Professional Documents
Culture Documents
Με την έννοια ότι η προσέγγιση του αγνώστου γίνεται μόνο μέσω της γλώσσας;
Όχι ακριβώς. Η αίσθηση, ο στοχασμός και τα αισθήματα που έχουν μια αμοιβαία
σχέση με τη γλώσσα και την ποίηση, μεταφέρουν αυτόν τον αισθησιασμό και
λαμβάνουν ως αντίδωρο την έννοια και τον ορισμό τους.
Συνεπώς η «ξενάγηση» σε αυτά τα δοκίμια αποτελεί κατά πρώτο και κύριο λόγο μια
αυτοεξερεύνηση του Ελύτη ως ποιητή;
Νομίζω πως ναι. Και οι πολύπτυχες απαντήσεις στο ερώτημα «Τι είναι η Ελλάδα
και η Ελληνικότητα;» παραμένουν ανοιχτές, που σημαίνει ότι η απόκριση γίνεται
κατά τρόπο, ώστε η κατανόηση των ιδιαιτεροτήτων του τόπου και των ανθρώπων
του να συνδέεται άρρηκτα με τη συνεχώς μεταβαλλόμενη ζωή τους, τουτέστιν δεν
καταλήγει σε ορισμούς αλλά στην κατανόηση της ελληνικής γλώσσας και
ποίησης.
Έχουμε ήδη πολλούς διαφορετικές ορισμούς της Ελλάδας και της Ελληνικότητας, είτε
πρόκειται για πατριωτικές και εθνικιστικές, είτε για γερμανικές ρομαντικές ή ακόμα και
για πρωτοπόρες που θεωρούν την Ελλάδα λίκνο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Ποιά είναι
η ουσιαστική διαφορά τους σε σχέση με τα δοκίμια του Ελύτη;
Οι περισσότεροι από τους υπάρχοντες ορισμούς οδήγησαν δυστυχώς συχνά σε
αυταπάτες και μόνο σπάνια στην κατανόηση των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων. Οι
βασικές αρχές αυτών των ορισμών δημιούργησαν στην Ευρώπη έναν τρόπο
σκέψης ο οποίος φαίνεται να οδήγησε συχνά σε καταστάσεις που μπορούν να
περιγραφούν με αδεξιότητα μέχρι και αλαζονεία απέναντι των Ελλήνων. Η
ουσιαστική διαφορά έγκειται μεταξύ οργάνωσης και οργανικής σχέσης. Κατά τη
δυτική αντίληψη, η οργάνωση αποτελεί αρχαία ελληνική επινόηση και είναι ένα
σχήμα αρχών και συστημάτων. Όμως η οργανική σχέση του σύγχρονου Έλληνα
με την κοινωνία χαρακτηρίζεται στην πραγματικότητα περισσότερο από
διαίσθηση και αυτοσχεδιασμό.
Αυτή η διάκριση που αναφέρεις συνεπάγει τον κίνδυνο μιας ακόμα μεγαλύτερης
οροθέτησης αντί μιας προσέγγισης που είναι και πιο κοντά σ΄ έναν πραγματικό «ξεναγό».
Αυτό είναι σωστό. Όμως μέσα από αυτή τη διάκριση προβάλλει και η αλήθεια, ότι
το ένα μπορεί και πρέπει να συμπληρώνει το άλλο, το γνωστό το άγνωστο (η
Ευρώπη την Ελλάδα και αντιστρόφως), ώστε να γίνουμε όντα ολοκληρωμένα ή
κατά την ελληνική έννοια οικουμενικά. Στο πνεύμα αυτό τα δοκίμια του Ελύτη
μπορούν επίσης να θεωρηθούν ακροβασία πάνω από την άβυσσο των δυο
αντιθέσεων, στον πυθμένα της οποίας αποκαλύπτεται, ότι έρευνα και ποίηση δεν
πρέπει ποτέ να αποτελούν αυτοσκοπό, όσο επείγον και αναγκαίο και να φαίνεται
αυτό. Έρευνα και ποίηση πρέπει να τερματίσουν στο άγνωστο, το οποίο μπορεί
να είναι και ο Γερμανός αναγνώστης, εάν θέλουν να αγγίζουν, να στοχαστούν και
να επιζήσουν.
Θα έχανε έτσι τη σημασία τού να αποκαλέσουμε κάποιον με ανοικτό και ελεύθερο μυαλό
«Έλληνα» στο πνεύμα του Γερμανού ποιητή που πίστευε ότι τιμά τον φίλο του λέγοντας:
«Είστε πραγματικός Έλληνας!»;
Πιο σημαντικό θα ήταν να τον ή να την διέκρινε ένα πνεύμα ανάλογο με αυτό
ενός παιδιού ή ενός ποιητή ή ενός Παναή από το δοκίμιο «Κορίτσια» που ούτε
μορφωμένος ούτε φαντασμένος είναι, αλλά πρωτίστως ένας απλός και ειλικρινής
άνθρωπος που δεν υπακούει αλλά και δεν ανήκει σε κανέναν. Διότι μέσω μιας
τέτοιας αθώας και αδιάβλητης απλοïκότητας ξεδιπλώνεται η νοημοσύνη και η
ευφυΐα που είναι ανοιχτή για το ξένο, και όχι μέσω μιας οποιασδήποτε
υποτιθέμενης έμφυτης ή επίκτητης ανωτερότητας.
https://diablog.eu/el/allgemein-el/prota-prota-i-poiisi-dokimia-tou-elyti-sta-germanika/