισσότερα στο Λεξικό Λίντελ-Σκωτ.

4. αρσενικά σε -ής (σ. 34)

Κατά την παλιά Γραµµατική (σ. 83), όλα ανεξαιρέτως τα αρσενικά σε -ής σχηµατί-
ζουν την κλητική σε -η: ναύτη, νικητή. «Κατά το ναύτης κλίνονται τα ονόµατα: επι-
βάτης, εργάτης, κυβερνήτης, ειρηνοδίκης κ.ά.». (Εικ. 20). Στα άλλα, τα αναφέρει ο
Αγ. Τσοπανάκης στη µεγάλη Γραµµατική του, συµπεριλαµβάνονται και όλα όσα έ-
χουν ως β΄ συνθετικό το -άρχης, δηλ. και τα: ενωµοτάρχης, γυµνασιάρχης, λυκειάρ-
χης, νοµάρχης, ταγµατάρχης, πλωτάρχης κ.ά.
Κατά το νικητής έπρεπε να κλίνονται εποµένως και τα ονόµατα καθηγητής, διευθυ-
ντής και διοικητής.
Σύµφωνα λοιπόν µε τη Γραµµατική αυτή πρέπει να προσφωνούµε: κύριε λυκειάρχη, κύριε νο-
µάρχη, κύριε ταγµατάρχη, κύριε καθηγητή, κύριε διευθυντή, κύριε διοικητή κλπ. και όχι κύριε
λυκειάρχα, κύριε νοµάρχα, κύριε ταγµατάρχα, κύριε καθηγητά, κύριε διευθυντά, κύριε διοικητά
κλπ., όπως συµβαίνει στις καθηµερινές µας σχέσεις, αφού κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν λέει:
κύριε καθηγητή και κύριε διευθυντή, εκτός και αν θέλει να πειράξει κάποιον. Στον Στρατό βέβαια
κανένας κατώτερος, ούτε ο υποδιοικητής, θα σκεφτόταν ποτέ να προσφωνήσει τον διοικητή του
κύριε διοικητή. Καθ’ όλη την 35ετία της διδασκαλίας της παλιάς Γραµµατικής υπήρξαν, ίσως
6

υπάρχουν ακόµα, κάποιοι, οι οποίοι νοµίζοντας ότι έτσι θα φανούν «προοδευτικοί» χρησιµοποι-
ούσαν αυτούς τους τύπους προκαλώντας τα ειρωνικά σχόλια των ακροατών τους..
Σύµφωνα µε την νέα Γραµµατική (σσ. 34-35) τα ονόµατα που δηλώνουν κάποιο αξίωµα δια-
τηρούν στην κλητική την κατάληξη -α. (Εικ. 21). ∆ηλαδή λέµε και γράφουµε: κύριε διευθυντά,
όχι διευθυντή, κύριε καθηγητά, όχι καθηγητή, κύριε δικαστά, όχι δικαστή.
Άλλωστε όλος ο λαός τα χρησιµοποιεί. Εξαίρεση οι δάσκαλοι και οι φιλόλογοι
που ήταν (ή είναι ακόµα) προσηλωµένοι στον άστοχον αυτόν κανόνα της παλιάς
Γραµµατικής.

Ουσιαστικά σε στερεότυπες εκφράσεις (διπλοτυπία = πλούτος)


Υιοθετώντας η νέα Γραµµατική (σ. 45) την Μορφολογική ποικιλία, προβλέπει
την χρήση στερεότυπων εκφράσεων όπως:
• Εθνική Ελλάδος (π.χ. τραγούδι Σαββόπουλου: “Εθνική Ελλάδος, γεια σου”)
• Τράπεζα της Ελλάδος
• Συµβούλιο Επικρατείας
• Πανεπιστήµιο Αθηνών
• Τα µαγαζιά της Λάρισας αλλά Σταθµός Λαρίσης
• Η γιορτή της µητέρας αλλά Όνοµα µητρός
• Σχέδιο πόλεως
• Το σπίτι του Παπαδόπουλου αλλά Μπισκότα Παπαδοπούλου
5. Θηλυκά σε -η (39)
Στην παλιά Γραµµατική (σ. 91, παρ. 138) δίνονται δείγµατα κλίσεως των θηλυ-
κών σε -η. Εδώ οι συντάκτες ακολουθώντας τις Γραµµατικές, Μεγάλη και Μικρή του
Τριανταφυλλίδη τοποθετούν το αρχαιόκλιτο όνοµα η ζάχαρη (Εικ. 22) στην ίδια κα-
τηγορία µε τα ονόµατα η ψυχή και η νίκη, όπου σύµφωνα µε τη Γραµµατική έχουµε
στην ονοµαστική, αιτιατική και κλητική του πληθυντικού τους τύπους: ψυχές, νίκες,
ζάχαρες. Τα δύο πρώτα σχηµατίζουν κανονικά τη γενική πληθυντικού (των ψυχών,
των νικών), η δε ζάχαρη δίνεται χωρίς γενική, ενώ θα µπορούσε να µην έχει καθόλου
πληθυντικό, αφού δεν χρησιµοποιείται σ’ αυτόν. Στον ενικό η γενική έγινε της ζάχα-
ρης και ούτε ως σπάνια περίπτωση αναφέρεται ο τύπος της ζαχάρεως, µολονότι και ο
πιο αγράµµατος χωρικός καλλιεργητής τεύτλων, παρέδιδε (πριν το κλείσουν) το προ-
ϊόν του στο εργοστάσιο ζαχάρεως.
Το πιο άστοχο στην περίπτωση του παραδείγµατος µε τη ζάχαρη είναι ότι η παλιά
Γραµµατική µάς υποχρέωνε να κλίνουµε «κατά το ζάχαρη» και τα ονόµατα: η άνοιξη,
η βάφτιση, η θύµηση, η κλείδωση, η σταύρωση, η φώτιση κ.ά. (Εικ. 23).
Έτσι λοιπόν για να γράφουµε σωστά σύµφωνα µε την παλιά σχολική Γραµµατική
πρέπει να χρησιµοποιούµε τους τύπους: οι άνοιξες και όχι οι ανοίξεις και κατ’ επέ-
κταση οι διάνοιξες των δρόµων και όχι οι διανοίξεις, οι βάφτισες, και όχι οι βαφτίσεις,
οι θύµησες και όχι οι θυµήσεις και κατ’ επέκταση οι ενθύµησες και όχι οι ενθυµήσεις,
τα γνωστά βραχέα χρονικά, οι κλείδωσες και όχι οι κλειδώσεις των οστών, οι σταύρω-
σες και όχι οι σταυρώσεις και κατ’ επέκταση οι διασταύρωσες και όχι οι διασταυρώ-
σεις των δρόµων.
Ακόµα σύµφωνα µε το ατυχέστατο αυτό παράδειγµα της Γραµµατικής τα προανα-
φερθέντα ονόµατα δεν έχουν γενική πληθυντικού. ∆ηλαδή δεν µπορούµε να λέµε και
να γράφουµε: των ανοίξεων, των διανοίξεων, οι ηµέρες των βαφτίσεων, συνηθέστατη
έκφραση στους ∆ιαµαρτυρόµενους, των ενθυµήσεων, των κλειδώσεων, των σταυρώ-
σεων αλλά και των διασταυρώσεων.
Αµέσως παρακάτω (σ. 92, παρ. 139), η ίδια Γραµµατική µάς δίνει δύο δείγµατα
αρχαιόκλιτων θηλυκών ονοµάτων σε -η: η σκέψη και η δύναµη. Και τα δύο έχουν δι-
πλό τύπο στη γενική του ενικού: της σκέψης και της σκέψεως, της δύναµης και της δυ-
νάµεως. Έχουν επίσης και γενική πληθυντικού: των σκέψεων, των δυνάµεων.
7

Και όλως παραδόξως στη σχολική Γραµµατική του 1976 υπάρχει σ’ αυτά τα παρα-
δείγµατα περισσότερη ανοχή στις λόγιες καταλήξεις σε -εως, απ’ ό,τι στη (µεγάλη)
Νεοελληνική Γραµµατική του 1941 και τη Μικρή Νεοελληνική Γραµµατική του Μανό-
λη Τριανταφυλλίδη (1949), όπου ο τύπος σε -εως γίνεται δεκτός σε υποσηµείωση
(σσ. 244 και 103 αντιστοίχως: «Η γενική του ενικού, ιδίως των υπερδισυλλάβων,
σχηµατίζεται και σε -εως, κατεβάζοντας τον τόνο κατά µία συλλαβή: της δυνάµεως,
της ειδήσεως, της συντάξεως»).
Στη νέα Γραµµατική αυτή η αστοχία απαλείφεται και δίνονται περισσότερα και ε-
πιτυχή δείγµατα κλίσεως ονοµάτων σε -η (σ. 39). (Εικ. 24, 25).
∆ίνονται ακόµα δείγµατα κλίσεως ιδιόκλιτων ονοµάτων (Εικ. 26).

6. Επίθετα σε ύς, -εία, -ύ (σσ. 51-52)

Στην παλιά Γραµµατική (σ. 110, παρ. 168), δίνεται ως κλιτικό δείγµα, για τα επί-
θετα που λήγουν σε -ύς, -ιά, -ύ, το επίθετο ο βαθύς, η βαθιά, το βαθύ (Εικ. 27).
Σύµφωνα µε το παράδειγµα αυτό κλίνονται τα επίθετα: αδρύς, αψύς, βαρύς, δασύς,
ελαφρύς, µακρύς, παχύς, πλατύς, τραχύς, φαρδύς (Εικ. 28). Πράγµατι όλα αυτά τα επί-
θετα µπορούν να κλιθούν σύµφωνα µε το επίθετο βαθύς. ∆εν υπάρχει όµως δείγµα
για τα επίθετα που λήγουν σε -ύς, -εία, -ύ, όπως: ο αµβλύς, ο δριµύς, ο ευθύς, ο ευρύς,
ο θρασύς, ο οξύς, ο ταχύς, ο ήµισυς, τα οποία χρησιµοποιούνται τόσο στην καθηµερι-
νή µας οµιλία, όσο και, κυρίως, σε επιστηµονικές εργασίες ή κείµενα και ακολουθούν
την αρχαία κλίση.
Σύµφωνα µε τη σχολική Γραµµατική ή δεν θα πρέπει να τα χρησιµοποιούµε καθό-
λου ή, αν τα χρησιµοποιούµε, πρέπει να σκεφτούµε µήπως κλίνονται σύµφωνα µε το
παράδειγµα που δίνει. ∆ηλαδή να λέµε και να γράφουµε:
του οξιού αντί του οξέος εµφράγµατος, η οξιά αντί η οξεία γωνία, η ταχιά αντί η τα-
χεία αµαξοστοιχία, η ευθιά αντί η ευθεία γραµµή, η ευριά αντί η ευρεία συναίνεση, η
δριµιά αντί η δριµεία επίθεση κ.ο.κ.
Όπως σε όλα τα δύσκολα, έτσι και σ’ αυτή την περίπτωση η Γραµµατική σιωπά!
Στις σσ. 102-104, ανάµεσα στα ιδιόκλιτα ουσιαστικά, συµπεριλαµβάνεται και το οξύ,
το οποίο εδώ κλίνεται, και πολύ σωστά βεβαίως, σύµφωνα µε το τυπικό της καθαρεύ-
ουσας (το οξύ, του οξέος, τα οξέα, των οξέων κλπ.).
Η παράθεση δείγµατος επιθέτου σε -ύς, -εία, -ύ ήταν αναγκαία. Έτσι η νέα Γραµ-
µατική (σσ. 51-52, Εικ. 29) διαχωρίζει και διασαφηνίζει επαρκώς τα επίθετα σε -ος, -
ια, ο, σε -ύς, ιά, -ύ, σε ύς, -εία, -ύ και σε -ής, ιά, -ί δίνοντας ως παραδείγµατα αντι-
στοίχως τα επίθετα:
ο γλυκός, η γλυκιά, το γλυκό, ο βαρύς, η βαριά, το βαρύ, ο βραχύς, η βραχεία, το
βραχύ και ο χρυσαφής, η χρυσαφιά, το χρυσαφί.
Σηµείωση.
Εδώ µπορούµε να προσθέσουµε και µια ακόµη διπλοτυπία που δεν αναφέρεται.
Λέµε τα βαριά πράγµατα, αλλά τα βαρέα επαγγέλµατα (Κάτω τα χέρια απ’ τα βαρέα:
γνωστό σύνθηµα σε πορείες εργατών).
Υπάρχει επίσης παράθεση παραδειγµάτων κλίσεως και άλλων χρησιµοποιούµενων
αρχαιόκλιτων επιθέτων (σσ. 55-56).

7. Ρήµα “είµαι” (σ. 78)


Τέλος, στην παλιά Γραµµατική (σ.156, παρ. 228), έχουµε το βοηθητικό ρήµα εί-
µαι, ο Ενεστώτας και ο Παρατατικός του οποίου έχουν το α΄ πληθυντικό πρόσωπο,
ακουστικά όµοιο: Ενεστώτας: είµαστε και Παρατατικός: ήµαστε (Εικ. 30), ενώ η συ-
ντριπτική πλειοψηφία των Νεοελλήνων για τον Παρατατικό χρησιµοποιεί τον τύπο
ήµασταν και αµέσως ο συνοµιλητής ή και ο αναγνώστης, εάν πρόκειται για γραπτό
8

κείµενο, καταλαβαίνει ότι είναι παρελθοντικός χρόνος, χωρίς να ψάχνει τα συµφρα-


ζόµενα. Έτσι π.χ. όταν ο Θεσσαλός ακούει τη φράση «είµαστε καλά», εννοεί µόνο
παρόν, δηλ. Ενεστώτα.
Το β΄ πληθυντικό πρόσωπο του Ενεστώτα, κατά τη Γραµµατική, είναι «είστε» και
του Παρατατικού «ήσαστε». Όµως ο λαός χρησιµοποιεί στον Ενεστώτα και τον τύπο
«είσαστε», ενώ στον Παρατατικό τον τύπο «ήσασταν», οπότε αποκλείεται το µπέρδε-
µα, το οποίο και εδώ µπορεί να δηµιουργηθεί από τους τύπους που δίνει η Γραµµατι-
κή.
Η νέα Γραµµατική ρυθµίζει σωστά και αυτό το θέµα θέτοντας ως ισχυρούς τύπους
στον Παρατατικό τους βορειοελλαδικούς ήµασταν και ήσασταν (Εικ. 31).
Έτσι σταµατά επιτέλους η κυριαρχία κάποιων νοτίων ιδιωµάτων και καθίσταται
πολύ εύκολος ο διαχωρισµός του χρόνου του ρήµατος (παρατατικός ή ενεστώτας).
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
αναφέρθηκα στις βασικότερες µορφολογικές αλλαγές και βελτιώσεις που επιφέρει
στη χρήση της Νεοελληνικής γλώσσας η καινούργια Γραµµατικής της Νέας Ελληνι-
κής που συνέγραψαν ο καθηγητής Σωφρόνης Χατζησαββίδης και η Αθανασία Χα-
τζησαββίδου. Ασφαλώς υπάρχουν και άλλα σηµεία στα οποία θα έπρεπε να αναφερ-
θώ, αλλά ο χρόνος δεν επιτρέπει. Ίσως δοθεί η δυνατότητα κατά τη συζήτηση να
πούµε κάτι επιπλέον.
Κλείνοντας την εισήγησή µου, σας εξοµολογούµαι ότι νιώθω δικαιωµένος για τις
επί 35 χρόνια προσπάθειες και ενέργειές µου να επισηµαίνω την ανεπάρκεια της πα-
λιάς Γραµµατικής και την ανάγκη αντικαταστάσεώς της (Εικ. 32). Και χαίροµαι δι-
πλά, γιατί συγγραφέας της νέας Γραµµατικής είναι ο παλαιός φίλος και συµφοιτητής
µου κ. Χατζησαββίδης.
Σας ευχαριστώ.

You might also like